Λίγο πριν την Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (COP27), μια νέα συγκλονιστική έκθεση του Stand.earth αποκαλύπτει ότι η βιομηχανία της μόδας δεν ακολουθεί τους στόχους της για μείωση των εκπομπών έως το 2030. Αντιθέτως, φαίνεται πως ευθύνεται για περίπου το 5-8% των ετήσιων εκπομπών, με ορισμένες χώρες που έχουν υπογράψει τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα να αποτυγχάνουν παταγωδώς να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους για την προστασία του περιβάλλοντος.
Η βιομηχανία της μόδας είναι ίσως ένας από τους πιο ρυπογόνους κλάδους, καθώς είναι υπεύθυνη για ένα μεγάλο ποσοστό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Επιπλέον, το 85% του συνόλου των υφασμάτων καταλήγει κάθε χρόνο στα σκουπίδια, ενισχύοντας περαιτέρω τις αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις της. Υπολογίζεται, μάλιστα, ότι εάν συνεχιστεί η παρούσα κατάσταση θα είναι υπεύθυνη για την αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2 βαθμούς έως το 2050.
Στο πλαίσιο αυτό, κοινωνικοί παράγοντες και οργανισμοί αντιλαμβανόμενοι το μέγεθος και την κρισιμότητα του προβλήματος λαμβάνουν δράση. Φυσικά ένας από αυτούς είναι ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος διοργανώνει τη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (COP). Το COP αντιπροσωπεύει τη διάσκεψη των Μερών της Σύμβασης Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών του 1992 για την Κλιματική Αλλαγή, η οποία έθεσε το έδαφος για κάθε διεθνή συνεργασία για το κλίμα. Είναι, επίσης, το κορυφαίο όργανο λήψης αποφάσεων για την εφαρμογή της Σύμβασης και των μέσων παρακολούθησης όπως η Συμφωνία του Παρισιού του 2015. Συνεδριάζει μία φορά το χρόνο, εξετάζει τις εθνικές εκθέσεις σχετικά με τη μείωση των εκπομπών και επερχόμενα μέτρα για το κλίμα.
Διαβάστε επίσης: Greenwashing: οι προσπάθειες της μόδας να εξιλεωθεί μέσω των influencers
Στη διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε το 2021, τα περισσότερα brands αύξησαν τη δέσμευσή τους σύμφωνα με τις υποδείξεις του ΟΗΕ, υποσχόμενες να μειώσουν στο μισό τις εκπομπές τους έως το 2030. Ωστόσο, παρά κάποιες μικρές ενδείξεις προόδου, οι περισσότερες όχι απλώς απέτυχαν, αλλά στην πραγματικότητα έναν χρόνο αργότερα δυσχέραιναν την κατάσταση, όπως αποκάλυψε ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός Stand.earth στην Έκθεση Εκπομπών της Εφοδιαστικής Αλυσίδας Μόδας 2022.
Συγκεκριμένα, στην έκθεση-καταπέλτη ο Stand.earth έβαλε στο στόχαστρο και αξιολόγησε δέκα εταιρείες μόδας, συμπεριλαμβανομένων των American Eagle Outfitters, Fast Retailing, Gap Inc., H&M, Inditex, Kering, Lululemon, Levi Strauss & Co., Nike και VF Corp.. Από τις δέκα, μόνο η Levi’s φαίνεται να τηρεί μία στάση φιλικότερη στο περιβάλλον, μειώνοντας τους ρύπους της εφοδιαστικής της αλυσίδας κατά 55% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2018. Στο αντίθετο άκρο βρίσκεται η καναδική εταιρεία αθλητικών ενδυμάτων Lululemon, η οποία αύξησε τις εκπομπές της κατά 60% μέσα σε έναν μόλις χρόνο.
