Τα έντονα υψηλότερα επιτόκια, ο αυξανόμενος πληθωρισμός και μια παρατεταμένη ενεργειακή κρίση οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η παγκόσμια οικονομία οδεύει προς την ύφεση. Ενώ εκατομμύρια άνθρωποι ανησυχούν αν θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν οικονομικά φέτος, άλλοι ταξιδεύουν σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα για να αγοράσουν τσάντες Hermes αξίας 10.000 δολαρίων. Μήπως, τελικά η παρούσα οικονομική κατάσταση κάνει την ευρωπαϊκή ήπειρο τη Μέκκα των luxury καταστημάτων;
Ο παγκόσμιος φόβος της ύφεσης σε συνδυασμό με την εγγύτητα της Ευρώπης στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο και η ιστορική της εξάρτηση από τη Ρωσία για την κάλυψη των ενεργειακών της αναγκών έχει καταστήσει τις οικονομίες πολλών ευρωπαϊκών χωρών πιο ευάλωτες. Φυσικά, υπό αυτές τις συνθήκες επηρεάζεται έντονα και το εμπόριο. Χαρακτηριστικά, η Γερμανία ανέφερε ένα σπάνιο μηνιαίο εμπορικό έλλειμα, σημάδι ότι οι υψηλές τιμές ενέργειας επιβαρύνουν τους κατασκευαστές στην εξαγωγική δύναμη της Ευρώπης.
Η Ευρώπη είναι επίσης πίσω από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσον αφορά την αύξηση των επιτοκίων, αν και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένει να ανοίξει τον κύκλο αυτόν τον μήνα. Αυτό σημαίνει ότι οι επενδυτές είναι πιο πιθανό να επενδύσουν τα χρήματά τους στην αμερικανική αγορά, αφού εκεί μπορούν να έχουν καλύτερες αποδόσεις.
Διαβάστε επίσης: H ευρωπαϊκή συμμαχία για την προσέλκυση των «τουριστών πολυτελείας»
Αυτή η κατάσταση κάνει τους Ευρωπαίους καταναλωτές να προετοιμάζονται για ταχεία επιδείνωση της οικονομίας αυτόν τον χειμώνα και την άνοιξη. Στη Βρετανία, για παράδειγμα, το ανώτατο όριο τιμών στους οικιακούς λογαριασμούς ενέργειας εκτινάχθηκε, ενώ το κόστος των τροφίμων έχει αυξηθεί κατά 10% από έτος σε έτος. Αυτό βυθίζει εκατοντάδες χιλιάδες Βρετανούς σε οικονομικό κίνδυνο, ανίκανοι να ξοδέψουν για οτιδήποτε άλλο εκτός από τα απολύτως βασικά. Παρόμοια κατάσταση παρατηρείται και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Μπορεί οι Ευρωπαίοι να περνούν δύσκολα, όμως οι συνθήκες είναι ιδανικές για τους Αμερικανούς, οι οποίοι εκμεταλλεύονται το αδύναμο ευρώ και την στερλίνα για να κάνουν διακοπές και αγορές πολυτελείας στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Πράγματι, το ισχυρό δολάριο σημαίνει ότι η Ευρώπη είναι το καλύτερο μέρος για αγορά προϊόντων πολυτελείας, καθώς οι ίσες στρατηγικές τιμολόγησης στις παγκόσμιες αγορές έχει αποδειχθεί ότι δεν λειτουργούν μετά την πανδημία, μαζί με τις τρέχουσες διακυμάνσεις του νομίσματος. Τα στοιχεία από την έρευνα της Planet, η οποία ανέλυσε δεδομένα επιστροφής Φ.Π.Α., δείχνει τις ευρωπαϊκές τιμές στον μέσο όρο των προϊόντων πολυτελείας περίπου 38% λιγότερο από ό,τι στις Η.Π.Α.
