Η πανδημία του Covid-19 άλλαξε ριζικά το τοπίο της εργασίας φέρνοντας στην επιφάνεια παθογένειες, που γενιές και γενιές εργοδοτών φρόντιζαν να τις αποκρύπτουν σχολαστικά. Η πιο χαρακτηριστική είναι η ανισότητα μεταξύ των αντρών και των γυναικών, με μεγαλύτερο ποσοστό γυναικών έναντι των αντρών να χάνει τη θέση του. Ωστόσο, στο απόηχο της πανδημίας, η κατάσταση αλλάζει προς το καλύτερο, καθώς τα ποσοστά ανεργίας των γυναικών μειώνεται.
Το αμερικανικό εργατικό δυναμικό φαίνεται διαφορετικό σήμερα από ό,τι πριν ο Covid-19 χτυπήσει την παγκόσμια οικονομία. Αυτό το συμπέρασμα τουλάχιστον προκύπτει από τα στοιχεία που συνέλεξε και ανάλυσε η κυβέρνηση των Η.Π.Α. Πιο αναλυτικά, η συμμετοχή των γυναικών ηλικίας 25-54 στον χώρο εργασίας έχει ανακάμψει, με το 76,9% των γυναικών να εργάζονται ή να αναζητούν εργασία, φτάνοντας σε προπανδημικά επίπεδα.
Διαβάστε ακόμα: Οι 10 χώρες με τη μικρότερη ανισότητα φύλων
Η εξέλιξη αυτή έρχεται αφού 13,6 εκατομμύρια γυναίκες, δηλαδή το 18% του συνόλου του γυναικείου πληθυσμού των Η.Π.Α., έχασαν τη δουλειά τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Φυσικά, την ίδια περίοδο έχασε τη θέση του και μεγάλο ποσοστό των ανδρών (11,9%-14%), αν και σε μικρότερο βαθμό από τις γυναίκες. Ωστόσο, η αποκατάσταση των αντρών στον χώρο εργασίας δεν ακολουθεί την θετική πορεία των γυναικών. Ενώ τον Ιανουάριο η συμμετοχή των ανδρών ηλικίας 25-54 ετών στο στο εργατικό δυναμικό, ξεπέρασε το ποσοστό των γυναικών της ίδιας ηλικίας (88,5%), ήταν μικρότερο από τα επίπεδα του Φεβρουαρίου του 2020 όταν είχε διαμορφωθεί στο 89,2%.
Οι μητέρες επιστρέφουν στις δουλειές τους
Αντίστοιχη έρευνα του Center for American Progress (CAP) υπολόγισε ότι 993.000 περισσότερες μητέρες εργάζονταν τον Δεκέμβριο του 2022 σε σχέση με το προηγούμενο έτος, υπογραμμίζοντας τον ρόλο που παίζουν οι γυναίκες που είναι ταυτόχρονα και μητέρες -και μάλιστα με μικρά παιδιά- στον τομέα της εργασίας. Όπως επεσήμαναν οι ερευνητές στην έκθεση τους, η αλλαγή αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην επαναλειτουργία των σχολείων αλλά και της διαθεσιμότητας παιδικών εμβολίων για τον Covid, καθώς το κλείσιμο των σχολείων και των παιδικών σταθμών κατά τη διάρκεια των lockdown ανάγκασαν πολλές γυναίκες να αναλάβουν μεγαλύτερες και περισσότερες οικιακές ευθύνες και ευθύνες φροντίδας.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας ήταν οι αλλαγές στον χώρο της εργασίας με τους εργοδότες που αναζητούν περισσότερους εργαζομένους. Ο αριθμός των θέσεων εργασίας παρέμεινε πολύ πάνω από τα προπανδημικά επίπεδα μέχρι το τέλος του 2022, καθώς τα στοιχεία στις Η.Π.Α. έδειξαν ότι οι εργοδότες θέλουν να καλύψουν περίπου 11 εκατομμύρια θέσεις, αφήνοντας περίπου 1,7 θέσεις εργασίας για κάθε άτομο που κυνηγά για δουλειά. Μάλιστα, από τον περασμένο μήνα, το συνολικό ποσοστό ανεργίας κυμάνθηκε σε 3,4%, σημειώνοντας ιστορικό χαμηλό των τελευταίων 55 ετών.
Διαβάστε ακόμα: Πώς η “Μεγάλη Παραίτηση” φέρνει στο προσκήνιο το μισθολογικό χάσμα των φύλων
Το μισθολογικό χάσμα είναι ακόμα μεγάλο
Αν και σημειώνεται κάποια πρόοδος ως προς την ισότητα των φύλων, το μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών εξακολουθεί να είναι μια πραγματικότητα την οποία οι εταιρείες σε ολόκληρο τον κόσμο αποτυγχάνουν ή αρνούνται να αντιμετωπίσουν. Και η αβεβαιότητα που άφησε πίσω της η πανδημία, σε συνδυασμό με τον αυξανόμενο πληθωρισμό και τις πιέσεις του κόστους ζωής φαίνεται πως έχουν αυξήσει το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των δύο φύλων.
Το θλιβερό γεγονός είναι ότι η ισότητα των αμοιβών μεταξύ των δύο φύλων μπορεί να μην επιτευχθεί παγκοσμίως για άλλα 132 χρόνια, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. Τα στοιχεία, που δημοσιεύθηκαν τον περασμένο Ιούλιο, υποδηλώνουν ότι παγκόσμιες κρίσεις, όπως ο Covid-19 και η αύξηση του κόστους ζωής, έχουν εντείνει τον κίνδυνο “οπισθοδρόμησης” της ισότητας των αμοιβών.
Η φιλανθρωπική οργάνωση για την ισότητα των φύλων, The Fawcett Society, υποστηρίζει ότι εάν το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων κλείσει, περισσότερες από τις μισές γυναίκες (53%) θα χρησιμοποιούσαν τα επιπλέον χρήματα για να ανάβουν συχνότερα τη θέρμανση και τα φώτα στο σπίτι τους, ενώ το 48% πιστεύει ότι θα βελτιωνόταν η ψυχική τους υγεία.
Η έλλειψη ευελιξίας μεταξύ των εργοδοτών έχει επίσης το τίμημά της. Πάνω από το ένα τρίτο (35%) των γυναικών δήλωσαν στη Fawcett Society ότι θέλουν να εργαστούν, αλλά εμποδίζονται από την έλλειψη ευέλικτων επιλογών εργασίας και την έλλειψη οικονομικά προσιτής φροντίδας των παιδιών.
Ως αποτέλεσμα της ανισότητας και του διαρκούς “φρένου” που δέχονται οι γυναίκες, φαίνεται ότι δεν επιθυμούν να ανέλθουν στην ιεραρχία μιας επιχείρησης όσο οι άντρες. Ασφαλώς, αυτό μπορεί να επηρεάσει όλες αυτές τις πρωτοβουλίες που θέλουν να ενθαρρύνουν τις γυναίκες να διεκδικήσουν ηγετικούς ρόλους στη δουλειά τους, και ίσως εξηγεί εν μέρει και γιατί, όπως δείχνουν έρευνες, παρόλο που, τελευταία, έχουν πληθύνει οι γυναίκες ως υψηλόβαθμα στελέχη στις εταιρείες, είναι λίγες όσες καταφέρνουν να φτάσουν σε αυτές τις ηγετικές θέσεις.
Με πληροφορίες από NBC και Marketing Week
Photo: Unsplash
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.