Ενίσχυση της παρουσίας στο εξωτερικό και λανσάρισμα της ΑΓΝΟ τον Σεπτέμβριο
Η οικογενειακή επιχείρηση της οικογένειας Σαράντη που δημιουργήθηκε από τον Στέργιο Σαράντη ως ΤΥΡΑΣ πολλά χρόνια πριν, ήταν αυτή που σηματοδότησε τα πρώτα βήματα της οικογένειας. Ακολούθησαν όμως συγκεκριμένες εξαγορές όπως αυτή της πρώην συνεταιριστικής βιομηχανίας Όλυμπος με έδρα τη Λάρισα, η οποία ανήκε στην Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Λαρίσης και στην Αγροτική Τράπεζα. Στη συνέχεια ήρθε στο προσκήνιο της οικογένειας Σαράντη και των διαδόχων και γιων του Στέργιου Σαράντη, Δημήτρη και Μιχάλη, η πτωχευμένη Ροδόπη που είχαν στην κατοχή τους η ATE Bank, η ΕΛΒΙΖ και η Εταιρεία Βιομηχανικής Αναπτύξεως Θράκης, με τις δύο τελευταίες να αποτελούν θυγατρικές της πρώτης.
Το 2022, σύμφωνα με τα στοιχεία της Circana, οι πωλήσεις λευκού γάλακτος υποχώρησαν σε όγκο κατά 6,4%, των τυριών κατά 5,1% και ειδικά της φέτας κατά 8,8%, του γιαουρτιού κατά 6,6%, της κρέμας γάλακτος κατά 5,3% και του σοκολατούχου γάλακτος κατά 4,8%. Αιτία ήταν οι μεγάλες ανατιμήσεις οι οποίες στα γαλακτοκομικά και τυροκομικά προκλήθηκαν πέρα από την αύξηση του κόστους ενέργειας και ζωοτροφών, και λόγω της έλλειψης επαρκών ποσοτήτων γάλακτος, κυρίως αιγοπρόβειου.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η Ελληνικά Γαλακτοκομεία συνεχίζει τη δραστηριοποίησή της με τα σήματα Όλυμπος, Τυράς, Ροδόπη, ενώ αναμένεται να βρεθούν τα πρώτα προϊόντα (γάλα, γιαούρτι, βούτυρο κ.ά.) της ΑΓΝΟ στα ψυγεία των σούπερ μάρκετ τον Σεπτέμβριο, με τη διανομή να εστιάζεται αρχικά στην Κεντρική Μακεδονία. Παρά το γεγονός ότι ο αρχικός προγραμματισμός έκανε λόγο για τις αρχές της χρονιάς, μάλιστα, το επαναλανσάρισμα μετατέθηκε προκειμένου να ολοκληρωθεί η παράδοση του νέου μηχανολογικού εξοπλισμού.
Η περίπτωση της ΑΓΝΟ
Η ταλαιπωρημένη από την κακοδιαχείριση γαλακτοβιομηχανία της Θεσσαλονίκης βρισκόταν ανενεργή τα τελευταία οκτώ χρόνια. Μάλιστα, οι αδελφοί Σαράντη είχαν ενδιαφερθεί και παλαιότερα να την αποκτήσουν, όταν το 2003 η εταιρεία βρήκε προς πώληση και τελικά βρέθηκε στα χέρια του επιχειρηματία Νίκου Κολιού, ιδιοκτήτη της φερώνυμης γαλακτοβιομηχανίας. Αφού η εταιρεία πέρασε σε πλήρη παραγωγική και οικονομική δυσμένεια, πτώχευσε και τα περιουσιακά της στοιχεία τέθηκαν σε πλειστηριασμό, οι αδελφοί Σαράντη προσπάθησαν να την επαναπροσεγγίσουν.