Συνολικά, όμως, τα brands μόδας εξακολουθούν να μην συμμορφώνονται ως προς τις υποδείξεις των πρακτικών για την προστασία του περιβάλλοντος. Μάλιστα, οι περισσότερες όχι μόνο βλάπτουν το περιβάλλον αλλά δεν προσπαθούν καν να περιορίσουν την καταστροφή που προκαλούν, οξύνοντας το πρόβλημα. Για παράδειγμα, για δύο από τις μάρκες που ερευνήθηκαν, τη Nike και την Inditex, οι μελετητές της έκθεσης ανέφεραν ότι μόνο κατά την παραγωγή των προϊόντων τους απελευθερώθηκαν στο περιβάλλον σχεδόν 10 εκατομμύρια τόνοι CO2. Για να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος της καταστροφής, αρκεί να σκεφτούμε ότι τόσο παράγουν 2 εκατομμύρια αυτοκίνητα που κινούνται στους δρόμους.
Αυτό που υπογραμμίζεται στην έκθεση είναι ότι τα brands κάνουν συνεχή πισωγυρίσματα. Συγκεκριμένα, το 2020 η κατάσταση φαινόταν να βελτιώνεται, καθώς οι εταιρείες είχαν μειώσει τους ρύπους τους. Όμως, οι εκπομπές της εφοδιαστικής αλυσίδας των επιχειρήσεων αυτών αυξήθηκαν ξανά το 2021. Ενώ η σύσκεψη το Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή του 2021 οδήγησε σε μερικές ενδιαφέρουσες συζητήσεις σχετικά με τις ψηφιακές ετικέτες που παρακολουθούν το ιστορικό παραγωγής ενός ενδύματος και περιορίζουν την υπερβολική παραγωγή, οι περισσότεροι όμιλοι μόδας το 2022 λειτουργούσαν με μια στάση που μόνο φιλική προς το περιβάλλον δεν ήταν.
Διαβάστε επίσης: Έρευνα: Οι καταναλωτές δεν πρόκειται να σταματήσουν να αγοράζουν fast fashion
Για παράδειγμα, η Lululemon, στην περίληψη των επιπτώσεων της βιωσιμότητας για το 2021 πέτυχε τον επιστημονικό στόχο της να επιτύχει απόλυτη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου (GHG) κατά 60% σε όλες τις ιδιόκτητες και λειτουργούσες εγκαταστάσεις. Ωστόσο, παρέλειψε να αναφέρει ότι η πλειονότητα των εργοστασίων της εξακολουθούν να εξαρτώνται από άνθρακα και άλλα ορυκτά καύσιμα και η εταιρεία δεν έχει ακόμη δεσμευτεί για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως ο όμιλος H&M, ο οποίος έχει επισημάνει ότι θα καταργήσει σταδιακά τον άνθρακα έως το 2025 και τη μετάβαση της εφοδιαστικής αλυσίδας της σε 100% ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές έως το 2030.
Η μετάβαση σε μια φιλική προς το περιβάλλον βιομηχανία της μόδας θα απαιτούσε από τις ηγέτιδες δυνάμεις της τη χάραξη μιας νέας πολιτικής. Εξάλλου οι καταναλωτές αρχίζουν να δείχνουν την προτίμησή τους σε fashion brands που ελαχιστοποιούν το αρνητικό αποτύπωμά τους στο περιβάλλον χωρίς να παραβιάζουν τα δικαιώματα των ανθρώπων που εργάζονται γι’ αυτές.
Σε πρώτο στάδιο η βιομηχανία της μόδας αναμένεται να υιοθετήσει μέτρα διαφάνειας, καθώς οι τρέχουσες ετήσιες εκθέσεις και οι ενημερώσεις βιωσιμότητας είναι αδιαφανείς. Στον τελικό στόχο της βιωσιμότητας, βασικό ρόλο θα παίξει η παροχή μετρήσιμων δεδομένων που να ενημερώνουν εάν οι εταιρείες βρίσκονται σε καλό δρόμο για την επίτευξη των στόχων τους, μειώνοντας και τερματίζοντας την εξάρτησή τους από τα ορυκτά καύσιμα.
Με πληροφορίες από Fast Company | Ο.Η.Ε.
Photo: Unsplash
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.