Οι Μύλοι Λούλη και η οικογένεια που συνδέεται με την επιχείρηση διανύουν ήδη διαδρομή δυόμισι αιώνων. Ο Νίκος Λούλης, που βρίσκεται αυτήν τη στιγμή επικεφαλής της εταιρείας ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, αποτελεί την 7η γενιά της επιχείρησης.
Η μεγαλύτερη αλευροβιομηχανία της Ελλάδας κινείται παραγωγικά με τρεις μονάδες παραγωγής αλεύρων στη Σούρπη Μαγνησίας, στη Βουλγαρία αλλά και στο Κερατσίνι στην Αθήνα. Ταυτόχρονα όμως δραστηριοποιείται και στην παραγωγή πρώτων υλών ζαχαροπλαστικής και αρτοποιίας μέσω της Kenfood, διατηρώντας παραγωγική εγκατάσταση στη Θήβα.
Από την Αετοράχη Ιωαννίνων το 1872
Η επιχείρηση έκανε τα πρώτα της βήματα το 1872 στην Αετοράχη Ιωαννίνων. Ήταν τότε που ο Ζώης Λούλης κατασκεύασε έναν πετρόμυλο, κάνοντας τα πρώτα του βήματα στο επάγγελμα. Ο γιος του Ιωάννης Λούλης ίδρυσε αργότερα στα Γιάννενα μία από τις μεγαλύτερες τράπεζες της περιοχής, αναπτύσσοντας εκεί ευρεία φιλανθρωπική δράση, γεγονός που τον κατέστησε έναν από τους σημαντικότερους ευεργέτες της εποχής του.
Το 1898, ο Χρήστος Λούλης εγκαταστάθηκε στον Βόλο, όπου διέγνωσε τα πλεονεκτήματα της περιοχής και τη δυνατότητα πρόσβασης σε λιμάνι. Αρχικά εργαζόταν στον υδροκίνητο Μύλο Ρήγα – Ζαρζαμπά και λίγο αργότερα εργάστηκαν εκεί και τα αδέρφια του, Κωνσταντίνος και Νίκος. Τα τρία αδέρφια νοίκιασαν το 1909 τον Ατμόμυλο Ξύδη στον Άνω Βόλο και έτσι ξεκίνησαν την επιχειρηματική τους διαδρομή. Το 1914 προχώρησαν στη δημιουργία ενός νέου εργοστασίου και στη σύσταση επιχείρησης με την επωνυμία Κυλινδρόμυλος Αδελφών Λούλη – Ν. Χατζηνίκου και Σία. Το 1924, ο Μύλος περιήλθε στην πλήρη ιδιοκτησία των αδελφών Λούλη, ενώ ταυτόχρονα απέκτησαν το 25% των Μύλων Αλλατίνη στη Θεσσαλονίκη. Το 1927 ο Μύλος Λούλη μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία με πρόεδρο τον Χρήστο Θεμ. Λούλη. Έναν χρόνο αργότερα δημιουργήθηκε ένας νέος μύλος και τον Ιούλιο του 1929 στον όρμο Αγίου Γεωργίου στο Κερατσίνι, κατασκευαζόταν ο μεγαλύτερος μύλος της χώρας. Αντίπαλον δέος έμελλε να αποτελέσει η ανταγωνιστική επιχείρηση Μύλοι Αγίου Γεωργίου Α.Ε., που ιδρύθηκε τότε από τους Συμεώνογλου, Βουδούργολου και Καραϊωσηφόγλου. Τον Οκτώβριο του 1951, η Κυλινδρόμυλος Λούλη Α.Ε. εισήχθη στο Χρηματιστήριο Αθηνών, κίνηση που έκανε με τη σειρά της και η Μύλοι Αγίου Γεωργίου Α.Ε., με τη μία επιχείρηση να παρακολουθεί στενά την άλλη σε κάθε της κίνηση.
