Οινοπαραγωγοί που δεν τους αρέσει το κρασί…

Οι μεγάλες, με βάση τον πληθυσμό τους, χώρες, πίνουν πολύ κρασί, αλλά ποια έθνη είναι γεροί πότες και τι συμβαίνει στις οινοπαραγωγικές χώρες μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα;

Σύμφωνα με διεθνείς έρευνες, οι πιο ενθουσιώδεις οινοπότες είναι οι Γάλλοι και οι Ιταλοί που βρίσκονται ψηλά στη λίστα με τα πιο γερά ποτήρια. Όμως η χώρα που καταναλώνει τις περισσότερες ποσότητες κατά κεφαλή το έτος, ήτοι 52 λίτρα, είναι η Πορτογαλία. Από κοντά είναι η Ιταλία με 46,6 λίτρα και η Γαλλία με 46 λίτρα.

Την ίδια στιγμή, οι αριθμοί αποκαλύπτουν ότι υπάρχουν κάποιες οινοπαραγωγικές χώρες που φαίνεται ότι δεν τους αρέσουν πολύ τα δικά τους προϊόντα, καθώς πίνουν ελάχιστα από αυτά.

Μεταξύ αυτών των πέντε μεγαλύτερων παραγωγών κρασιού στον κόσμο που απουσιάζουν από τον τον κατάλογο της κατά κεφαλήν κατανάλωσης είναι οι: Νέα Ζηλανδία, Χιλή, Ισπανία και Ελλάδα.

Από την άλλη πλευρά, η Σουηδία μπορεί να μην έχει σημαντική παραγωγή κρασιού (αν και σήμερα υπάρχουν περίπου εκατό εκτάρια αμπέλια) όμως οι καταναλωτές της τιμούν το προϊόν. Κάτι που συμβαίνει στην Ολλανδία, στο Ηνωμένο Βασίλειο ακόμη και στην Ιαπωνία.

Σε ό,τι αφορά την εγχώρια παραγωγή, ένα στοιχείο που συνέβαλε σημαντικά στην ποιοτική αναβάθμιση των ελληνικών κρασιών είναι η σωστή αξιοποίηση του ελληνικού αμπελώνα. Η γεωγραφία της χώρας ευνόησε τη δημιουργία μικρών ανεξάρτητων αμπελώνων. Αν και στον γεωγραφικό χάρτη της Ελλάδας δε θα συναντήσουμε υψηλές οροσειρές, οι λόφοι και τα βουνά που τη διασχίζουν, την κατακερματίζουν σε μικρές περιοχές (μερικές φορές απομονωμένες και από τις γειτονικές τους) διαμορφώνοντας ιδιόμορφη μορφολογία εδάφους. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά λοιπόν του ελληνικού αμπελώνα είναι ο μεγάλος αριθμός μικροπεριοχών με ιδιαίτερο οικοσύστημα (έδαφος – κλίμα – ποικιλία αμπέλου), όπου παράγονται κρασιά με ποιοτικό χαρακτήρα. Σε καθεμία από αυτές τις περιοχές οι εδαφοκλιματικές συνθήκες είναι εξαιρετικά ευνοϊκές για το αμπέλι.

Διαβάστε ακόμα: Ο Βαγγέλης Γεροβασιλείου, ο επίμονος δημιουργός και ιδιοκτήτης τεσσάρων οινοποιείων

Το γλυκό μεσογειακό κλίμα της Ελλάδας με τους μαλακούς χειμώνες και τα ηλιόλουστα καλοκαίρια διαφοροποιείται από την επίδραση των διπλανών βουνών ή της κοντινής θάλασσας, και αποκτά χαρακτήρα μοναδικού μικροκλίματος.Τα εδάφη, μέτριας γονιμότητας, συχνά άγονα, οδηγούν σε καρπό καλής ποιότητας. Οι αμπελώνες είναι τοποθετημένοι σε προνομιούχες θέσεις, σε παραθαλάσσιες περιοχές, σε νησιά, σε πλαγιές βουνών, φτάνοντας σε υψόμετρο μέχρι και 1000 μ. Οι πεδινοί αμπελώνες είναι ελάχιστοι.

