Η απόσταση που χωρίζει τον Μιχάλη και τον Τάκη Σαράντη, τους δύο επιχειρηματίες και αδέλφια, που διοικούν τον μεγαλύτερο επιχειρηματικό όμιλο τροφίμων ελληνικών συμφερόντων στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή, από το να χαρακτηριστούν «κυρίαρχοι των Βαλκανίων», φαίνεται ότι πλέον δεν είναι αρκετά μακριά.
Το τελευταίο χρονικό διάστημα οι κινήσεις των δύο ανδρών έχουν λάβει θα μπορούσε κανείς να πει καταιγιστικούς ρυθμούς. Διότι εντός του 2022 η αρχή των εξαγορών έγινε με την απόκτηση της Αγνό, που επί σειρά ετών παρέμενε ανενεργή και αναξιοποίητη, έχοντας περιέλθει σε δυσμένεια, ακολούθησε η συμφωνία στην Κύπρο με την τοπική Ν.Θ. Κουρούσιης Ltd (απέκτησε το 49%), η οποία δημιουργήθηκε το 1959 και μόλις πριν από λίγες ημέρες έγινε ίσως το τρίτο και ίσως σημαντικότερο βήμα με την εξαγορά κατά 100% της θυγατρικής της Δέλτα στη Βουλγαρία, United Milk Company.
Ένας ισχυρός όμιλος τροφίμων με πολλαπλούς κλάδους δραστηριότητας
Έτσι λοιπόν όπως εξελίσσεται αυτή τη στιγμή η εικόνα του ομίλου Ελληνικά Γαλακτοκομεία, η πραγματικότητα είναι ότι δημιουργείται ένας ισχυρός όμιλος με αρκετούς διαφορετικούς πλέον κλάδους δραστηριότητας. Κυρίαρχη θέση στον συγκεκριμένο όμιλο συνεχίζουν να έχουν τα γαλακτοκομικά και τα τυροκομικά προϊόντα, ωστόσο το τελευταίο διάστημα έχουν μπει στο χαρτοφυλάκιο του ομίλου έχουν ενταχθεί και εταιρείες που σχετίζονται με τον κλάδο των αναψυκτικών, μετά την εξαγορά της Δουμπιάς από την Ε. Μαλαματίνας και Υιός για την παραγωγή και εμφιάλωση ανθρακούχου νερού, αλλά και της ιστορικής βιομηχανίας αναψυκτικών των Τρικάλων, Κλιάφας.
Βιομηχανικές μονάδες στα Βαλκάνια και στη λεκάνη της Μεσογείου
Η καταμέτρηση των βημάτων που σχετίζεται πάντως με την αγορά των τροφίμων για τους δύο επιχειρηματίες, προσφέρει ως πρόχειρο απολογισμό την εδραίωση του ομίλου Ελληνικά Γαλακτοκομεία στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Μεσογείου, όχι απλά με εμπορικές επιχειρήσεις, αλλά με βιομηχανικές μονάδες. H αρχή για τους δύο επιχειρηματίες εκτός Ελλάδας έγινε το 1999 όταν εξαγόρασαν την Tyrom 1999 και ίδρυσαν το πρώτο τους εργοστάσιο στη Ρουμανία, ενώ το 2011 δημιούργησαν το νέο εργοστάσιο γάλακτος, εδραιώνοντας ακόμα περισσότερο την παρουσία τους στη συγκεκριμένη χώρα με τη Fabrica de Lapte Brasov.
Πρόκειται μάλιστα για μία εταιρεία όπου οι συσσωρευμένες επενδύσεις τα τελευταία 10 χρόνια υπερβαίνουν τα 150 εκατομμύρια ευρώ, ενώ αυτή τη στιγμή έχει προγραμματιστεί και τρέχει μία ακόμα επένδυση περίπου 40 εκατομμυρίων ευρώ με την προσθήκη νέας γραμμής εμφιάλωσης γάλακτος και εξοπλισμού ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος και τη σημασία που έχει η Ρουμανία για τον όμιλο, αρκεί να αναφερθεί ότι ο τζίρος της το 2021 ήταν 110 εκατομμύρια ευρώ, από τα συνολικά 427 εκατομμύρια ευρώ που ήταν ο συνολικός τζίρος του ομίλου Ελληνικά Γαλακτοκομεία την ίδια χρονιά.
