15 Νοέ 2024
READING

Αγαπημένες μάρκες στην Ελλάδα

9 MIN READ

Αγαπημένες μάρκες στην Ελλάδα

Αγαπημένες μάρκες στην Ελλάδα

Γιατί οι συγκεκριμένες μάρκες κέρδισαν την εμπιστοσύνη των Ελλήνων;

Ποιότητα, ελληνικότητα, διορατικότητα και καινοτομία διέπουν τις μάρκες που διαχρονικά αγάπησαν οι Έλληνες. Από την Σκλαβενίτης και την ΙΟΝ μέχρι την ΑΒ Βασιλόπουλος και τα Μπισκότα Παπαδοπούλου, οι καταναλωτές εκτίμησαν το μόχθο των ιδιοκτητών των εταιρειών, κάθε κίνηση των brands, αγάπησαν τα προϊόντα τους και, κυρίως, συνδέθηκαν μαζί τους σε τέτοιο συναισθηματικό βαθμό, που τα σλόγκαν τους έχουν εμποτίσει μέχρι σήμερα την αγοραστική συμπεριφορά.

Σκλαβενίτης: Τόσο φθηνά όσο πουθενά

Η οικογένεια Σκλαβενίτη, από τη Λευκάδα, ξεκίνησε τις επιχειρηματικές δραστηριότητές της το 1920 με μια εταιρεία εισαγωγών ξυλείας και εξαγωγών κρασιού. Το 1936, όμως, επήλθε η οικονομική καταστροφή, λόγω της καταστροφής μιας παρτίδας εμπορευμάτων. Ο Γεράσιμος Σκλαβενίτης με την οικογένειά του κατέληξε στην Αθήνα, όπου στη διάρκεια της Κατοχής, βρίσκεται αντιμέτωπη με την ανέχεια, με συνέπεια να πεθάνουν και οι δύο γονείς.

Τα παιδιά, Γιάννης και Σπύρος Σκλαβενίτης, στα τέλη της δεκαετίας του ’40 άρχισαν να ασχολούνται ξανά με το εμπόριο, διαθέτοντας κεχρί, κανναβούρι, καθώς και είδη πρώτης ανάγκης στην Κεντρική Αγορά, ενώ στράφηκαν σταδιακά στο εμπόριο ειδών μπακαλικής και μπαχαρικών.

Η γνωριμία τους με τον Μιλτιάδη Παπαδόπουλο το 1950 ήταν καθοριστική, αφού τέσσερα χρόνια αργότερα προχώρησαν στη δημιουργία της Σκλαβενίτης & Σία με έδρα τα Πετράλωνα και αντικείμενο τη χονδρική πώληση τροφίμων.

Με την καινοτομία να βρίσκεται στο dna τους, το 1967 δημιούργησαν την πρώτη εταιρεία τηλεφωνικών παραγγελιών στην Ελλάδα, την ΤΗΛΕΞΥΠ. Ο πρωτοποριακός χαρακτήρας της πρώτης εταιρείας delivery στη χώρα και η διάθεση ποιοτικών προϊόντων σε τιμές χονδρικής συνέβαλαν στην εξάπλωση της φήμης της, με αποτέλεσμα σε σύντομο χρονικό διάστημα να δέχεται παραγγελίες σχεδόν από κάθε γωνιά της Αττικής.

Η επιτυχία της ΤΗΛΕΞΥΠ τούς ώθησε το 1969 στη δημιουργία του πρώτου καταστήματος λιανικής και το 1971, στην ίδρυση του πρώτου σούπερ μάρκετ, στο Περιστέρι (Λεωφόρος Κηφισού 80), εκεί όπου σήμερα βρίσκονται οι κεντρικές εγκαταστάσεις της εταιρείας.

Με τους ιδρυτές Γιάννη και Σπύρο Σκλαβενίτη να φεύγουν από τη ζωή το 1993 και το 2006 αντίστοιχα, επήλθαν καθοριστικές αλλαγές στη διοίκηση με την είσοδο της νέας γενιάς. Παρά τις “σειρήνες” των ξένων ομίλων, η εταιρεία προχώρησε σε μια σειρά από εξαγορές -Παπαγεωργίου, Ατλάντικ, Δούκας, Extra-Πρώτα και Φθηνά, Μπαλάσκας, Βερόπουλος, 60% της Χαλκιαδάκης, Makro Cash & Carry- ενώ το 2017 ολοκληρώθηκε η απόκτηση της αλυσίδας Μαρινόπουλος.

