Ύστερα από πολυετείς αυξομειώσεις καταστημάτων και εσόδων, η γαλλική πολυεθνική εταιρεία λιανικής προϊόντων ομορφιάς Sephora κάνει τη δική της ολική επαναφορά, προσπαθώντας να επιβιώσει και να αναπτυχθεί περισσότερο σε μια ανταγωνιστική αγορά με πολλές προκλήσεις.
Ξεκινώντας στη Γαλλία το 1970, η αλυσίδα καταστημάτων Sephora από το 1997 έγινε μέρος του Moët Hennessy Louis Vuitton Group (LVMH Group), του μεγαλύτερου ομίλου πολυτελείας στον κόσμο. Με παράδοση τουλάχιστον 45 ετών στην αγορά, η Sephora προσφέρει έναν μοναδικό χώρο αφιερωμένο στην ομορφιά, το μέρος όπου οι καταναλωτές θα βρουν την μεγαλύτερη ποικιλία μαρκών, από τις κλασικές και επιλεκτικές, έως τις πιο διάσημες και αποκλειστικές. Σήμερα, η Sephora διαθέτει περισσότερα από 600 καταστήματα στην Ευρώπη και περίπου 1.900 καταστήματα διεθνώς σε 29 χώρες σε όλο τον κόσμο.
Από την περίοδο της πανδημίας και ύστερα, η στρατηγική της εταιρείας άλλαξε, προσπαθώντας να προσαρμοστεί στις καινούριες συνθήκες. Έτσι, η νούμερο ένα αλλαγή που έκανε, στην οποία επενδύει μέχρι και σήμερα, είναι η επέκταση των φυσικών καταστημάτων σε συνδυασμό με την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού καταστήματος. Συγκεκριμένα, το 2021 πραγματοποίησε την μεγαλύτερη επέκτασή της στη Βόρεια Αμερική προχωρώντας στο άνοιγμα 60 ανεξάρτητων καταστημάτων Sephora και 200 in-store σημείων στα πολυκαταστήματα Kohl’s. Μάλιστα, κατά την διάρκεια του 2020 η εταιρεία είχε προγραμματίσει να ανοίξει 100 ανεξάρτητα καταστήματα στη Βόρεια Αμερική. Ως αποτέλεσμα, μετά την άρση των περιορισμών της πανδημίας και αφού είχε ανοίξει τα νέα καταστήματα, η κίνηση των καταστημάτων της στις Η.Π.Α. αυξήθηκε κατά 33,3% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2019, με ορισμένα να έχουν σημειώσει αύξηση 45,5%, σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του 2020, σύμφωνα με εκτιμήσεις της εταιρείας ερευνών Placer.ai.
Πλέον η Sephora έχει σκοπό να επεκταθεί περισσότερο στις αγορές της Βρετανίας, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. Μάλιστα, παλαιότερα η εταιρεία διέθετε το δικό της δίκτυο καταστημάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα οποία αναγκάστηκε να κλείσει λόγω ανεπαρκών εσόδων. Ωστόσο, τον Οκτώβρη, απέκτησε το beauty e-tailer Feelunique που μετονομάστηκε σε Sephora αποκτώντας τις χαρακτηριστικές ασπρόμαυρες ρίγες. Η Sephora κυκλοφόρησε επίσης την εφαρμογή της στη Βρετανία, ενώ τα φυσικά της καταστήματα αναμένονται να ανοίξουν το 2023.
Ωστόσο, αυτή η επιστροφή πραγματοποιείται σε μία κρίσιμη εποχή για τη γαλλική αλυσίδα, καθώς ο ανταγωνισμός αυξάνεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Όσον αφορά τα φυσικά καταστήματα, προϊόντα όλων των κατηγοριών μπορούν να βρεθούν πλέον τόσο σε καταστήματα λιανικής όσο και σε φαρμακεία. Αντίστοιχα, στις ηλεκτρονικές πωλήσεις, η Sephora είναι πλέον αντιμέτωπη μεταξύ άλλων και με το Amazon, το οποίο επιδιώκει συνεργασίες με επιλεγμένα brands, τα οποία, πέρα από το γεγονός ότι μπορούν να επωφεληθούν από τα προνόμια που τους προσφέρει η εταιρεία, θέλουν να αντιμετωπίσουν με αυτόν τον τρόπο το φαινόμενο των μη επίσημων πωλητών, που μεταπωλούν στην πλατφόρμα τα προϊόντα τους.
Διαβάστε ακόμα: H Sephora δοκιμάζει χρήση Τεχνητής Νοημοσύνης για τοποθέτηση προϊόντων
Υπάρχουν δύο διαφορετικά προγράμματα που προσφέρει το Amazon στα brands ομορφιάς, το Premium, που έχει λανσάρει από το 2013, και το Indie, που εισήγαγε το 2018. Αυτά τα προγράμματα κατά βάση εξασφαλίζουν στις εταιρείες καλλυντικών ότι πωλούνται σε μια κατηγορία της πλατφόρμας όπου δεν υπάρχουν πωλητές τρίτων, ενώ προσφέρονται και διάφορα προνόμια και προωθητικές ενέργειες που αποδεδειγμένα αυξάνουν τις πωλήσεις τους, σύμφωνα με τα στοιχεία των ίδιων των brands. Από τη μεριά του, το Amazon καταφέρνει έτσι να εμπλουτίσει την γκάμα των προϊόντων ομορφιάς που πουλάει στον ιστότοπό του και, μάλιστα, δείχνει ότι το ενδιαφέρον του στρέφεται ακριβώς στα brands που πωλούνται στη Sephora, του ομίλου LVMH, και την αμερικανική Ulta Beauty.
Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί οποιαδήποτε εταιρεία να εξασφαλίσει μια τέτοια συνεργασία με το Amazon. Μάρκες ομορφιάς που διαθέτουν τα προϊόντα τους σε μεγάλα σούπερ μάρκετ αποκλείονται και η έμφαση δίνεται σε εταιρείες που διανέμονται από εξειδικευμένους retailers προϊόντων ομορφιάς. Η επιλογή λοιπόν από το Amazon δε γίνεται με βάση την τιμή, αλλά με κριτήριο την ήδη εδραιωμένη διανομή από μεγάλους retailers. Ουσιαστικά στοχεύοντας ακριβώς στο μερίδιο αγοράς της Sephora.
To πόσο δελεαστικά είναι αυτά που προσφέρει, αποδεικνύουν περιπτώσεις brands που είχαν αποκλειστική συμφωνία με τη γαλλική αλυσίδα, και τελικά αποφάσισαν να συνεργαστούν και με το Amazon. Τέτοια είναι η περίπτωση της εταιρείας προϊόντων περιποίησης της επιδερμίδας Peace Out, που κράτησε μόνο δύο κωδικούς της αποκλειστικά για τη Sephora, στους κόλπους της οποίας μάλιστα το brand γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη.
Και η ίδια η Sephora όμως “ποντάρει” στην αποκλειστικότητα των προϊόντων. Για το λόγο αυτό συνάπτει περισσότερες συμφωνίες με διαφορετικά brand, μεγαλύτερα και μικρότερα, προσφέροντας στους καταναλωτές της περισσότερες επιλογές. Μάλιστα, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην εύρεση μικρών επιχειρήσεων, επιτρέποντας τες να χρησιμοποιούν την ίδια ως αφετηρία για την έναρξη της ανάπτυξής τους. Αυτές οι νέες μάρκες αναμένεται συχνά να προσφέρουν αποκλειστικότητα και κέρδη στον πωλητή λιανικής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Huda Beauty, η οποία κυκλοφόρησε με μια απλή επιλογή ψεύτικων βλεφαρίδων στο κατάστημα Sephora’s Dubai και έκτοτε έχει γίνει μια επιχείρηση δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Διαβάστε επίσης: Sephora | Η στρατηγική τους σχετικά με το black beauty
Η εφαρμογή αποτελεί το “σούπερ όπλο της Sephora, αναβαθμίζοντάς την συστηματικά ώστε να προσφέρει μια απρόσκοπτη εμπειρία στους πελάτες της, με έμφαση σε όσους πραγματοποιούν μια αγορά online, αλλά θέλουν να την παραλάβουν οι ίδιοι από το φυσικό κατάστημα. Σκοπός άλλωστε της εταιρείας είναι να εξελιχθεί στον μεγαλύτερο online retailer καλλυντικών του κόσμου.
Ωστόσο, οι αγορές μέσων κοινωνικής δικτύωσης, μέσω φιλοξενούμενων ζωντανών ροών, συνδέσμων συνεργατών ή περιεχομένου χορηγίας, είναι μια επιλογή που η εταιρεία σκέφτεται όλο και περισσότερο. Ενώ οι αγορές σε ζωντανή ροή δεν έχουν ακόμη αποκτήσει την ίδια δημοτικότητα στη Δύση όπως στην Ασία, η ίδια το βλέπει ως μια αξιοσημείωτη ευκαιρία. Μόνο στην Κίνα, το κοινωνικό εμπόριο αποτελεί κατ’ εκτίμηση το 11,6% των πωλήσεων ηλεκτρονικού εμπορίου, συνολικού ύψους περίπου 186 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που υποστηρίζονται από εφαρμογές όπως το Taobao και το Wechat. Η Βραζιλία και η Ινδία αναμένεται να αναπτυχθούν γρήγορα στον χώρο του κοινωνικού εμπορίου. Το παγκόσμιο κοινωνικό εμπόριο θα ανέρχεται σε 1,2 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2025, σύμφωνα με έρευνα της Accenture.
Ωστόσο, όπως, όλοι οι κλάδοι λιανικής έτσι και η Sephora αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις με εμπόδια logistics που προκαλούνται από μια συμπιεσμένη εφοδιαστική αλυσίδα, ελλείψεις που συνδέονται με τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο και ελλείψεις προσωπικού που επιδεινώθηκαν από την περίφημη “Μεγάλη Παραίτηση”.
Στο πλαίσιο αυτό, η Sephora πούλησε πρόσφατα το ρωσικό παράρτημά της στον τοπικό πρότερο γενικό διευθυντή του και έτσι τα 88 μέχρι πρότινος καταστήματά της στη Ρωσία άνοιξαν ξανά με το όνομα “Ile de Beauté”. Παράλληλα, φημολογείται ότι η εταιρεία βρίσκεται σε συνομιλίες με τον ινδικό όμιλο Reliance Retail, για τα δικαιώματα της Sephora στην Ινδία.
Παρά τον έντονο ανταγωνισμό που δημιουργεί η ανάπτυξη του Amazon στον συγκεκριμένο τομέα, η Sephora εξακολουθεί να αναπτύσσεται και να κερδίζει το κοινό της. Ο λόγος είναι απλός: σκοπός της Sephora είναι να παρέχει στους πελάτες της μία μοναδική και απολαυστική εμπειρία αγοράς, η οποία να μοιάζει με ξέγνοιαστο και διασκεδαστικό παιχνίδι.
Με πληροφορίες από Vogue Business | Business of Fashion | Glamour UK
Photo: Sephora
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.