O Dietrich Mateschitz, συνιδρυτής της Red Bull, πέθανε σε ηλικία 78 ετών, αφήνοντας πίσω του μια τεράστια κληρονομιά στη βιομηχανία των ποτών και των τροφίμων. Κυρίως όμως ήταν ο άνθρωπος που κατάφερε να εξελιχθεί από ένας απλός πωλητής οδοντόκρεμας σε έναν από τους πιο επιδραστικούς παράγοντες της αγοράς διεθνώς.
Ο “πατέρας” της δημοφιλούς εταιρείας ενεργειακών ποτών γεννήθηκε στην Αυστρία το 1944 κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα πρώτα του βήματα ξεκινούν από την Unilever, όπου εργάστηκε μόλις τελείωσε τις σπουδές τους στο marketing στο οικονομικό πανεπιστήμιο της Βιέννης. Στην πορεία, αποφάσισε να μεταπηδήσει στην εταιρεία καλλυντικών Blendax, όπου ξεκίνησε προωθώντας οδοντόκρεμες και σταδιακά ανελίχθηκε στη θέση του διευθυντή marketing.
Λίγα χρόνια αργότερα, η Blendax εξαγοράστηκε από την Procter & Gamble και μέρος των νέων του καθηκόντων του Mateschitz περιλάμβανε και κάποια ταξίδια. Σε κάποιο από αυτά στην Ασία, ανακάλυψε τυχαία ένα τονωτικό ποτό, το Krating Daeng, το οποίο του πρότειναν ως εξαιρετικό αντίδοτο στο jetlag που είχε. Το Krating Daeng, που σήμαινε “κόκκινος ταύρος”, ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές στις τάξεις των οδηγών ταξί, των φορτηγατζήδων και των εργαζόμενων σε οικοδομές. Αυτή η “ανακάλυψη” επρόκειτο να του αλλάξει τη ζωή.
Μετά την επιστροφή του και εντυπωσιασμένος από την απόδοση του τονωτικού ποτού, παίρνει την μεγάλη απόφαση να αφήσει τη δουλειά του. Έτσι, το 1984 όχι μόνο παραιτείται αλλά επενδύει όλες του τις οικονομίες και ιδρύει μία εταιρεία ενεργειακών ποτών με τον επιχειρηματία Chaleo Yoovidhya, ιδιοκτήτη του Krating Daeng. Μαζί για τρία ολόκληρα χρόνια, προσπαθούσαν να τελειοποιήσουν τη φόρμουλα του ενεργειακού ποτού, ώστε να κυκλοφορήσει στις δυτικές αγορές.
Τελικά, το 1987 το ποτό κυκλοφόρησε στην Αυστρία με το όνομα του αρχικού ποτού να έχει μεταφραστεί στα αγγλικά. Το λανσάρισμα του Red Bull θα στεφθεί με απόλυτη επιτυχία καθώς την πρώτη χρονιά θα διατεθούν στην αυστριακή αγορά ένα εκατομμύριο τεμάχια. Το 1992 είχε έρθει πια η ώρα για την επέκταση στην υπόλοιπη Ευρώπη, με αφετηρία τις αγορές της Ουγγαρίας και της Σλοβενίας και αργότερα της Γερμανίας και της Ελβετίας – στην Ελλάδα και στις Η.Π.Α. λανσάρεται πέντε χρόνια αργότερα.
Έτσι, η αρχική του επένδυση των 500.000 δολαρίων, σε λίγα χρόνια θα του απέφερε εκατομμύρια. Μάλιστα, σε σύντομο χρονικό διάστημα από το λανσάρισμά του, το Red Bull ξεπέρασε σε πωλήσεις τα αθλητικά ποτά τύπου Gatorade. Μόλις το 2021, περισσότερα από 9,8 δισ. κουτιά Red Bull πωλήθηκαν σε 172 χώρες, αυξημένα κατά περίπου 24% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Ωστόσο, η Red Bull δεν είναι γνωστό μόνο για τα προϊόντα της αλλά και για τις ιδιοφυείς εκστρατείες marketing του Mateschitz. Ο ίδιος αναλαμβάνει τα πάντα: την ονομασία, το branding, τη συσκευασία με τα χαρακτηριστικά στενόμακρα κουτάκια, και φυσικά τη διαφήμιση, όπου μεγαλουργεί, σε μια από τις πιο τολμηρές καμπάνιες στην ιστορία της διαφήμισης. Επιλέγει να μην αλλάξει το όνομα του προϊόντος, απλά να το μεταφράσει στα αγγλικά, μία γλώσσα ευρέως διαδεδομένη. Ενώ, για να “κερδίσει” άμεσα το κοινό του αρχίζει να χρησιμοποιεί το γνωστό μέχρι σήμερα σλόγκαν “Το Red Bull δίνει φτερά”. Ωστόσο, αντιλαμβανόμενος ότι αυτά δεν αρκούν, επεκτείνεται στην αξιοποίηση των αγώνων αυτοκινήτου, ποδοσφαίρου και των extreme sports ως εργαλείων προώθησης. Άλλωστε, και ο ίδιος τα αγαπούσε ιδιαίτερα.
