Με τη συζήτηση τα τελευταία χρόνια να περιστρέφεται γύρω από τη βιώσιμη ανάπτυξη όλο και περισσότερο καθημερινά, και ενώ όλο και περισσότερες εταιρείες κάνουν βήματα σε νέες, πιο βιώσιμες πρακτικές, παρατηρείται το φαινόμενο μερικές εξ αυτών να ακολουθούν την παγκόσμια αυτή τάση με πιο αργούς ρυθμούς από τον ανταγωνισμό τους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο κολοσσός των ειδών πολυτελείας LVMH, που παρά το γεγονός ότι αποτελεί τον μεγαλύτερο όμιλο ειδών πολυτελείας στον κόσμο, δεν είχε παρουσιάσει κάποιο πλάνο βιωσιμότητας μέχρι και τον προηγούμενο Νοέμβριο, οπότε και εντάχθηκε στη Συμμαχία των Ηνωμένων Εθνών για τη βιώσιμη μόδα. Η εταιρεία, στην οποία ανήκουν μεγάλα ονόματα της παγκόσμιας βιομηχανίας της μόδας, όπως η Lοuis Vuitton, Dior, Bulgari, Kenzo, αλλά και είδη πολυτελείας εκτός του παραπάνω χώρου, όπως η Moët et Chandon και η Belvedere, χρειάστηκε μέχρι το Μάρτιο του ΄21 για να λανσάρει το βιώσιμο πλάνο της με την επωνυμία «Life 360», σε αντίθεση με μεγάλα ονόματα του ανταγωνισμού, τα οποία είχαν ήδη στελεχώσει εξειδικευμένα τμήματα και εφαρμόσει σταδιακά βιώσιμες στρατηγικές.
Στοχεύοντας στην αναπλήρωση του «χαμένου» χρόνου, η Life 360 υιοθετεί πρακτικές που αναπληρώνουν κενά στη βιωσιμότητα της βιομηχανίας της μόδας, καθώς μέσω της χρήσης ανακυκλωμένων υλών από τις μάρκες ποτών του ομίλου, και αξιοποιώντας τις στην παραγωγή ενδυμάτων, αντικαθιστώντας έτσι επιβλαβείς ουσίες, αλλά και ρίχνοντας ξεχωριστό βάρος στην αναγεννητική γεωργία, αποσκοπεί σε βάθος δεκαετίας στο να αντικαταστήσει το 25% του κέρδους της από νεα προϊόντα με «ανακυκλωμένα», διαδικασία η οποία με τη σειρά της φέρνει στο τραπέζι νέες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν.
Παρά τις φαινομενικά καινοτόμες προσπάθειες της εταιρείας μέσω της Life 360 να παρουσιάσει ένα βιώσιμο πλάνο για την παραγωγή της, ερωτήματα εγείρει το γεγονός ότι δεν δείχνει, προς το παρόν, τη διάθεση να εγκαταλείψει παρελθοντικές, παραδοσιακές πρακτικές, οι οποίες αποτελούν κόκκινο πανί για ολοένα και μεγαλύτερη μερίδα του καταναλωτικού κοινού, και ως εκ τούτου προτεραιότητα στις στρατηγικές βιώσιμης παραγωγής και ανάπτυξης στα πλάνα άλλων, ανταγωνιστικών εταιρειών. Ο λόγος φυσικά για τη χρήση αληθινής γούνας και δέρματος, υλικά των οποίων η συνεχιζόμενη χρήση αφήνει αμφιβολίες όσον αφορά τις προσπάθειες προσαρμογής της Life 360 σε ένα μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης.
Διαβάστε ακόμα: Όχι στη χρήση γούνας λέει η Dolce & Gabbana
Στον αντίποδα, ωστόσο, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι νέες συνεργασίες της LVMH με σκοπό τη βιώσιμη ανάπτυξη. Πιο συγκεκριμένα, μέσω μιας νέας συνεργασίας με την Colorfix, μια νέα καινοτόμα startup, η LVMH αποσκοπεί στην αντικατάσταση των χημικών που χρησιμοποιούνται στις βαφές με φιλικά προς το περιβάλλον υλικά. Ωστόσο, σύμφωνα με επίσημα χείλη της εταιρείας, η LVMH δραστηριοποιείται ενδοεταιρικά και σε άλλες παρόμοιες τακτικές, οι οποίες θα αποκαλυφθούν μελλοντικά στο ευρύ κοινό.
