Μπορεί η Nestlé να παλεύει με τον πληθωρισμό, τις παρατεταμένες επιπτώσεις της πανδημίας και τους πονοκεφάλους της εφοδιαστικής αλυσίδας όπως κάθε άλλη εταιρεία τροφίμων στον κόσμο, διαθέτει όμως ένα θεμελιώδες πλεονέκτημα: διαθέτει ένα ευρύ χαρτοφυλάκιο που μπορεί να αναμορφώνει κατά περίπτωση. Αυτή η ευελιξία την φέρνει σε προνομιακή θέση.
Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που η Nestlé αγωνιζόταν στις Η.Π.Α. για να καταστήσει ορισμένα από τα βασικά της εμπορικά σήματα πιο συναφή με τις μεταβαλλόμενες προτιμήσεις των καταναλωτών. Η αμερικανική αγορά που είναι σήμερα υπεύθυνη για το 28% των παγκόσμιων πωλήσεων της Nestlé, αποτελούσε ιστορικά ένα “βαρίδι” στη συνολική ανάπτυξη της εταιρείας. Από το 2014 έως το 2017, η αύξηση των πωλήσεων στις Η.Π.Α. ήταν σχεδόν αμετάβλητη στο 0,5%. Αλλά από τότε, ο ρυθμός έχει επιταχυνθεί σημαντικά σε +2,8% από το 2018 έως το 2020 και +6% το 2021.
Τα τελευταία χρόνια, η Nestlé προχώρησε σε έναν ευρύ μετασχηματισμό και μετέτρεψε το 40% του χαρτοφυλακίου που διαθέτει στην αμερικανική αγορά, χάνοντας περισσότερα από 10 δισεκατομμύρια δολάρια από μάρκες που σημείωναν αργή ανάπτυξη ή προϊοντικές κατηγορίες στις οποίες δεν ήταν κορυφαίος παίκτης. Ταυτόχρονα η εταιρεία εκποίησε τον εμβληματικό τομέα των γλυκισμάτων της, συμπεριλαμβανομένων εμπορικών σημάτων όπως τα Crunch, Baby Ruth και Butterfinger, τις επιχειρήσεις παγωτού της και την πλειοψηφία των εμφιαλωμένων νερών της Βόρειας Αμερικής.
Διαβάστε ακόμα: H Nestlé ανεβάζει τις τιμές της λόγω της παγκόσμιας επισιτιστικής ανασφάλειας
Στην ανακοίνωσή της για τα αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου του 2022 η Nestlé εμφανίζεται να σημείωσε οργανική ανάπτυξη στη Βόρεια Αμερική της τάξης του 9,6% και να καταγράφει αύξηση του μεριδίου αγοράς σε κατηγορίες όπως ο καφές, οι κρέμες γάλακτος και το νερό υψηλής ποιότητας. Σήμερα το χαρτοφυλάκιο της εταιρείας διαθέτει τουλάχιστον ένα προϊόν που μπαίνει στο 97% των αμερικανικών νοικοκυριών, τοποθετώντας τη Nestlé φυσικά στα ισχυρότερα brands της αγοράς. Οπότε γιατί αναζητά περαιτέρω ανάπτυξη και διείσδυση στην αγορά;
Στην ουσία, η Nestlé αναζητά τρόπους να ενισχύσει την παρουσία της σε κατηγορίες προϊόντων που η εταιρεία δεν έχει σημαντική παρουσία ή όπου υπάρχει χώρος σε μια κατηγορία που ήδη δραστηριοποιείται. Έτσι, το 2017 εξαγόρασε την εταιρεία παρασκευής plant based γευμάτων Sweet Earth, ενώ το 2021 τα premium και λειτουργικά ροφήματα με το νερό Essentia. Την ίδια χρονιά επένδυσε στη συνεργασία της με την Starbucks για την πώληση του συσκευασμένου καφέ της εταιρείας και των ροφημάτων της φερώνυμης αλυσίδας σε παντοπωλεία και άλλα σημεία πώλησης σε όλο τον κόσμο, αποδεικνύοντας την ηγετική της θέση στην παγκόσμια αγορά.
Παράλληλα ενέτεινε τις προσπάθειές της στον τομέα της της ευεξίας μέσω μιας σειράς συμπράξεων, όπως με την απόκτηση πλειοψηφικών πακέτων μετοχών στις Vital Proteins και Orgain που ειδικεύονται στα πρωτεϊνούχα ροφήματα, αλλά και την εξαγορά του brand ενυδάτωσης Nuun και των συμπληρωμάτων διατροφής The Bountiful Co.
Διαβάστε ακόμα: H Nestlé υιοθετεί νέα τεχνολογία για τα plant-based προϊόντα της
Επίσης συνέχισε να επενδύει στην καινοτομία σε ήδη επιτυχημένα προϊόντα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των plant-based creamers Coffee-mate που συνεργάστηκαν με την Natural Bliss για μια σειρά από νέες γεύσεις με βρώμη και αμύγδαλο. Από την άλλη, η Starbucks έκανε το ντεμπούτο της με ένα creamer, που προτείνεται ως συμπλήρωμα του καφέ της. Επίσης, στον τομέα των τροφίμων, δημιούργησε μια σειρά με την ονομασία Life Cuisine που απευθύνεται σε καταναλωτές που αναζητούν κατεψυγμένα γεύματα, χαμηλά σε υδατάνθρακες, με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη, χωρίς κρέας ή γλουτένη.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του έτους, η Nestlé αύξησε τις τιμές σε όλο το χαρτοφυλάκιό της στη Βόρεια Αμερική κατά 9,8%. Μέχρι στιγμής, η εταιρεία δεν έχει παρατηρήσει σημαντική μετατόπιση των καταναλωτών προς άλλα brands λόγω τιμής, ωστόσο προετοιμάζεται για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, εάν οι οικονομικές συνθήκες επιδεινωθούν.
Το εύρος του χαρτοφυλακίου της Nestlé όμως είναι που της επιτρέπει να κρατήσει αυτούς τους καταναλωτές στα brands της. Στην περίπτωση του καφέ, για παράδειγμα, η Nestlé διαθέτει την Blue Bottle και τη Nespresso στην premium κατηγορία, τη Starbucks στη μεσαία και ανώτερη κατηγορία και τη Nescafé, η οποία είναι δημοφιλής στους πελάτες με χαμηλότερο εισόδημα. Οι καταναλωτές είναι διαφορετικοί και έτσι το χαρτοφυλάκιό της εταιρείας της διατηρει προβάδισμα σε κάθε κατηγορία.
Με πληροφορίες από Food Dive
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.