Ήδη από τον καλοκαίρι, σύμφωνα με μια μελέτη της MMGY Travel Intelligence, το 61% των Αμερικανών ταξιδιωτών επέλεξαν να επισκεφθούν την Ευρώπη, συγκεκριμένα την Ιταλία, την Ισπανία, τη Γαλλία και την Ελλάδα. Μάλιστα, ο ιδιοκτήτης της British Airways IAG ανέφερε ότι τα κέρδη της εταιρείας αυξήθηκαν για πρώτη φορά μετά την πανδημία, επισημαίνοντας ότι οι περισσότερες πτήσεις μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου είχαν προορισμό την Ευρώπη. Συνολικά, το ισχυρό δολάριο έναντι του ευρώ συνέβαλε στην τετραπλάσια αύξηση των τουριστικών δαπανών στην Ευρώπη τον Ιούνιο σε σύγκριση με πέρυσι, με επιτάχυνση των δαπανών από Αμερικανούς, ανέφεραν αναλυτές της UBS.
Αντίστοιχη έρευνα του τραπεζικού οργανισμού Barclays ανέφερε ότι ο ευρωπαϊκός κλάδος ειδών πολυτελείας βγήκε ιδιαίτερα κερδισμένος. Συγκεκριμένα, οι Αμερικανοί τουρίστες ξοδεύουν 80% περισσότερο σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2019 στο Μιλάνο και στο Παρίσι, τις δύο πρωτεύουσες της μόδας και της πολυτέλειας στην Ευρώπη.
Διαβάστε επίσης: Oι Αμερικανοί τουρίστες εκμεταλλεύονται την πτώση του ευρώ για πολυτελείς αγορές
Την ίδια στιγμή, τα luxury brands αποφάσισαν να ακολουθήσουν πρακτική pricing power, δηλαδή την εν γένει στρατηγική και πρακτική μιας εταιρείας να αυξήσει τις τιμές της σε περιόδους οικονομικής κρίσης και αβεβαιότητας. Διακεκριμένοι οίκοι μόδας, συμπεριλαμβανομένων των Hermès, Balenciaga και Chanel, που έχουν αυξήσει τις τιμές από την έναρξη της πανδημίας για να προστατεύσουν τα περιθώρια κέρδους από τον πληθωρισμό. Η Dior, επίσης, έχει εφαρμόσει αυξήσεις τιμών για τις τσάντες της, ενώ η αύξηση των τιμών είναι ιδιαίτερα αισθητή στην Κίνα. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Louis Vuitton, όπου η εμβληματική της τσάντα Boétie MM πωλείται στα 1.700 ευρώ στην Ευρώπη και στα 2.240 δολάρια στις Η.Π.Α., μια διαφορά περίπου 30%.
Παρόλα αυτά, οι πωλήσεις τους δεν μειώθηκαν. Χαρακτηριστικά, ο οίκος Hermès παρουσίασε τριμηνιαίο κέρδος ρεκόρ, καθώς οι πωλήσεις αυξήθηκαν και μάλιστα απότομα στην Ευρώπη. Μάλιστα, ο πρόεδρός του, Axel Dumas, ανέφερε ότι δεν είδε σημάδια επιβράδυνσης των πωλήσεων σε καμία περιοχή, παρόλο που η εταιρεία αύξησε τις τιμές κατά 4% φέτος. Επίσης, η Prada κατάφερε να αυξήσει τις πωλήσεις της στην Ευρώπη κατά 89% το πρώτο εξάμηνο του 2022. Και ο γαλλικός όμιλος ενδυμάτων Moncler κατέγραψε άνοδο στις πωλήσεις του κατά 42%.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι πελάτες των ειδών πολυτελείας είναι ευκατάστατοι και προέρχονται κατά κύριο λόγο από τις Η.Π.Α. Σύμφωνα με τις έρευνες, αυτοί οι καταναλωτές είναι λιγότερο ευάλωτοι στον πληθωρισμό, τον κίνδυνο ύφεσης ή τους φόβους για τη δουλειά τους. Εξακολουθούν να επιδίδονται σε αγορές πολυτελών ειδών, με αποτέλεσμα την ευημερία των luxury brands που βλέπουν τον πυρήνα των πωλήσεών τους να μετατοπίζεται στον ευρωπαϊκό χώρο.
Με πληροφορίες από Fashion United | Business of Fashion
Photo: Unsplash
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.