Διαβάστε ακόμα: Ο πρόεδρος του ομίλου πολυτελείας LVMH δεν ενδιαφέρεται και τόσο για το metaverse
Σε άλλες εταιρείες του ομίλου τώρα, παρατηρούμε μια άλλη καινοτόμα ιδέα, η οποία αν φτάσει σε στάδιο υλοποίησης θα αλλάξει σε μεγάλο βαθμό το ίδιο το «είναι» της πολυτελούς μόδας. Για την ακρίβεια, πρόταση γίνεται από ονόματα όπως η Louis Vuitton να εκπονηθεί ένα πλάνο επισκευής και ανακύκλωσης των πολυτελών ειδών. Επισκευάζοντας, επαναχρησιμοποιώντας πολύτιμες πρώτες ύλες αλλά και αντικαθιστώντας τις με νέες, εναλλακτικές, καθώς και ανακυκλώνοντας παλαιότερες κολεξιόν, η εταιρεία ελπίζει να αλλάξει ριζικά το τι ορίζεται ως πολυτέλεια, δίνοντας στον όρο μια νέα υπόσταση, μέσω όλων των παραπάνω – την αντοχή στο χρόνο.
Φυσικά, όλα τα παραπάνω γεννούν δυσκολίες στην υλοποίηση, γεγονός που απαιτεί ενδοεταιρικές αλλαγές για την επίτευξη των στόχων. Το γεγονός και μόνο πως η εν λόγω εταιρεία αποτελεί τον μεγαλύτερο αγοραστή φυσικού δέρματος παγκοσμίως, εγείρει ερωτήματα για το πώς ο όμιλος θα καταφέρει να αλλάξει την παραδοσιακή γραμμή προμηθειών του, καθώς και για το πώς δύναται να προμηθευτεί εναλλακτικές, βιώσιμες πρώτες ύλες στα μεγέθη που απαιτούνται για την, κάθε άλλο πάρα μικρή, παραγωγή.
Με σκοπό να πετύχει τους συγκεκριμένους στόχους, ο όμιλος, υιοθετώντας μια ολιστική προσέγγιση στο εταιρικό πλάνο του, συλλέγει πλέον reports από όλες της εταιρείες του χαρτοφυλακίου του αναφορικά με τις βιώσιμες πολιτικές τους, οδηγώντας έτσι τις εταιρείες σε μεταξύ τους συνεργασίες και συνεννοήσεις, καθώς οι στόχοι του προγράμματος Life 360 αποτελούν πλέον μέρος και της δίκης τους στοχοθεσίας. Ασαφείς παραμένουν ωστόσο οι επιπτώσεις που δυνητικά θα αντιμετωπίσει η κάθε εταιρεία σε περίπτωση που δεν επιτευχθούν τα παραπάνω.
Παρά τις έκρυθμες και δυσμενείς οικονομικά συνθήκες των τελευταίων ετών (πανδημία, πόλεμος στην Ουκρανία), ο όμιλος LVΜΗ είδε τα έσοδά του να εκτινάσσονται σε δυσθεώρητα επίπεδα το 2022, παρά την κατακόρυφη αύξηση των τιμών στα προϊόντα των μεγάλων brands, γεγονός που οδηγεί τα μεγάλα κεφάλια των εταιρειών να αναθεωρήσουν τον τρόπο παραγωγής κέρδους, και αφήνοντας πίσω του την υπερπαραγωγικότητα, καθώς με μικρότερη παραγωγή και υψηλότερες τιμές ανά προϊόν, ισοσταθμίζεται η απώλεια εσόδων από τη μικρότερη ζήτηση.
Συνοψίζοντας, οι στοχοθεσίες και η επίτευξη των στόχων μπορεί να είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Ωστόσο, κάθε ταξίδι ξεκινά με το πρώτο βήμα, και στην περίπτωση της LVΜΗ το πρώτο βήμα εχει γίνει. Σύμφωνα με τους αναλυτές, εάν ο όμιλος ακολουθήσει πιστά τα πλάνα βιώσιμης παραγωγής και ανάπτυξης, θέτοντας στόχους και ενημερώνοντας συστηματικά το κοινό για την επίτευξη τους, θα κερδίσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών, γεγονός το οποίο είναι εύκολα αντιληπτό πως μόνο θετικά μπορεί να επιδράσει στην πορεία του κολοσσού της πολυτέλειας.
Με πληροφορίες από το Vogue Business
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.