Στόχος, οι παραγωγικές εγκαταστάσεις, τα μηχανήματα του εργοστασίου της, τα κινητά στοιχεία αλλά και τα εμπορικά της σήματα που βγήκαν στο σφυρί. Ωστόσο, το τίμημα των πρώτων πλειστηριασμών στην εποχή μετά τον Κολιό, ήταν περίπου το διπλάσιο από τα 7,7 εκατομμύρια που έδωσαν αργότερα οι αδελφοί Σαράντη. Και αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι διάφοροι πλειστηριασμοί να κηρύσσονται άγονοι και η ΑΓΝΟ να παραμένει στα αζήτητα. Μέσα στο 2022 η βορειελλαδίτικη γαλακτοβιομηχανία εν τέλει, πέρασε στην Ελληνικά Γαλακτοκομεία.
Τα πρώτα βήματα εξωστρέφειας
Η πλάστιγγα ωστόσο γέρνει τα τελευταία χρόνια υπέρ της δραστηριότητας του ομίλου στο εξωτερικό. Το 2021 οι πωλήσεις αυτές κινήθηκαν σε ίσες αναλογίες με αυτές στην Ελλάδα, 50% – 50%, ενώ το 2022 ήταν 55% – 45% υπέρ του εξωτερικού και φέτος αναμένεται να διαμορφωθεί σε 60% -40%. Ο μεγαλύτερος όγκος προέρχεται από μεγάλες αγορές της Δυτικής Ευρώπης όπως είναι αυτές της Γερμανίας και της Γαλλίας.
H αρχή για τους δύο επιχειρηματίες εκτός Ελλάδας έγινε το 1999 όταν εξαγόρασαν την Tyrom 1999 και ίδρυσαν το πρώτο τους εργοστάσιο στη Ρουμανία, ενώ το 2011 δημιούργησαν το νέο εργοστάσιο γάλακτος, εδραιώνοντας ακόμα περισσότερο την παρουσία τους στη συγκεκριμένη χώρα με τη Fabrica de Lapte Brasov.
Πρόκειται μάλιστα για μία εταιρεία όπου οι συσσωρευμένες επενδύσεις τα τελευταία 10 χρόνια υπερβαίνουν τα 150 εκατομμύρια ευρώ, ενώ αυτή τη στιγμή έχει προγραμματιστεί και τρέχει μία ακόμα επένδυση περίπου 40 εκατομμυρίων ευρώ με την προσθήκη νέας γραμμής εμφιάλωσης γάλακτος και εξοπλισμού ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Με τον τρόπο αυτό ανέπτυξαν την παρουσία της εταιρείας στη Ρουμανία, μια αγορά όπου ο τζίρος της το 2021 κυμάνθηκε στα 110 εκατομμύρια ευρώ, από τα συνολικά 427 εκατομμύρια ευρώ που ήταν ο συνολικός τζίρος του ομίλου Ελληνικά Γαλακτοκομεία την ίδια χρονιά.
Η United Milk Company στη Βουλγαρία
Η απόκτηση της θυγατρικής της Δέλτα, United Milk Company, σε αντίθεση με άλλες επιχειρήσεις που έχει εξαγοράσει από το 2020 και ύστερα ο όμιλος αλλά και κατά το παρελθόν, έχει την δική της ξεχωριστή σημασία, γιατί δεν πρόκειται για μια προβληματική περίπτωση, αλλά για μία υγιή και κερδοφόρα επιχειρηματική οντότητα, ο τζίρος της οποίας το 2021 ήταν 52,5 εκατομμύρια ευρώ, τα λειτουργικά της κέρδη 5,15 εκατομμύρια ευρώ και τα κέρδη προ φόρων 1,65 εκατομμύρια ευρώ.
Πολλοί ήταν εκείνοι που απόρησαν με την κίνηση της Δέλτα, ωστόσο η τοποθέτηση από πλευράς των στελεχών της είναι ότι στόχος του fund (CVC Capital) που έχει αγοράσει τον όμιλο Vivartia όπου ανήκει και η Δέλτα, είναι να κεφαλαιοποιεί μέρος της επένδυσης που έχει κάνει, μέσα και από την πώληση περιουσιακών στοιχείων.