Δανειζόμενος κανείς τον τίτλο της διάσημης ταινίας του Ζιλ Ντασέν, “Ποτέ την Κυριακή”, θα μπορούσε να δει σε αυτόν τον τίτλο τον όμιλο Σκλαβενίτη. Ο λόγος για την εδραιωμένη πεποίθηση της οικογένειας Σκλαβενίτη, ότι τα καταστήματά της δεν πρέπει να λειτουργούν τις Κυριακές. Κάτι που εκτός από πεποίθηση δική τους, είναι ένα στοιχείο που μεταδίδεται και στους πελάτες – καταναλωτές που επισκέπτονται τα καταστήματα της αλυσίδας και μαζί με άλλα συστατικά αποτελεί φορέα της κουλτούρας της οικογένειας Σκλαβενίτη.

Σήμερα, είναι η μεγαλύτερη εταιρεία supermarket στην Ελλάδα, αφού διαθέτει 498 καταστήματα, απασχολεί περισσότερους από 33.000 εργαζομένους και εξυπηρετεί κατά μέσο όρο 550.000 πελάτες την ημέρα. Κυρίως, όμως, είναι ταυτισμένη με τη λέξη “σούπερ μάρκετ” για το σύνολο των Ελλήνων καταναλωτών.

ΙΟΝ: Για πάντα

Με σήμα το ευωδιαστό “ίον” (μενεξές) -απ’ όπου πήρε το όνομά της- γεννήθηκε η ΙΟΝ το 1930 από τον Κωνσταντίνο Κωτσιόπουλο με την έδρα της να βρίσκεται στην οδό Πειραιώς, όπου παραμένει έως και σήμερα. Το 1947 δημιουργήθηκε ένα προϊόν που αποτέλεσε τομή στις ελληνικές καταναλωτικές συνήθειες, η ΙΟΝ Αμυγδάλου με σήμα την ανθισμένη αμυγδαλιά. Το 1956 μπήκαν οι βάσεις για να δημιουργηθεί το δίκτυο πωλήσεων και διανομής της ΙΟΝ με την ίδρυση της εταιρείας Αδελφοί Ι. Κωτσιόπουλοι και το πρώτο κατάστημα στο κέντρο της Αθήνας, ενώ αργότερα ακολούθησαν κέντρα διανομής σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη αλλά και μονάδες παραγωγής σε Νέο Φάληρο, Μαρκόπουλο Αττικής και Άρτα.

Στις δεκαετίες ’60 και ’70 η πρωτοπορία της ΙΟΝ αποτυπώθηκε σε έντυπες διαφημίσεις με σλόγκαν που εντυπώθηκαν στην καταναλωτική συνείδηση, όπως το “Η πρώτη αγάπη και παντοτινή”. Η εδραίωσή της συνδυάστηκε με την περαιτέρω εξέλιξη της εταιρείας του Γιάννη Κωτσιόπουλου που εξαγόραζε τη μία μετά την άλλη τις ελληνικές εταιρείες σοκολάτας και ζαχαρωδών, όπως η Ιντέρια και η Mabel, ενώ λανσάρονταν στην αγορά μια σειρά από εμβληματικά πλέον προϊόντα. Η πάστα φουντουκιού με κακάο, οι τετράγωνες Noisetta που ταυτίστηκαν με το περίφημο “κέρασμα” καθόλη τη δεκαετία του 1980, η τετράγωνη σοκολάτα Break, η Σοκοφρέτα, το Derby, οι καραμέλες Baloo.

Το 1988 το 24,5% της ελληνικής ΙΟΝ εξαγοράστηκε από την πολυεθνική εταιρεία Kraft Jacobs Suchard (σημερινή Mondelēz International). Δέκα χρόνια αργότερα οι ιδιοκτήτες της Κωτσιόπουλος και Καρκαζής, κατάφεραν να τις επαναγοράσουν, κερδίζοντας το στοίχημα της ελληνικότητας στην επιχείρηση. Η είσοδος του Σπύρου Θεοδωρόπουλου στο ΔΣ της εταιρείας τον Οκτώβριο του 2022 σηματοδότησε και επίσημα την έναρξη μίας νέας περιόδου για την ιστορική βιομηχανία.

Σήμερα η ΙΟΝ έχει ολοκληρωμένη διαδικασία παραγωγής σοκολάτας και κακάο, από τον καρπό του κακάο έως το τελικό προϊόν. Εισάγει καρπούς υψηλής ποιότητας από τις διάφορες χώρες παραγωγής κακάο (Γκάνα, Ακτή Ελεφαντοστού, Εκουαδόρ, Μαδαγασκάρη, Τζαμάικα κλπ.). Τους αναμειγνύει, τους καβουρδίζει και τους αλέθει παράγοντας τη μάζα κακάο, ολοκληρώνοντας έτσι την παραγωγή σοκολάτας και κακάο σε σκόνη.

Με τρεις υπερσύγχρονες μονάδες παραγωγής στην Ελλάδα, με περίπου 950 εργαζομένους και με κύκλο εργασιών πάνω από 110 εκ. ευρώ ετησίως, η ΙΟΝ κατατάσσεται στις 60 μεγαλύτερες ελληνικές βιομηχανίες.

