Ο κλάδος της οινοποιίας πάντα επηρεαζόταν από τον καιρό και το κλίμα. Ο υπερβολικός όγκος νερού λόγω ισχυρής βροχόπτωσης όπως και η έλλειψη βροχής, οι πολύ υψηλές ή οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες άφηναν ανεξίτηλο το σημάδι τους στην οινοπαραγωγή. Αλλά τα πρόσφατα ακραία καιρικά φαινόμενα που παρατηρήθηκαν σε όλο τις καλλιεργητικές ζώνες -από ξηρασίες και καύσωνες μέχρι πλημμύρες και παρατεταμένες, έντονες βροχοπτώσεις- επηρέασαν τις σοδειές και έφεραν τους παραγωγούς αντιμέτωπους με σοβαρά προβλήματα.
Η Γαλλία είδε πέρυσι τη μικρότερη συγκομιδή από το 1957, γεγονός που ζημίωσε τις πωλήσεις της βιομηχανίας οίνου κατά 2 δισεκατομμύρια δολάρια. Ενδεικτικό της κατάστασης για τη δεύτερη μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο παραγωγής οίνου, είναι το γεγονός ότι υπήρξαν αμπελώνες στην ιστορική οινοπαραγωγό περιοχή της Καμπανίας που δεν παρήγαγαν τίποτα λόγω της υπερβολικής βροχής και του καύσωνα, ενώ υπό κανονικές συνθήκες θα διοχέτευαν στην αγορά εκατοντάδες χιλιάδες φιάλες.
Διαβάστε ακόμα: Η κλιματική αλλαγή δημιουργεί κατάλληλες συνθήκες καλλιέργειας καφέ στην Ιταλία
Από την άλλη οι πυρκαγιές το 2020 στην Καλιφόρνια, όπως επίσης και στην Αυστραλία, την Αργεντινή, την Πορτογαλία, την Προβηγκία, την Ιταλία και την Ελλάδα, προκάλεσαν καταστροφές σε εκατοντάδες χιλιάδες αμπελουργικές εκτάσεις, την ίδια στιγμή που ο καπνός από τις πυρκαγιές επηρέασε τις καλλιέργειες σε απόσταση έως και 160 χιλιόμετρα μακριά, καθιστώντας το κρασί που παράγουν ακατάλληλο για κατανάλωση.
Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο αμερικανικο επιστημονικό περιοδικό “Proceedings of the National Academy of Sciences” διαπίστωσε ότι εάν η θερμοκρασία αυξηθεί κατά 2oC, οι βιώσιμες αμπελουργικές περιοχές θα μπορούσαν να συρρικνωθούν περισσότερο από το ήμισυ. Το κρασί αποτελεί σημαντικό δείκτη των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, επειδή τα οινοποιήσιμα σταφύλια είναι εξαιρετικά ευαίσθητα στις αλλαγές της θερμοκρασίας και όσα συνοδεύουν την κλιματική αλλαγή. Η ευαισθησία αυτή και η ποικιλομορφία του θα μπορούσαν να βοηθήσει και άλλους γεωργικούς τομείς να προσαρμοστούν. Περισσότερες από 1.100 διαφορετικές ποικιλίες καλλιεργούνται σήμερα, κάτω από ένα ευρύ φάσμα συνθηκών, ενώ η μακραίωνη ιστορία της συγκομιδής τους θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για την προστασία των γεωργικών καλλιεργειών εν γένει. Κατά κάποιον τρόπο, το κρασί είναι για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη γεωργία είναι σαν το καναρίνι στο ανθρακωρυχείο – για να επικαλεστούμε την γνωστή πρακτική των ανθρακωρύχων που τα χρησιμοποιούσαν για την ανίχνευση τοξικών αερίων πριν προλάβουν να τους βλάψουν.
