Από την επιτήρηση στους ορόφους των καταστημάτων μέχρι την παρακολούθηση στα τηλεφωνικά κέντρα, ορισμένοι εργοδότες βασίζονται εδώ και καιρό στην τεχνολογία για να παρακολουθούν τους εργαζομένους – είτε για λόγους ασφαλείας είτε για να ελέγχουν τη απόδοσή τους. Παρά τις αρχικές αντιρρήσεις των εργαζομένων, πλέον τα συστήματα αυτά έχουν γίνει το “αγαπημένο” εργαλείο για τη συλλογή δεδομένων του HR.
Η τεχνολογική ανάπτυξη έχει συμβάλλει στους τρόπους με τους οποίους οι εργοδότες μπορούν να επιτηρούν τους εργαζομένους τους. Συγκεκριμένα, πολλές εταιρείες χρησιμοποιούν λογισμικό παρακολούθησης, εγκατεστημένο στους υπολογιστές εργασίας, με ή χωρίς τη γνώση των εργαζομένων. Υπάρχει, για παράδειγμα, το λογισμικό “Bossware”, που μπορεί να καταγράφει τα προγράμματα περιήγησης, να τραβάει στιγμιότυπα οθόνης και να ενεργοποιεί κρυφά τις κάμερες ιστού των υπαλλήλων, ακόμα και όταν εργάζονται από το σπίτι.
Η ανάπτυξη τέτοιων λογισμικών δεν ήταν άγνωστη στις εταιρείες, όμως η πανδημία και η εφαρμογή της εξ αποστάσεως εργασίας συνέβαλαν στην αύξηση της χρήσης τους. Σύμφωνα με την έρευνα της Gartner, περίπου το 30% των μεσαίων και μεγάλων εταιρειών στις Η.Π.Α. διέθεταν συστήματα παρακολούθησης πριν από την πανδημία. Ωστόσο, ο αριθμός των μεσαίων έως μεγάλων εργοδοτών που χρησιμοποιούν εργαλεία παρακολούθησης έχει ανέλθει σήμερα στο 60% από τον Μάρτιο του 2020.
Διαβάστε επίσης: Έρευνα | τι ακριβώς θέλουν οι εργαζόμενοι από έναν εργοδότη
Οι εργαζόμενοι δεν υπήρξαν ενθουσιασμένοι με την ιδέα της επιτήρησης κατά το διάστημα αυτό. Από δείγμα 2.000 απομακρυσμένων και υβριδικών υπαλλήλων στην αμερικανική αγορά εργασίας, το 59% ανέφερε ότι αισθανόταν άγχος για τον εργοδότη τους που ερευνά τη διαδικτυακή τους δραστηριότητα. Μεγάλο μέρος τους αναρωτιόταν, επίσης, αν τους παρακολουθούν και αισθάνονταν πίεση να εργαστούν περισσότερες ώρες και ότι πρέπει να κάνουν λιγότερα διαλείμματα κατά τη διάρκεια της ημέρας. Μάλιστα, οι μισοί είπαν ότι η παρακολούθηση κλόνιζε την εμπιστοσύνη τους απέναντι στην εργοδότρια εταιρεία.
Ωστόσο, φτάνοντας στο τέλος της πανδημίας και ενώ πολλοί εργαζόμενοι έχουν γυρίσει πλέον στα γραφεία, τα λογισμικά αυτά εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται. Και αυτή τη φορά με τις ευλογίες των εργαζόμενων.
Έρευνα της Profusion που δημοσιεύθηκε στα τέλη Αυγούστου έδειξε ότι το 61% των Βρετανών αισθάνεται άνετα με την πρακτική των εργοδοτών τους να τους παρακολουθούν. Ο μόνος όρος που θέτουν είναι να μπορούν και οι ίδιοι να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που συλλέγονται, διότι φοβούνται ότι θα γίνονται διακρίσεις και ότι κινδυνεύει η ασφάλεια του απόρρητου των πληροφοριών τους. Επιπλέον, θεωρούν ότι τα συστήματα παρακολούθησης θα μπορούσαν να αμβλύνουν το ανταγωνιστικό περιβάλλον που υπάρχει στους χώρους εργασίας και να οδηγήσει σε δικαιότερη λήψη αποφάσεων.