Η θυγατρική της Δέλτα: Μία εξαγορά υγιούς επιχειρηματικής οντότητας
Ερχόμενοι τώρα στην περίπτωση της Βουλγαρίας, η απόκτηση της θυγατρικής της Δέλτα, United Milk Company, σε αντίθεση με άλλες επιχειρήσεις που έχει εξαγοράσει από το 2020 και ύστερα ο όμιλος αλλά και κατά το παρελθόν, έχει την δική της ξεχωριστή σημασία. Κι αυτό γιατί οι εξαγορές συνεταιριστικών οντοτήτων όπως ο Όλυμπος και η Ροδόπη αλλά και αργότερα εταιρειών όπως η Δουμπιά, η Κλιάφας και η Αγνό, αφορούσε ουσιαστικά στην απόκτηση προβληματικών επιχειρήσεων.
Τα πράγματα όμως στην περίπτωση της United Milk Company είναι αρκετά διαφορετικά. Διότι η Δέλτα πούλησε μία υγιή και κερδοφόρα επιχειρηματική οντότητα, ο τζίρος της οποίας το 2021 ήταν 52,5 εκατομμύρια ευρώ, τα λειτουργικά της κέρδη ήταν 5,15 εκατομμύρια ευρώ και τα κέρδη προ φόρων 1,65 εκατομμύρια ευρώ. Πολλοί ήταν εκείνοι που απόρησαν με την κίνηση της Δέλτα, ωστόσο η τοποθέτηση από πλευράς των στελεχών της είναι ότι στόχος του fund (CVC Capital) που έχει αγοράσει τον όμιλο Vivartia όπου ανήκει και η Δέλτα, είναι να κεφαλαιοποιεί μέρος της επένδυσης που έχει κάνει, μέσα και από την πώληση περιουσιακών στοιχείων.
Για τον όμιλο Ελληνικά Γαλακτοκομεία όμως η κίνηση αυτή τον φέρνει ακόμα πιο ψηλά στα Βαλκάνια και ισχυροποιεί τη θέση του στην ευρύτερη αγορά. Διότι ήδη στη Βουλγαρία διατηρεί παρουσία μέσω της Tyrbul S.A. στην οποία θα υπάγεται η United Milk Company. Ταυτόχρονα όμως αποκτά και ένα επιπλέον χαρτοφυλάκιο προϊόντων που έχει υπό την παραγωγική της ομπρέλα η πρώην θυγατρική της Δέλτα.
Η UMC παράγει τα προϊόντα ΒΕΡΕΙΑ με φρέσκο γάλα και γιαούρτι, τη γκάμα προϊόντων FIBELLA που περιλαμβάνει γάλα και γιαούρτι με γεύση φρούτων, γάλα και κρέμα υψηλής παστερίωσης, καθώς και τις σειρές προϊόντων Vitalact, Khansko και Russalka. Επιπλέον παράγει και διαθέτει ποικιλία τυριών από αγελαδινό, πρόβειο και κατσικίσιο γάλα. Δραστηριοποιείται τόσο στην τοπική αγορά όσο και στο εξωτερικό με πωλήσεις σε ΗΠΑ, Αυστραλία, Λίβανο, Καναδά και Ρωσία.
To στοίχημα της Κύπρου
Σε ό,τι αφορά τώρα την Κύπρο, η Ελληνικά Γαλακτοκομεία έχει προαναγγείλει από καιρό τώρα την δημιουργία νέου εργοστασίου με επίκεντρο την παραγωγή χαλουμιού στη Μεγαλόνησο. Μέχρι τη στιγμή όμως που θα αποπερατωθεί το νέο τους εργοστάσιο, έχουν την ευκαιρία να παράγουν και να διακινούν χαλούμι στην αγορά μέσω της Κουρούσιης, όπου μπορεί να απέκτησαν αρχικά το 49%, ωστόσο υπάρχει η προοπτική απόκτησης και του υπόλοιπου 51% σε δεύτερο χρόνο. Το χαλούμι αποτελεί ένα πανίσχυρο χαρτί στα χέρια των αδελφών Σαράντη, όπως συμβαίνει και με τη φέτα. Πρόκειται για δύο ΠΟΠ προϊόντα που ταυτίζονται με την κουλτούρα δύο χωρών της Κύπρου και της Ελλάδας αντίστοιχα και που είναι περιζήτητα στο εξωτερικό.
Μάλιστα, από τις συνολικές εξαγωγές χαλουμιού που υπερβαίνουν τα 100 εκατομμύρια ευρώ από πλευράς Κύπρου, περίπου το 50% εξάγεται στη βρετανική αγορά με τη ζήτηση να ενισχύεται διαρκώς. Το ζήτημα όμως που καλούνται να αντιμετωπίσουν όσοι παράγουν χαλούμι είναι η σημαντική έλλειψη πρώτης ύλης που είναι το πρόβειο γάλα. Και που τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, το πρόβλημα της έλλειψης γάλακτος είναι υπαρκτό και η αντιμετώπισή του δεν μπορεί παρά να αποτελεί αίνιγμα για δυνατούς λύτες.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.