Με την αυξανόμενη επιτυχία της Red Bull, επέκτεινε σημαντικά τις επενδύσεις του στον τομέα του αθλητισμού. Ο δισεκατομμυριούχος πλέον της Red Bull δημιούργησε ουσιαστικά μια τεράστια αθλητική αυτοκρατορία που περιλαμβάνει από ομάδες αγώνων της Formula 1 μέχρι ποδοσφαιρικούς συλλόγους και ομάδες χόκεϊ, ενώ έχει συνάψει συμβόλαια με εκατοντάδες αθλητές σε ποικίλα αθλήματα.
Ίσως, το άθλημα που έχει συνδεθεί πιο στενά με την εταιρεία είναι η Formula 1, ένα από τα ακριβότερα αθλήματα και χόμπι στον κόσμο. Ο Mateschitz έκανε τα πρώτα του βήματα στον αγωνιστικό κόσμο μέσω της ελβετικής ομάδας Sauber, της οποίας η Red Bull έγινε μέτοχος σε ποσοστό 60%, πριν οι δύο τους λάβουν τελικά χωριστούς δρόμους, επειδή διαφώνησαν στην επιλογή οδηγού για το μονοθέσιό τους. Τελικά, η Sauber υπέγραψε για την πρώτη σεζόν του 2001 με τον άπειρο τότε Φινλανδό Kimi Raikkonen, ενώ ο Mateschitz ήθελε τον προστατευόμενο της Red Bull, Enrique Bernoldi.
Ωστόσο, ο Mateschitz δεν παράτησε τα ονειρά του για την Formula 1 και τρία χρόνια αργότερα αγόρασε την ομάδα Jaguar από τον ιδιοκτήτη της Ford. Την περίοδο εκείνη, η Jaguar μόνο επιτυχημένη ομάδα δεν διέθετε. Έτσι, η εξαγορά από τη Red Bull αποδείχθηκε σωτήρια. Ο Mateschitz αγόρασε την εταιρεία και προχώρησε σε σε ένα δυνατό rebranding. Αρχικά, ονόμασε την ομάδα Red Bull και όρισε τον πρώην οδηγό της Formula 2 Christian Horner ως επικεφαλής της ομάδας και τον κορυφαίο μηχανικό Adrian Newey ως τεχνικό διευθυντή με μισθό 10 εκατ. δολάρια. Σταδιακά, η Red Bull εξελίχθηκε σε ηγετική δύναμη, καταφέρνοντας να γίνει η ταχύτερη ομάδα στην F1 μέχρι το 2009. Παρά την πτώση που μπορεί να βίωσε τα επόμενα χρόνια, η εφαρμογή των νέων κανονισμών στο ταχύτερο πρωτάθλημα αγώνων αυτοκινήτου στον κόσμο το 2022, ανέδειξαν τη Red Bull ως την κυρίαρχη ομάδα, με αποκορύφωμα την πρόσφατη νίκη του Max Verstappen και την κατάκτηση ενός δεύτερου παγκόσμιου τίτλου.
Ταυτόχρονα, ο Mateschitz συνδέθηκε με σημαντικές φιλανθρωπικές δράσεις. Συγκεκριμένα, χρησιμοποίησε την περιουσία του για να βοηθήσει στην αναγέννηση της πατρίδας του της Στυρίας στην Αυστρία, προωθώντας τις τοπικές βιοτεχνίες και τέχνες. Μάλιστα, έφτιαξε την πίστα Red Bull Ring στην Αυστρία, όπου διεξάγεται το ετήσιο γκραν πρι της Στυρίας. Ίδρυσε επίσης το φιλανθρωπικό ίδρυμα Wings For Life για να βοηθήσει την έρευνα για τις παθήσεις στον νωτιαίο μυελό.
Σήμερα το Red Bull, η αξία του οποίου υπολογίζεται στα 6,5 δισ. ευρώ, πωλείται σε 162 χώρες στον κόσμο, ενώ, η προσωπική περιουσία του Mateschitz ανέρχεται στα 27,4 δισεκατομμύρια δολάρια. Ωστόσο, το πιο αξιομνημόνευτο κατόρθωμά του θα είναι η συμβολή του στην Formula 1. Μπορεί όσο ζούσε σπάνια να έδινε συνεντεύξεις αλλά έδωσε την ευκαιρία σε πολλά νέα ταλέντα, μηχανικούς και οδηγούς, ανανεώνοντας το άθλημα.
Με πληροφορίες από BBC | Reuters | Bloomberg
Photo: Stern | Erwin Scheriau/DPA
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.