Για τον όμιλο Ελληνικά Γαλακτοκομεία όμως η κίνηση αυτή τον φέρνει ακόμα πιο ψηλά στα Βαλκάνια και ισχυροποιεί τη θέση του στην ευρύτερη αγορά. Διότι ήδη στη Βουλγαρία διατηρεί παρουσία μέσω της Tyrbul S.A. στην οποία θα υπάγεται η United Milk Company. Ταυτόχρονα όμως αποκτά και ένα επιπλέον χαρτοφυλάκιο προϊόντων που έχει υπό την παραγωγική της ομπρέλα η πρώην θυγατρική της Δέλτα.
Η UMC παράγει τα προϊόντα ΒΕΡΕΙΑ με φρέσκο γάλα και γιαούρτι, τη γκάμα προϊόντων FIBELLA που περιλαμβάνει γάλα και γιαούρτι με γεύση φρούτων, γάλα και κρέμα υψηλής παστερίωσης, καθώς και τις σειρές προϊόντων Vitalact, Khansko και Russalka. Επιπλέον παράγει και διαθέτει ποικιλία τυριών από αγελαδινό, πρόβειο και κατσικίσιο γάλα. Δραστηριοποιείται τόσο στην τοπική αγορά όσο και στο εξωτερικό με πωλήσεις σε Η.Π.Α., Αυστραλία, Λίβανο, Καναδά και Ρωσία.
Στη Βουλγαρία οι δύο πρώην ανταγωνιστικές εταιρείες ενοποιήθηκαν την 1η Μαρτίου οικονομικά, ενώ το επόμενο βήμα είναι το φθινόπωρο η λειτουργία με ενιαίο ΑΦΜ. Οι δύο επιχειρήσεις θα ενωθούν και λειτουργικά με την μεταφορά της παραγωγής της UMC στο εργοστάσιο της Tyrbul στο Σλίβεν, καθώς η ΔΕΛΤΑ είχε ήδη συμφωνήσει για μεταβίβαση των εγκαταστάσεων της θυγατρικής της πριν έρθει σε συμφωνία με την Ελληνικά Γαλακτοκομεία.
Και χαλούμι στο προϊοντικό της χαρτοφυλάκιο
Η Ελληνικά Γαλακτοκομεία έχει προαναγγείλει από καιρό τώρα την δημιουργία νέου εργοστασίου με επίκεντρο την παραγωγή χαλουμιού στη Μεγαλόνησο. Μέχρι τη στιγμή όμως που θα αποπερατωθεί το νέο τους εργοστάσιο, έχουν την ευκαιρία να παράγουν και να διακινούν χαλούμι στην αγορά μέσω της Κουρούσιης, όπου μπορεί να απέκτησαν αρχικά το 49%, ωστόσο υπάρχει η προοπτική απόκτησης και του υπόλοιπου 51% σε δεύτερο χρόνο. Το χαλούμι αποτελεί ένα πανίσχυρο χαρτί στα χέρια των αδελφών Σαράντη, όπως συμβαίνει και με τη φέτα. Πρόκειται για δύο ΠΟΠ προϊόντα που ταυτίζονται με την κουλτούρα δύο χωρών της Κύπρου και της Ελλάδας αντίστοιχα και που είναι περιζήτητα στο εξωτερικό.
Κυρίαρχη θέση στον όμιλο Ελληνικά Γαλακτοκομεία συνεχίζουν να έχουν τα γαλακτοκομικά και τα τυροκομικά προϊόντα, ωστόσο το τελευταίο διάστημα έχουν έχουν ενταχθεί και εταιρείες που σχετίζονται με τον κλάδο των αναψυκτικών, μετά την εξαγορά της Δουμπιάς από την Ε. Μαλαματίνας και Υιός για την παραγωγή και εμφιάλωση ανθρακούχου νερού, αλλά και της ιστορικής βιομηχανίας αναψυκτικών των Τρικάλων, Κλιάφας.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.