Η ποικιλομορφία του κλάδου, όμως, τόσο γεωγραφικά όσο και ιστορικά, σημαίνει ότι οι στρατηγικές προσαρμογής φαίνονται πολύ διαφορετικές στις διάφορες αμπελουργικές περιοχές. Η Νέα Ζηλανδία υπήρξε πρωτοπόρος, εν μέρει επειδή η μικρότερη κλίμακα και το σχετικά νεοεισερχόμενο καθεστώς της την υποστήριξαν. Οι “παλαιότερες” περιοχές, όπως η Γαλλία και η Ιταλία για παράδειγμα, έπρεπε να προσαρμόσουν και να τροποποιήσουν συστήματα και γεωργικές πρακτικές που εφαρμόζονται εδώ και αιώνες.
Διαβάστε ακόμα: Οινοπαραγωγοί που δεν τους αρέσει το κρασί…
Ορισμένες από τις προφανείς λύσεις, όπως η αύξηση της άρδευσης, απαιτούνται σε μια εποχή που η κλιματική αλλαγή έχει οδηγήσει σε μαζική έλλειψη νερού, καθιστώντας πιο δύσκολη την εισαγωγή τους. Ορισμένοι παραγωγοί έχουν καταφύγει στον ψεκασμό των σταφυλιών με “αντηλιακό” – που παρασκευάζεται από λευκό πηλό – ή στη χρήση επεξεργασμένων λυμάτων για άρδευση.
Στις αμπελουργικές περιοχές του Νέου Κόσμου, οι παραγωγοί έχουν τη δυνατότητα να φυτέψουν πιο ανθεκτικές στη ζέστη ποικιλίες σταφυλιών ή να μετακινηθούν πιο κοντά στις ακτές, όπου είναι πιο δροσερά. Στις παραδοσιακές αμπελουργικές περιοχές της Ευρώπης, όπως το Bordeaux ή το Barolo, ωστόσο, η μετακίνηση δεν αποτελεί επιλογή.
Πολλοί αμπελώνες στρέφονται σε παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής, συμπεριλαμβανομένης της αναγεννητικής γεωργίας και της αγροδασοπονίας. Επιπλέον ένας αυξανόμενος αριθμός αμπελώνων, εκτός από την καλλιέργεια των σταφυλιών, χρησιμοποιεί τώρα καλλιέργειες κάλυψης -όπως χόρτα, όσπρια και ελαιοκράμβη- ανάμεσα στις σειρές των αμπελιών για να μπορούν να ελέγχουν για ασθένειες εδάφους, καθώς και να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον για τα πουλιά και τα έντομα, ώστε να τρώνε τα παράσιτα και τα ζιζάνια.
Παράλληλα η Moët Hennessy, ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του αμπελοοινικού τομέα, έχει καταργήσει σταδιακά τα ζιζανιοκτόνα στους δικούς της αμπελώνες, ενώ βοηθάει και τους συνεργάτες της παραγωγούς να γίνουν πιο βιώσιμοι. Ένας άλλος γίγαντας του κλάδου, η Pernod Ricard, σχεδιάζει να αναπτύξει πιλοτικά προγράμματα αναγεννητικής γεωργίας σε οκτώ αμπελουργικές περιοχές έως το 2025.
Τα οινοποιεία επανασχεδιάζουν ακόμη και τα κελάρια τους για να τα καταστήσουν πιο βιώσιμα, χρησιμοποιώντας τη βαρύτητα αντί για αντλίες για να μετακινήσουν τα λιωμένα σταφύλια ώστε να ρέουν στις δεξαμενές, αναβιώνοντας μια πρακτική που χρονολογείται εδώ και αιώνες. Το Château Montrose στο Bordeaux τροφοδοτεί τη διαδικασία οινοποίησης με ηλιακούς συλλέκτες και γεωθερμική ενέργεια. Η συσκευασία, η διανομή και η ναυτιλία είναι επίσης τομείς με πολλές δυνατότητες μείωσης των εκπομπών CO2.
Με πληροφορίες από Reuters
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.