Ο όρος “βιωσιμότητα” ήταν η λέξη κλειδί φέτος για τη βιομηχανία της μόδας. Ακόμα και οι πιο κλασικοί οίκοι, όπως ο Hermes, που στήριξαν την επιτυχία τους στην παραγωγή προϊόντων δέρματος, χρησιμοποιούν πια vegan εκδοχές. Ωστόσο, η ρύπανση που προκαλείται κατά την παραγωγή τους έχει επαναφέρει στο προσκήνιο το ερώτημα: vegan leather ή πλαστικό;
Οι χρόνιοι αγώνες των ακτιβιστών κατά της χρήσης του δέρματος φαίνονται πως δικαιώνονται, καθώς όλο και περισσότερες εταιρείες αποκλείουν το δέρμα από τις συλλογές τους. Πλέον, χρησιμοποιούν vegan επιλογές, δηλαδή υλικά που δεν προέρχονται από ζώα, όπως γούνα, δέρμα και μαλλί, μετάξι, πούπουλα, φτερά, κουμπιά, κόλλες και άλλες λεπτομέρειες που μπορεί να είναι plant-based ή πλαστικά.
Η αρχή έγινε το 2017, όταν ο οίκος Gucci ανακοίνωσε ότι δεν θα χρησιμοποιεί αληθινές γούνες στις συλλογές του από εδώ και πέρα. Σταδιακά και άλλες εταιρείες του ομίλου Kering έβγαλαν μία αντίστοιχη ανακοίνωση. Την θέση της αληθινής γούνας πήρε πλέον η συνθετική, η οποία είναι είτε plant-based είτε φτιαγμένη από πλαστικό. Για παράδειγμα, η Stella McCartney, ο όμιλος ειδών πολυτελείας Kering και οι κολοσσοί στα αθλητικά είδη Adidas και Lululemon χρησιμοποιούν ένα είδος υφάσματος φτιαγμένο από μανιτάρια, ένα μυκηλιακό δέρμα με την ονομασία Mylo της εταιρείας Bolt Threads.
Στο σημείο αυτό δημιουργήθηκε μία νέα διαμάχη στο πεδίο της μόδας, η οποία βασίζεται στο ερώτημα κατά πόσο είναι πιο φιλική προς το περιβάλλον και την υγεία των καταναλωτών η χρήση plant-based δέρμα αντί του πλαστικού;
Προς μεγάλη δυσαρέσκεια και αγανάκτηση των οργανώσεων για τα δικαιώματα των ζώων αλλά και των ακτιβιστικών ομάδων φαίνεται ότι αυτές οι εναλλακτικές του δέρματος δεν σταματούν ούτε μειώνουν την καταστροφή του περιβάλλοντος.
Από την μία, ως γνωστόν, το πλαστικό είναι ένα αρκετά ανθεκτικό υλικό αλλά το ίδιο επιβλαβές για το περιβάλλον, αφού η μόλυνση από τα μικροπλαστικά αναδεικνύεται σε μία από τις μεγαλύτερες απειλές. Έρευνες εκτιμούν ότι τα συνθετικά υφάσματα, όπως ο πολυεστέρας, το ακρυλικό και το ρεγιόν, ευθύνονται για το 35% των μικροπλαστικών στους ωκεανούς. Και ενώ τα plant-based vegan δέρματα θα μπορούσαν να είναι μία σωτήρια λύση, η παραγωγή τους απαιτεί μεγαλή επεξεργασία και πολύ νερό, ενώ και αυτό περιέχει μία ποσότητα μικροπλαστικών.
Οι επιπτώσεις της χρήσης ορυκτών καυσίμων στην κλωστοϋφαντουργία απεικονίζονται καλύτερα στη σοκαριστική καμπάνια της Woolmark ενάντια στις συνθετικές ίνες. Η καμπάνια έχει ως επίκεντρο μια ταινία 60 δευτερολέπτων, όπου εμφανίζονται τρία άτομα να προσπαθούν να κολυμπήσουν σε μία δεξαμενή γεμάτη πετρέλαιο, με λεζάντα «Κάθε 25 λεπτά μια πισίνα ολυμπιακών διαστάσεων γεμάτη πετρέλαιο χρησιμοποιείται για την παραγωγή συνθετικών ρούχων». Το συγκεκριμένο στατιστικό προέρχεται από έκθεση του 2017 του ιδρύματος Ellen MacArthur. Η ταινία συνοδεύεται από πρόσθετο ψηφιακό υλικό outdoor και ένα microsite.
Διαβάστε επίσης: Πόσο vegan είναι η γενιά Z;
Συνεπώς, τι είναι καλύτερο τελικά; Ποια στάση πρέπει να κρατήσουν οι καταναλωτές για να μειώσουν τη ρύπανση του πλανήτη;
Μία σίγουρη απάντηση είναι δύσκολο να δοθεί. Μεγάλο ποσοστό των καταναλωτών δεν γνωρίζει καν για την μόλυνση που προκαλεί το vegan δέρμα και το πλαστικό. Η άγνοιά τους συνοδεύεται από τον καθημερινό βομβαρδισμό διαφημίσεων και ισχυρισμών κάθε είδους από εταιρείες, που παρουσιάζουν τα vegan προϊόντα ως τη σωστή λύση για ένα προϊόν «πράσινο», οργανικό και φιλικό προς το περιβάλλον.
Ωστόσο, δεν υπάρχει κάποιο σύστημα μέτρησης που να μπορεί να επιβεβαιώσει ότι ένα προϊόν ή οι πρακτικές που ακολουθεί μία εταιρείες είναι πράγματι βιώσιμες. Μάλιστα, κάποιες φορές εάν λάβουμε υπόψιν τις αόριστες διεθνείς οδηγίες όσον αφορά τους όρους “ανακυκλώσιμο” και “πράσινο”, μάλλον δεν είναι. Ο λόγος πίσω από αυτό είναι ότι στοχεύουν στο συναίσθημα του καταναλωτή, ο οποίος θεωρεί ότι πράττει κάτι καλό αγοράζοντας τα συγκεκριμένα προϊόντα και δεν βλάπτει το περιβάλλον. Με άλλα λόγια, οι εταιρείες ακολουθούν πρακτικές greenwashing.
Οι εν λόγω πρακτικές έχουν φτάσει σε βαθμό να κινητοποίησαν ακόμη και τις ίδιες τις εταιρείες να λάβουν μέτρα, μπαίνοντας σε ένα ιδιότυπο καθεστώς αυτορρύθμισης στην προσπάθειά τους να αποδείξουν πως η βιωσιμότητα των προϊόντων τους συμβαδίζει με τους τίτλους που τους δίνουν.
Ωστόσο, η κινητοποίηση των εταιρειών δεν αρκεί. Θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα νέο αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο που να μπορεί να οριστεί με σαφήνεια τι είναι η βιωσιμότητα και πότε ένα προϊόν είναι φιλικό προς το περιβάλλον. Έτσι, θα μπορέσει να αποδειχτεί εάν το vegan leather είναι όντως περιβαλλοντικά καλύτερη επιλογή ή αποτελεί άλλη μία πρακτική greenwashing των εταιρειών.
Με πληροφορίες από Business of Fashion
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.