Βαδίζοντας προς το τέλος της πανδημίας και υπό τις νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν, όλο και περισσότερες εταιρείες άλλαξαν τους χώρους εργασίας τους. Ο σύγχρονος σχεδιασμός περιλαμβάνει cafe, σημεία ξεκούρασης, γραφεία για brainstorming και καταγραφή ιδεών όπως και ανοιχτούς χώρους εργασίας. Είναι, όμως, πιο αποδοτικός αυτός ο νέος σχεδιασμός;
Το μοντέλο της υβριδικής εργασίας επιτρέπει στους υπαλλήλους να ακολουθούν ένα μεικτό σύστημα τηλεργασίας και φυσικής παρουσίας στα γραφεία. Ως λογικό ακόλουθο, όταν οι εργαζόμενοι επέστρεψαν στα γραφεία τους για πρώτη φορά μετά τα lockdowns οι χώροι εργασίας είχαν τροποποιηθεί και πολλές εταιρείες είχαν χωρίσει τους ανοιχτούς χώρους εργασίας σε ατομικά γραφεία για λόγους υγιεινής. Ωστόσο, φτάνοντας στο τέλος της πανδημίας, χωρίς να υπάρχουν πλέον περιορισμοί, οι επιχειρήσεις αποφάσισαν να ξαναλλάξουν τους χώρους εργασίας τους, ώστε να δελεάσουν τους εργαζομένους να έρχονται στο γραφείο για να δουλεύουν.
Για παράδειγμα, η Google ανακοίνωσε ότι σχεδιάζει φέτος να επενδύσει 9,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε νέα γραφεία και data center στις Η.Π.Α.
Διαβάστε επίσης: Την εποχή της υβριδικής εργασίας, το Google επενδύει δισεκατομμύρια σε νέα γραφεία
Δεν πρόκειται όμως για ένα ακόμη επανασχεδιασμό. Ρίχνοντας μία πιο προσεκτική ματιά στα νέα γραφεία της Google στις Η.Π.Α. φαίνεται ότι η εταιρεία επενδύει σε χώρους co-working που θα μπορούν να διαρθρωθούν με διαφορετικούς τρόπους, βάσει των αναγκών που θα προκύπτουν κάθε φορά, όπως και στεγασμένους εξωτερικούς χώρους για να μπορεί κανείς να εργαστεί στον καθαρό αέρα.
Οι ανοιχτοί χώροι εργασίας θεωρείται ότι ενθαρρύνουν την ευελιξία και τείνουν να είναι πιο προσιτοί στους εργαζομένους. Ευνοούν την ομαδική εργασία, τη συντροφικότητα και την ανταλλαγή ιδεών και πληροφοριών. Έτσι οι εταιρείες προσπαθούν να βοηθήσουν τους εργαζομένους τους να έχουν την καλύτερη εργασιακή εμπειρία, συμβάλλοντας στη μείωση του άγχους και στην ενίσχυση της συγκέντρωσης, της δημιουργικότητας και της παραγωγικότητας.
Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Για την αποτελεσματικότητα των γραφείων open space έχουν γίνει πάρα πολλές έρευνες ήδη από τη δεκαετία ’90, δείχνοντας ότι δεν οφελούν τελικά τους υπαλλήλους ούτε την απόδοση όλης της επιχείρησης. Καθώς υπάρχουν περισσότερα άτομα σε ένα γραφείο είναι πιο εύκολο να αποσπαστεί η προσοχή ενός εργαζόμενου, εξαιτίας του θορύβου και να επηρεαστεί η συνολική παραγωγικότητα. Έρευνα του σουηδικού πανεπιστημίου Gavle είναι αποκαλυπτική σχετικά με τις συνέπειές τους στην απόδοση και την ψυχολογία των εργαζομένων: απέδειξε ότι ήταν 14 φορές πιο παραγωγικοί όταν δούλευαν σε ατομικά γραφεία, ενώ ο θόρυβος στα open space γραφεία αύξησε την αρνητική διάθεση κατά 25% και την κούραση κατά 34%.
Σε βασικό μειονέκτημα του συγκεκριμένου σχεδιασμού αναδεικνύεται ότι οι εργαζόμενοι δεν έχουν προσωπικό χώρο, οπότε ακόμα και μία τηλεφωνική κλήση είναι πιο δύσκολο να πραγματοποιηθεί.
Ούτε, βέβαια, η επικοινωνία μεταξύ των υπαλλήλων αυξάνεται. Μια μελέτη από τους ερευνητές του Harvard Ethan Bernstein και Stephen Turban κατέληξε στο συμπέρασμα πως όταν οι εταιρείες έκαναν τη μετάβαση από τα κλασικά, μεμονωμένα γραφεία σε ανοιχτά ή κοινόχρηστα, οι εργαζόμενοι είχαν περίπου 70% λιγότερη επικοινωνία πρόσωπο με πρόσωπο, ενώ η χρήση email και άμεσων προσωπικών μηνυμάτων αυξήθηκε.
Τελικά, οι ανοιχτοί χώροι εργασίας φαίνεται πως επιδρούν αρνητικά στην υγεία των εργαζομένων. Το επιστημονικό περιοδικό Scandinavian Journal of Work, Environment and Health διαπίστωσε ότι σε σύγκριση με όσους απασχολούνται σε ατομικά γαρφεία, εκείνοι που εργάζονται σε γραφεία δύο ατόμων απουσίαζαν 50% λόγω ασθένειας, ενώ όσοι εργάζονταν σε γραφεία ανοιχτού σχεδιασμού απουσίαζαν σε ποσοστό 62% περισσότερες ημέρες από την εργασία τους.
Ο χώρος εργασίας αποτελεί πολύ σημαντικό μέρος μιας επιχείρησης, καθώς εκεί οι συνάδελφοι περνούν χρόνο μεταξύ τους, τους πελάτες και τη διοίκηση. Το γραφείο όμως πρέπει να συμπληρώνει αυτό που δεν μπορεί να προσφέρει το σπίτι. Ιδιωτικότητα, ένα χώρο συγκέντρωσης, επικοινωνία, γρήγορο διαδίκτυο, ζώνες ευεξίας ή ακόμα και ψυχολογική ασφάλεια, μα πρωτίστως εργασία.
Με πληροφορίες από The New York Times
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.