Σε αυτές τις συνθήκες καλλιεργούνται οι ποικιλίες του αμπελιού, οι αυτόχθονες ελληνικές ποικιλίες, πολλές από τις οποίες μας παραπέμπουν στην αρχαία Ελλάδα. Συνολικά, υπάρχουν πάνω από 300 γηγενείς ποικιλίες στην Ελλάδα.

Ποιο το αποτύπωμα στις διεθνείς αγορές

Σύμφωνα με τα στοιχεία, που έχει επεξεργαστεί η ΚΕΟΣΟΕ, το 2021 παρατηρείται επιστροφή στα κανονικά μεγέθη στις κύριες εξαγωγικές αγορές, μεγέθη τα οποία είναι προτιμότερο να συγκριθούν με τα αντίστοιχα του 2019 και όχι με αυτά του 2020, έτος που λόγω πανδημίας δεν μπορεί να αποτελέσει έτος βάσης για εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων. Aξίζει πάντως να αναφερθεί η επίδοση του ελληνικού κρασιού στις κύριες εξαγωγικές αγορές και συγκριτικά με το 2020, ως ενδεικτική της τάσης της πορείας του κλάδου. Ικανοποιητικό γεγονός αποτελεί ότι παρατηρείται αύξηση εξαγωγών, ακόμη και αν τα μεγέθη συγκρίνονται με τα αντίστοιχα του 2019. Η πρώτη εξάδα των χωρών εξαγωγής ελληνικών οίνων στην Ε.Ε. αντιπροσωπεύει το 91,54% των συνολικών εξαγωγών σε αξία για το 2021 και αφορά, κατά σειρά ως προς την αξία, τις Γερμανία, Κύπρο, Ιταλία, Κάτω Χώρες, Βέλγιο και Γαλλία.

Η Γερμανία αποτελεί την πρώτη εξαγωγική αγορά για το ελληνικό κρασί (39,47% των εξαγωγών στην Ε.Ε. σε αξία), αφού καταγράφεται αύξηση το 2021 έναντι του 2020 σε αξία κατά 6,19% (28.262.377 €/2021 – 26.615.096 €/2020), ενώ ελαφρά αύξηση επίσης, κατά 0,15%, παρουσιάζεται και σε ποσότητα (12.187.820 kg/2021 – 12.169.105 kg/2020). Αύξηση επίσης κατά 6,03% καταγράφεται στην εξαγόμενη μέση τιμή πώλησης (2,32 €/kg/2021 – 2,19 €/kg/2020) το 2021.

Διαβάστε ακόμα: Το τοπίο στον ελληνικό αμπελοοινικό κλάδο, καθώς βγαίνει από την πανδημία

Δεύτερη πλέον η αγορά της Κύπρου συνεχίζει να αποτελεί έτσι όπως εξελίσσεται σημαντικότατο εξαγωγικό προορισμό για το ελληνικό κρασί, αφού και φέτος κατατάσσεται ψηλά σε επίπεδο Ε.Ε.

Ενδεικτική είναι η εξέλιξη των μεγεθών σε αξία των εξαγομένων οίνων στη χώρα αυτή, αφού η ποσοστιαία μεταβολή του 2021 έναντι του 2020 καταγράφεται στο +41,07% (6.500.950 €/2021 – 4.628.200 €/2020), ενώ η αντίστοιχη μεταβολή (σε αξία) του μέσου όρου 5ετίας ανέρχεται σε +23,48%. Αυξημένη είναι όμως η μέση τιμή πώλησης αποστολών οίνου (+7,51%) σε σχέση με το 2020 (3,88 €/kg/2021 – 3,61 €/kg/2020) η οποία είναι αυξημένη και σε σχέση με το μέσο όρο 5ετίας (+17,76%).

Ευχάριστη έκπληξη η Ιταλία το 2021, που πλασάρεται στην τρίτη θέση, ως προς τις εξαγωγές ελληνικών οίνων στην Ε.Ε. Τα μεγέθη δεν υπακούν σε κανονικότητα, αφού καταγράφεται αύξηση των εξαγωγών προς Ιταλία το 2021 κατά 502,93% (2021: 2.335.501 € – 2020: 387.358 €), ενώ αυτονόητη αύξηση παρουσιάζει και η σύγκριση του Μ.Ο. της τελευταίας 5ετίας με το 2021, όπου καταγράφεται αύξηση της τάξης του 175,67%.

