21 Δεκ 2024
READING

Η αθόρυβη εισβολή της “Μεγάλης Πληροφορίας”

5 MIN READ

Η αθόρυβη εισβολή της “Μεγάλης Πληροφορίας”

Η αθόρυβη εισβολή της “Μεγάλης Πληροφορίας”

Οι παραβιάσεις της ιδιωτικής ζωής από το Facebook και την Google είναι γνωστές. Αλλά οι ενέργειες μιας λιγότερο γνωστής εταιρείας, της Relx, επηρεάζουν επίσης την καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Και μπορεί εμείς να μην γνωρίζουμε τη Relx, αλλά εκείνη γνωρίζει τα πάντα για εμάς.

Όταν οι άνθρωποι ανησυχούν για το απόρρητο των δεδομένων τους, συνήθως εστιάζουν στις Big Tech, τις πέντε μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας Google, Apple, Facebook, Amazon και Microsoft. Εξάλλου το 2018 οι Αμερικανοί νομοθέτες έφεραν τον διευθύνοντα σύμβουλο της Meta (τότε Facebook) στο Καπιτώλιο για να καταθέσει σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους η εταιρεία χρησιμοποιεί τα προσωπικά δεδομένα των χρηστών. Ένα χρόνο αργότερα, η Google είχε δεχθεί μήνυση από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου των Η.Π.Α. (FTC), για παραβίαση των νόμων που αποσκοπούν στην προστασία της ιδιωτικής ζωής των παιδιών.

Διαβάστε ακόμα: Η εξατομίκευση και το απόρρητο μπορούν να συνυπάρξουν

Αλλά όταν το Κογκρέσο έφτασε κοντά στην ψήφιση νομοθεσίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων, δεν ήταν οι Big Five που ηγήθηκαν της πιο επείγουσας προσπάθειας για να αποτρέψουν την ψήφιση του νόμου, αλλά μια εταιρεία που ονομάζεται Reed Elsevier LexisNexis (Relx). Πρόκειται για μία βρετανική πολυεθνική εταιρεία πληροφοριών και αναλύσεων με έδρα το Λονδίνο. Οι επιχειρήσεις της παρέχουν επιστημονικές, τεχνικές και ιατρικές και νομικές πληροφορίες και αναλύσεις.

Μαζί με την Thomson Reuters -η οποία παρέχει υπηρεσίες ειδήσεων και εργαλείων πληροφόρησης σε όλο τον κόσμο- οι δύο εταιρείες έχουν συγκεντρώσει χιλιάδες ακαδημαϊκές δημοσιεύσεις και επιχειρηματικά προφίλ, εκατομμύρια φακέλους δεδομένων που περιέχουν προσωπικές πληροφορίες και ολόκληρο το σώμα της αμερικανικής νομοθεσίας. Οι εταιρείες αυτές αποτελούν το αποκορύφωμα του είδους στην ενοποίηση της αγοράς πληροφοριών, που συμβαίνει σε όλους τους κλάδους των μέσων ενημέρωσης, από τη μουσική και τις εφημερίδες, μέχρι τις εκδόσεις βιβλίων.

Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για μια επιχείρηση δεδομένων και πληροφοριών δισεκατομμυρίων δολαρίων -μόνο ένα από τα εμπορικά σήματα της Relx έχει περιθώρια κέρδους που ανταγωνίζονται την Apple, την Google και το Amazon-, η Relx δεν λαμβάνει το ίδιο επίπεδο δημόσιου ελέγχου με αυτές τις εταιρείες. Είναι πιθανότατα πιο εύκολο για τους περισσότερους από εμάς να αγνοήσουμε τη Relx και τους ομολόγους της στον κλάδο, απ’ ό,τι είναι να αγνοήσουμε τα social media και τις πλατφόρμες ηλεκτρονικών αγορών που χρησιμοποιούμε καθημερινά.

Η χρήση των προϊόντων της Relx για την παρακολούθηση δεδομένων είναι προβληματική, επειδή η εταιρεία διοχετεύει έναν κατακλυσμό αφιλτράριστων, μη ελεγχόμενων δεδομένων μέσω αλγορίθμων μεροληπτικής επεξεργασίας δεδομένων. Ο συνδυασμός αυτών των δεδομένων και αλγορίθμων οδηγεί σε κυβερνητικά συστήματα που ενσωματώνουν ιστορικά ρατσιστικές, ξενοφοβικές πρακτικές και αποτελέσματα αστυνόμευσης σε μια δυστοπία ψηφιακής αστυνόμευσης.