Μπισκότα Παπαδοπούλου: Ένας κόσμος γεύσης και φροντίδας

Τα Μπισκότα Παπαδοπούλου είναι μία από τις λίγες περιπτώσεις ελληνικών εταιρειών που τα προϊόντα της παραμένουν σταθερά κορυφαία στην κατηγορία τους, διατηρώντας την πρωτοκαθεδρία τους και την ταύτισή τους με το ίδιο το προϊόν στην Ελλάδα.

Η πλούσια επιχειρηματική διαδρομή της εταιρείας Μπισκότα Παπαδοπούλου ξεκίνησε το 1922 από τον Ευάγγελο Παπαδόπουλο, ο οποίος κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή επιβιβάστηκε σε ένα πλοίο με προορισμό τον Πειραιά. Βασικό όχημα ανάπτυξής της είναι τα πτι-μπερ, τα οποία στα πρώτα χρόνια κυκλοφορίας τους πωλούνταν χύμα, ενώ η παραγωγή τους γινόταν σε μία προσφυγική πολυκατοικία του Λυκαβηττού, όπου η οικογένεια Παπαδόπουλου είχε αποκτήσει έναν μικρό φούρνο. Το 1930, το 1931 και το 1935 κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά τρεις από τις εμβληματικές μάρκες της εταιρείας, τα Μιράντα, τα Γεμιστά και τα Cream Crackers, αλλάζοντας πλέον τις διατροφικές επιλογές της ελληνικής κοινωνίας.

Το 1978 η εταιρεία λάνσαρε ένα νέο προϊόν στην ελληνική αγορά, το Caprice, το οποίο θα αποτελέσει και τη ναυαρχίδα των εξαγωγών της εταιρείας. Το 1989 ακολούθησε η δυναμική είσοδος της εταιρείας στην κατηγορία των αρτοσκευασμάτων με τα παξιμαδάκια Krispies. Ένα χρόνο μετά στο τότε καινούργιο εργοστάσιο στα Οινόφυτα στεγάστηκε η παραγωγή των πρώτων φρυγανιών Παπαδοπούλου, κάτω από την επωνυμία Goldies.

Το 2011 έφερε την επανάσταση στις Μπάρες Δημητριακών με τα Digestive Bars, την 1η μπάρα δημητριακών με μπισκότο. Το 2013, εταιρεία επεκτάθηκε και στην αγορά του συσκευασμένου ψωμιού με το ΧΩΡΙΑΝΟ, συσκευασμένο Χωριάτικο Ψωμί σε φέτες και το ΓΕΥΣΗ στο τετράγωνο, ψωμί του Τοστ. Δύο χρόνια αργότερα, μπήκε στην κατηγορία των λειτουργικών τροφίμων, εναρμονιζόμενη πλήρως με τις αναδυόμενες τάσεις.

Η Παπαδόπουλος Α.Ε. φλέρταρε με την εξαγορά της από διεθνή όμιλο, αφού το 1995, η γαλλική Danone, στρατηγικός συνεργάτης της ελληνικής εταιρείας, κατείχε 60% των μετοχών της. Ωστόσο η επικεφαλής Ιωάννα Παπαδοπούλου επανέκτησε το πλειοψηφικό πακέτο με τη στήριξη των τραπεζών, σε μία κίνηση να διατηρήσει την ελληνικότητα της επιχείρησης. Eπί της ουσίας το 2007 η εταιρεία εξαγόρασε το 60% που εκπροσωπούσε ο Φρανκ Ριμπού, επικεφαλής της μεγαλύτερης εταιρείας μπισκότων της Ευρώπης, με τίμημα που ανήλθε στα 105 εκατ. ευρώ, έχοντας λάβει δάνειο από τις Alpha Bank και Eurobank.

Συμπληρώνοντας 100 χρόνια ιστορίας το 2022, η εταιρεία κατέχει σταθερά ηγετικά μερίδια στην εγχώρια αγορά μπισκότου -ξεπερνούν κατά πολύ το 50%-, ενώ παρουσιάζει ολοένα και μεγαλύτερη ανάπτυξη και στην κατηγορία του συσκευασμένου ψωμιού, στην οποία κατέχει τη δεύτερη θέση στην εν λόγω αγορά, μετά την Καραμολέγκος. Παράλληλα, η Ε.Ι. Παπαδόπουλος πραγματοποιεί σημαντικές εξαγωγές με τα προϊόντα της να βρίσκονται πλέον σε 61 χώρες.