Όσο εντυπωσιακή ήταν η αύξηση των μεγεθών στην αγορά της Γαλλίας, το 2020, τόσο αρνητική είναι το 2021. Η αρνητική μεταβολή μπορεί να εξηγηθεί μόνο από την χρονική αποστολή οίνων του 2021 το 2020, λόγω αλλαγής μεθόδου τιμολόγησης. Οι αποστολές ελληνικών οίνων σε αξία υπέστησαν σημαντική μείωση κατά 81,36% το 2021 έναντι του 2020 (1.169.123 €/2021 – 6.272.504 €/2020), κατά 90,90% σε ποσότητα (346.530 kg/2021 – 3.807.676 kg/2020), ενώ όμως αύξηση παρατηρείται στη μέση τιμή πώλησης οίνων κατά 104,8% (3,37 €/kg 2021 – 1,65 €/kg 2020).

Η αγορά αυτή, με την πιο δυναμική ανάπτυξη παγκόσμια, αλλά και τον πιο έντονο ανταγωνισμό, παρουσιάζει αξιοσημείωτη αύξηση του ρυθμού εξαγωγών το 2021 για το ελληνικό κρασί και παραμένει πρώτη επιλογή ως χώρα στόχος του ελληνικού τομέα οίνου, όσον αφορά τις Τρίτες Χώρες. Να υπενθυμίσουμε, ότι λόγω πανδημίας στη συγκεκριμένη αγορά το 2020 τα μεγέθη κινήθηκαν αρνητικά σε αξία εξαγωγών (-36,53%) και σε ποσότητα (-31,54%). Σύμφωνα με τον παραπάνω πίνακα σημαντική αύξηση κατά 67,83% παρουσιάζουν οι ελληνικές εξαγωγές οίνων σε αξία στις Η.Π.Α. το 2021 έναντι του 2020 (14.216.726 €/2021 – 8.470.727 €/2020). Ανάλογη αλλά λίγο μικρότερη αύξηση παρουσιάζεται και στις εξαγόμενες ποσότητες οίνων το 2021 έναντι του 2020 κατά 55,76% (2.554.699 kg/2021 – 1.640.105 kg/2020), ενώ αύξηση παρατηρείται στη μέση τιμή πώλησης εξαγόμενων οίνων το 2021 έναντι του 2020 κατά 7,15% (5,56 €/kg/2021 – 5,16 €/kg/2020).

Ο Καναδάς, αντίθετα με τις Η.Π.Α., παρουσίασε αύξηση των μεγεθών 2020/2019 (+28,98% σε αξία, +20,78% σε ποσότητα και +0,16% σε μέση τιμή. Το 2021 παρουσιάζεται ελαφρά αύξηση στην αξία εξαγωγών οίνου έναντι του 2020 κατά 0,52% (7.295.255 €/2021 – 7.257.235 €/2020), ενώ μείωση καταγράφεται στις εξαγόμενες ποσότητες κατά 7,46% (1.404.635 kg/2021 – 1.517.852 kg/2020). Εξαιτίας των ανωτέρω μεταβολών, αύξηση παρουσιάζει και η μέση τιμή πώλησης κατά 8,63% (5,19 €/kg/2021 – 4,78 €/kg/2020).

Τέλος, το Ηνωμένο Βασίλειο, για πρώτη χρονιά μετά από δύο δεκαετίες, πλασάρεται στην πρώτη τριάδα χωρών υποδοχής ελληνικών κρασιών. Τρίτη χώρα πλέον ως προορισμός, συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των Ελλήνων οινοποιών, αφού «τρέχουν» και προγράμματα Προβολής – Προώθησης στη χώρα αυτή. Σε επίπεδο μεταβολής εξαγωγικών αριθμών, οι εξαγωγικές επιδόσεις στο ΗΒ είναι εντυπωσιακές. Σε αξία το 2021 έναντι του 2020, η αύξηση καταγράφεται στο +107,01% (2021: 6.197.261 € – 2020: 2.993.638 €), σε ποσότητα στο +72,4% (2021: 1.616.371 kg – 2020: 939.520 kg), ενώ αξιοσημείωτη αύξηση παρατηρείται και στη μεταβολή της μέσης τιμής εξαγωγής, στο +20,33% (2021: 3,83 €/kg – 2020: 3,19 €/kg).