Πράγματι, η παρακολούθηση των εργαζόμενων δεν σημαίνει ότι απαραίτητα οι εργοδότες δεν εμπιστεύονται τους εργαζόμενους τους. Τέτοιου είδους προγράμματα συγκεντρώνουν δεδομένα που μπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση, τη συνεργασία, τη δέσμευση, τις συνδέσεις ή τη διαχείριση χρόνου και την παραγωγικότητα.
Η συλλογή δεδομένων είναι ουσιαστικά η ίδια, αφού εξακολουθεί να “σαρώνει” κάθε ενέργεια του εργαζόμενου, αυτή τη φορά όμως για να καταλήξει σε χρήσιμες διαπιστώσεις και συμπεράσματα. Από την πληκτρολόγηση μέχρι τις εκφράσεις προσώπου, οι εταιρείες προσπαθούν να ερμηνεύσουν καθετί, μόνο από τη σκοπιά του αν κάποιος εργάζεται υπερβολικά και υπάρχει κίνδυνος burnout. Επίσης, αυτά τα στοιχεία μπορούν να αξιοποιηθούν από το τμήμα HR για την επίλυση ζητημάτων σε όλα τα επίπεδα του εργατικού δυναμικού. Για παράδειγμα, τα δεδομένα παρακολούθησης μπορεί να δείχνουν ότι ένας διευθυντής δεν έχει επικοινωνήσει με κάποιον για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σε αυτήν την περίπτωση, το HR με τη βοήθεια των εν λόγω προγραμματάων μπορεί να εντοπίσει το πρόβλημα και να εργαστεί για την επίλυσή του.
Διαβάστε επίσης: Έρευνα | Οι υπάλληλοι που νιώθουν ότι δεν τους ακούν, παραιτούνται
Παραδείγματα υπάρχουν πολλά για το πώς το λογισμικό διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στη βελτίωση της εργασιακής εμπειρίας του προσωπικού βελτιώνοντας την απόδοση και την παραγωγικότητα του. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της εταιρείας Groupon η οποία είδε μεγάλη αλλαγή στην εταιρική της κουλτούρα και στην απόδοσή της από το 2021 όταν άρχισε να αξιοποιεί τα δεδομένα παρακολούθησης για την λήψη αποφάσεων της, χαράζοντας βάσει αυτών μία νέα εταιρική πολιτική που να βασίζεται στην ποικιλομορφία, τη δικαιοσύνη και τη συμπερίληψη.
Φυσικά ο αριθμός των δεδομένων που χρησιμοποιούνται διαφέρει από εταιρεία σε εταιρεία ανάλογα με τις ανάγκες της. Σύμφωνα με έρευνα της Cramp στις Η.Π.Α., μόνο μία μικρή ομάδα HR χρησιμοποιεί όλα τα δεδομένα των συστημάτων παρακολούθησης, με το 72% των εργαζομένων να πιστεύει ότι η εφαρμογή δεδομένων σε αποφάσεις ανθρώπινου δυναμικού θα μπορούσε να είναι καλύτερη από τις πρακτικές που χρησιμοποιούνται σήμερα από τους εργοδότες τους. Αυτός ο αριθμός αυξήθηκε στο 80% για τους υπαλλήλους που άνηκαν σε μειονοτικές κοινωνικές ομάδες και στο 82% για τους εργαζόμενους με αναπηρία.
Παρά την αλλαγή της στάσης των εργαζόμενων και τα οφέλη που έχουν αυτά τα λογισμικά, μία επιχείρηση πριν επιλέξει την χρήση του, θα πρέπει να λάβει υπόψη όλα τα κατάλληλα νομικά μέσα για οποιασδήποτε πολιτική παρακολούθησης. Έτσι, θα μπορεί να διασφαλιστεί ότι οι εργαζόμενοι απολαμβάνουν την ιδιωτικότητα στην εργασία, ενώ παράλληλα προστατεύουν τα συμφέροντα της επιχείρησης.
Με πληροφορίες από WorkLife
Photo: Unsplash
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.