Οι εταιρείες μπορούν να κάνουν διπλή χρήση των δεδομένων τους, πουλώντας ακατέργαστα δεδομένα, αλλά και δομημένες πληροφορίες που έχουν παραχθεί από αυτά. Για παράδειγμα, η Elsevier της Relx πουλάει άρθρα ακαδημαϊκών περιοδικών και δημιουργεί επίσης προϊόντα ερευνητικών “μετρήσεων” με δεδομένα που συλλέγει παρακολουθώντας τις δραστηριότητες και τις συνεργασίες των συγγραφέων της, καθώς και ποιος έχει πρόσβαση στα άρθρα και τι κάνει με αυτά. Αυτά τα προϊόντα μετρήσεων προβλέπουν ποιοι ερευνητές και ποια ερευνητικά έργα θα έχουν τον μεγαλύτερο “αντίκτυπο”. Τέτοιες κατατάξεις βοηθούν τους χρηματοδότες επιχορηγήσεων να μοιράζουν τα χρήματα και τα ιδρύματα να αποφασίζουν ποιες προσλήψεις θα τα κάνουν να φαίνονται πιο διάσημα.

Στο άλλο άκρο του ενημερωτικού φάσματος, εταιρείες όπως η Relx μάς εμποδίζουν να δούμε κρίσιμες σημαντικές πληροφορίες που υποτίθεται ότι είναι δημόσιες. Οι εταιρείες ιδιωτικοποιούν την έρευνα που χρηματοδοτείται από τους φορολογούμενους, αναγκάζοντας το κοινό να πληρώσει για να δει πραγματικά δεδομένα σχετικά με πιεστικά προβλήματα όπως η κλιματική αλλαγή και η πανδημία. Αυτό το “φρένο” στην πρόσβαση στις έρευνες δημιουργεί ένα πληροφοριακό κενό που το κοινό γεμίζει με παραπληροφόρηση, ακόμα και με θεωρίες συνωμοσίας.

Διαβάστε ακόμα: Συνδυάζεται η προστασία της ιδιωτικής ζωής με τη στοχευμένη διαφήμιση;

Οι περισσότερες εταιρείες πληροφοριών ειδικεύονται σε ένα συγκεκριμένο είδος πληροφοριών. Για παράδειγμα, η Oracle και η Equifax είναι μεγάλοι μεσίτες δεδομένων, αλλά δεν λειτουργούν παράλληλα ως πλατφόρμες νομικών πληροφοριών. Το Bloomberg είναι ένας ισχυρός πάροχος χρηματοοικονομικών πληροφοριών, αλλά δεν ελέγχει την πρόσβαση σε ακαδημαϊκά περιοδικά. Το CNN αποτελεί μια σημαντική πηγή ειδήσεων, αλλά δεν πουλάει και φακέλους προσωπικών δεδομένων.

Σε αντίθεση με αυτούς τους εξειδικευμένους παρόχους πληροφοριών, η Relx και η Thomson Reuters δεν επικεντρώνονται σε έναν τομέα πληροφοριών. Κάθε αγορά στην οποία κυριαρχούν οι εταιρείες είναι τεράστια από μόνη της. Συνδυαστικά, οι αγορές περιλαμβάνουν μεγάλο μέρος των πληροφοριών που χρειάζονται οι άνθρωποι για να λάβουν κρίσιμες νομικές, οικονομικές και επιστημονικές αποφάσεις.

Πώς μπορεί να σταματήσει όλο αυτό; Δυστυχώς, δεν υπάρχει μια μοναδική, μαγική λύση για να διασφαλιστεί ότι οι εκτεταμένες εταιρείες ανάλυσης δεδομένων θα παρέχουν πρόσβαση σε κρίσιμες δημόσιες πληροφορίες και θα μεταχειρίζονται σωστά τα προσωπικά μας δεδομένα. Χρειάζεται να θεσπιστούν νόμοι για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων που θα απαιτούν από τις εταιρείες να λειτουργούν με μεγαλύτερη διαφάνεια σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τα συλλέγουν και τα χρησιμοποιούν. Όπως και να είναι υπόλογες γι’ αυτά.

Με πληροφορίες από Wired

Photo: Unsplash

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.