ΑΒ Βασιλόπουλος: Και του πουλιού το γάλα

Η ιστορία της ΑΒ ξεκίνησε το 1939, όταν τρία από τα επτά αδέρφια της οικογένειας Βασιλόπουλου, οι Γεράσιμος, Γιώργος και Χαράλαμπος, με καταγωγή από ένα μικρό χωριό της Ηλείας, αγόρασαν από έναν μακρινό θείο τους, ονόματι Παναγόπουλο, ένα μπακάλικο επί της οδού Βουλής. Το μπακάλικο εξελίχθηκε στο παντοπωλείο Αφοί Βασιλόπουλοι χάρη στη φρέσκια ματιά των νέων ιδιοκτητών του που το ανέδειξαν σε σημείο αναφοράς για την αστική αθηναϊκή τάξη μέχρι και τη δεκαετία του ’60.

Την κατεύθυνση που ήθελαν να ακολουθήσουν έδειξαν το 1950 όταν μετά την προσθήκη του Γιάννη Βασιλόπουλου, εξαγόρασαν το κατάστημα τροφίμων “εδώδιμα αποικιακά” των επιχειρηματιών Αλεξάνδρου και Τσολίνα στην οδό Σταδίου και το μετεξέλιξαν σε Delicatessen. Το 2008 το θρυλικό κατάστημα αγοράστηκε από τους Γιώργο και Παναγιώτη Μαστοράκο, καταστράφηκε οριστικά το 2010 με την πυρκαγιά του Αττικόν, οπότε μετακόμισε στην Κλαυθμώνος, ενώ το 2019 πέρασε στην αλυσίδα Κρητικός.

Με πρόθεση να απευθυνθούν σε μεσοανώτερα στρώματα του πληθυσμού, οι ιδιοκτήτες έθεσαν τις βάσεις για μια ποιοτική αλυσίδα που έθετε την εξυπηρέτηση και την ποικιλία των προϊόντων σε μέγιστη προτεραιότητα. Τη δεκαετία του ’60, η ομάδα των τεσσάρων αδερφών θα διασπαστεί στα δύο, με τους Γεράσιμο και Χαράλαμπο Βασιλόπουλο, μαζί με άλλους συνεργάτες, να ιδρύουν την ΑΒ Αφοί Βασιλόπουλοι Ε.Π.Ε., ανοίγοντας καταστήματα στη Βάρκιζα και την Κηφισιά, καθώς και ένα κατάστημα self-service στο Παλαιό Φάληρο. Και το 1969, άνοιξαν το κατάστημα που θα αποτελούσε τομή στο χώρο του λιανεμπορίου, στο Φάρο Ψυχικού, με 25.000 προϊόντα.

Με το πετυχημένο σλόγκαν “Και του πουλιού το γάλα” άνοιξαν άλλα εννέα καταστήματα, μέχρι το 1989. Ένα χρόνο αργότερα, η εταιρεία εισήχθη στο Χρηματιστήριο Αθηνών, άνοιξε το πρώτο κατάστημα εκτός Αττικής, στον Πύργο Ηλείας, τόπο καταγωγής των ιδρυτών, καθώς και το Mega Ελληνικού, που βραβεύτηκε από τον Διεθνή Οργανισμό Λιανεμπορίου ως το πιο ολοκληρωμένο σουπερμάρκετ της Ευρώπης.

Το 1992 η πλειοψηφία της εταιρείας πέρασε στον πολυεθνικό, εκ Βελγίου, όμιλο Delhaize. Η ΑΒ Βασιλόπουλος πλέον “έσπασε” το φράγμα των δύο δισεκατομμυρίων ευρώ το 2016 με τον κύκλο εργασιών της να ανέρχεται στα 2,174 δισ. ευρώ, από 1,945 δισ. ευρώ το 2015. Το 2016 η Delhaize στην οποία ανήκε η ΑΒ Βασιλόπουλος συγχωνεύτηκε με την Ahold, δημιουργώντας έναν όμιλο με 6.700 καταστήματα σε όλο τον κόσμο που εξυπηρετεί 50 εκατομύρια πελάτες την εβδομάδα και έχει 400.000 εργαζόμενους.

Δεν είναι τυχαίο που όλοι οι Έλληνες αναγνωρίζουν αμέσως φράσεις όπως “Και του πουλιού το γάλα”, “Η πρώτη αγάπη και παντοτινή”, “Τόσο φθηνά όσο πουθενά”, “Τα δικά μας γεμιστά”. Κάθε λέξη κλείνει μέσα της ένα μοναδικό storytelling που έχει σημαδέψει ανεξίτηλα την καταναλωτική συνείδηση. Και μάλιστα τόσο βαθιά, που η συναισθηματική σύνδεση των Ελλήνων ισχυροποιείται χρόνο με το χρόνο, οδηγώντας τις εταιρείες σε θέσεις κυριαρχίας στην εγχώρια αγορά.

 

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.