H μπύρα αποτελεί ένα προϊόν που παραδοσιακά σχετίζεται άμεσα με την τουριστική κίνηση στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα όμως το καλοκαίρι τόσο για την μπύρα όσο και για τα αναψυκτικά αποτελεί την κατεξοχήν εποχή αύξησης της κατανάλωσης, με αποτέλεσμα τα συγκεκριμένα προϊόντα να καταναλώνονται μεν καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, ωστόσο και οι δύο κατηγορίες να χαρακτηρίζονται από έντονη εποχικότητα.
Το 2022, σύμφωνα με στελέχη της αγοράς μπύρας, χαρακτηρίζεται από επιστροφή της κατανάλωσης στα επίπεδα του 2019, με βασικό κανάλι αυτό του HoReCa. Το γεγονός αυτό μάλιστα, όπως επισημαίνουν, έρχεται να υπερκαλύψει το κύμα αυξήσεων σε πρώτες ύλες, μεταφορικά και ενέργεια, που πλήττουν αυτήν την περίοδο την αγορά.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που σχετίζεται με την πορεία της αγοράς μπύρας, είναι ότι η κατανάλωση του προϊόντος δείχνει αυξητικές τάσεις ακόμα και στο κέντρο των Αθηνών, εκτός από την ιδιαίτερα κινητική νησιωτική Ελλάδα και τις τουριστικές περιοχές, γεγονός που προκύπτει επίσης από έντονα αυξημένο τουριστικό ρεύμα.
Προς υπενθύμιση αναφέρουμε ότι ο συνολικός όγκος κατανάλωσης μπύρας το 2019 ήταν 3,9 εκατομμύρια εκατόλιτρα, ποσότητα που συρρικνώθηκε στα 3 εκατομμύρια εκατόλιτρα το 2020. Η συνολική κατανάλωση άρχισε σταδιακά να ανακάμπτει το 2021 με την άρση των περιοριστικών μέτρων και την αγορά να ανακτά περίπου το 50% των χαμένων πωλήσεων μπύρας του 2020.
Διαβάστε ακόμα: Η ολική επαναφορά της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας και της μπύρας στα ποτήρια
Όπως αναφέρουν στελέχη με γνώση του θέματος, μία από τις υποκατηγορίες μπύρας που εμφανίζουν αυξημένη ζήτηση, είναι αυτή που πωλείται σε επιστρεφόμενο βαρέλι, το οποίο θεωρείται προτιμητέα λύση από πολλούς ζυθοποιούς αυτήν την περίοδο για χρήση στον κλάδο του HoReCa. Ο λόγος είναι ότι λόγω του αυξημένου κόστους πρώτων υλών έχει ανέβει σημαντικά η τιμή στο μη επιστρεφόμενο – μίας χρήσεως βαρέλι, με αποτέλεσμα να ενισχύεται η προτίμηση από τις ζυθοποιίες στο επιστρεφόμενο.
Έντονες οι ανατιμήσεις σε βασικές πρώτες ύλες για τη μπύρα
Οι ίδιες πηγές αναφέρουν πάντως ότι μέχρι στιγμής οι ζυθοποιίες έχουν περάσει αυξήσεις από 4% έως και 9%, που σχετίζονται με τις ανατιμήσεις στις φιάλες και στα βαρέλια μέσα στα οποία συσκευάζεται η μπύρα, οι οποίες ωστόσο δε θεωρούνται επαρκείς σε σχέση με το συνολικά αυξημένο κόστος που αυτήν τη στιγμή επιβαρύνει την αλυσίδα παραγωγής. Οι ζυθοποιοί επιδιώκουν, με βάση τα δεδομένα που επικρατούν, να απορροφήσουν κόστη όσο το δυνατόν περισσότερο και ελπίζουν την ίδια ώρα να αυξηθούν οι πωλήσεις σε τέτοιο βαθμό, για να περιοριστεί το λειτουργικό κόστος και να αντισταθμίσουν τις αυξήσεις των πρώτων υλών που από τους περισσότερους δραστηριοποιούμενους στον κλάδο χαρακτηρίζονται ως δυσβάσταχτες.
Σε ό,τι αφορά τα μπουκάλια, που αποτελούν έναν από τους κυριότερους παράγοντες κόστους, οι τιμές τους έχουν αυξηθεί από 40%-60% ανά τεμάχιο και το κουτί κυμαίνεται μεταξύ +30% έως και +35%. Σε ό,τι αφορά τις εισαγόμενες βύνες, κύρια πρώτη ύλη για την παρασκευή της μπύρας, οι τιμές αυξάνονται διαρκώς. Η φθηνότερη βύνη προερχόμενη από το εξωτερικό, δηλαδή μία βασική βύνη pilsner, ανέρχεται στα 750 ευρώ ανά τόνο, ενώ οι ειδικού τύπου – premium βύνες φτάνουν τα 1.000 με 1.100 ευρώ ανά τόνο.
Στην εγχώρια αγορά, η βύνη που παράγει η Ζυθοποιία Μακεδονίας Θράκης (Βεργίνα) από τα 450 ευρώ που στοίχιζε ο τόνος πέρυσι έχει φτάσει φέτος στα 750 ευρώ. Η αύξηση σχετίζεται απόλυτα με τη διαμορφούμενη τιμή του κριθαριού, το οποίο πέρυσι κόστιζε ως πρώτη ύλη για παρασκευή βύνης 180 ευρώ και φέτος το κόστος έχει εκτοξευθεί στα 350 ευρώ ανά τόνο. Κύριος λόγος για τη συγκεκριμένη εικόνα είναι ότι λείπουν από την αγορά παραγωγοί όπως η Ουκρανία και η Ρωσία, δύο χώρες που είναι και οι βασικοί προμηθευτές της Ευρώπης με δημητριακά.
Εκ διαμέτρου αντίθετη η εικόνα στα σούπερ μάρκετ
Ταυτόχρονα, πάντως, σε ό,τι αφορά τις πωλήσεις μπύρας από τα σούπερ μάρκετ, η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική σε σύγκριση με το κανάλι του HoReCa. Και όπως προκύπτει από στοιχεία της Nielsen έως και τις 19 Ιουνίου του 2022, για το σύνολο των ελληνικών σούπερ μάρκετ – συμπεριλαμβανομένης της Lidl – η μείωση πωλήσεων της μπύρας συνολικά σε όγκο είναι στα επίπεδα του 7%. Αντίστοιχα, οι πωλήσεις μπύρας σε αξία για την ίδια περίοδο κινείται στο -5,1%. Στις επιμέρους μεγάλες κατηγορίες μπύρας, η Lager που καταλαμβάνει το 85% των συνολικών πωλήσεων μπύρας στα σούπερ μάρκετ χάνει πωλήσεις σε όγκο κατά 9,4% και σε αξία κατά 6,7%.
Δε συμβαίνει όμως το ίδιο και για τις μπύρες Pilsner, όπου οι πωλήσεις στα σούπερ μάρκετ έως και τις 19 Ιουνίου του 2022 και σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο είναι αυξημένες κατά 11,6% σε όγκο και κατά 8% σε αξία. Η Pilsner έχει μερίδιο 11,7% από τις συνολικές πωλήσεις μπύρας στα σούπερ μάρκετ για την χρονική περίοδο αναφοράς.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.