Διαβάστε ακόμα: Το άλμα της Καραμολέγκος πάνω από τα 100 εκατομμύρια
Το 1995, η Κυλινδρόμυλος Λούλη εξαγόρασε τον Μύλο Σιμιτζή στην Καβάλα, ανακαινίζοντας εκ βάθρων τις εγκαταστάσεις και επενδύοντας σε καινούριο μηχανολογικό εξοπλισμό. Το 1999 εξαγόρασε το 52% της εταιρείας Μύλοι Αγίου Γεωργίου, με την πρώτη να διοικείται τότε από τον Κωνσταντίνο Λούλη. Για να αντιληφθεί κανείς τις ισορροπίες της εποχής και της εξαγοράς, αρκεί να αναφερθεί ότι ο κύκλος εργασιών της Μύλοι Λούλης ήταν 47,4 εκατ. ευρώ και των Μύλων Αγίου Γεωργίου 50,4 εκατ. ευρώ το 1999, όταν έγινε η εξαγορά. Το 2004 η Μύλοι Λούλη προχωρούσε στην πλήρη απορρόφηση της Μύλοι Γεωργίου, κατέχοντας πλέον το 100% των μετοχών της δεύτερης.
Η μεγαλύτερη αλευροβιομηχανία των Βαλκανίων
Ο όμιλος Μύλοι Λούλη εκτός από τη μεγαλύτερη αλευροβιομηχανία στα Βαλκάνια, αποτελεί αυτήν τη στιγμή και τη μεγαλύτερη επιχείρηση του κλάδου στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και μία από τις ισχυρότερες στην Ευρώπη.
Για να εξυπηρετεί την τροφοδοσία της με πρώτες ύλες η εταιρεία έχει στο δυναμικό της και δύο ιδιόκτητα λιμάνια, το ένα στη Σούρπη και το δεύτερο στον Άγιο Γεώργιο Κερατσινίου. Το πρώτο έχει την δυνατότητα ταυτόχρονης φορτοεκφόρτωσης τεσσάρων πλοίων. Το δεύτερο έχει την δυνατότητα φορτοεκφόρτωσης σιτηρών συνολικού βάρους 140 τόνων ανά ώρα. Προκειμένου να εξυπηρετεί τις ανάγκες της η επιχείρηση επένδυσε και στην κατασκευή ενός σύγχρονου επιλιμένιου μύλου στη Σούρπη, με ποσό που το 2003 άγγιξε τα 60 εκατομμύρια δολάρια.
Με πέντε ιδιόκτητα κέντρα διανομής σε Μάνδρα, Σούρπη, Καλοχώρι Θεσσαλονίκης, Ποδοχώρι Καβάλας και Toshevo Βουλγαρίας, οι Μύλοι Λούλη εξυπηρετούν απρόσκοπτα τις ανάγκες τους, με σημεία διάθεσης προϊόντων ανά 200 χιλιόμετρα και πλήρη στόλο φορτηγών για τη μεταφορά των αγαθών που παράγουν.
Οι επενδύσεις και οι νέες εξαγορές
Τα τελευταία χρόνια ο όμιλος έχει θέσει σε εφαρμογή την υλοποίηση ενός επενδυτικού πλάνου συνολικού ύψους 25 εκατομμυρίων ευρώ. Το ποσό αφορά τόσο στην εξαγορά της Kenfood και την επέκταση στα έτοιμα μείγματα, όσο και σε μία ακόμα εξαγορά, αυτήν της βιομηχανικής εγκατάστασης στην περιοχή του Toshevo στην Βουλγαρία. Από το πλάνο όμως δεν λείπουν νέες επενδύσεις, όπως η προοπτική κατασκευής ενός ακόμη μύλου. Ταυτόχρονα όμως ο όμιλος εξαγόρασε τον παραγωγικό εξοπλισμό των Μύλων Χατζηκρανιώτη, μίας ιστορικής επιχείρησης στον τομέα της αλευροποιίας, εισηγμένης στο Χρηματιστήριο, η οποία υπό την πίεση των χρεών διέκοψε τη λειτουργία της.
Ο όμιλος Al Dahra και η συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο
Εκτός από την οικογένεια Λούλη που έχει την πλειοψηφία των μετοχών του ομίλου, στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας αυτή τη στιγμή συμμετέχει ένα από τα σημαντικότερα και πιο μεγάλα funds στον τομέα των τροφίμων. Ο λόγος για την Al Dahra Company, με έδρα το Άμπου Ντάμπι των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Πρόκειται για μία στρατηγική συνεργασία των δύο πλευρών, η οποία ξεκίνησε να υλοποιείται τον Μάιο του 2013 με την απόκτηση του 10% των μετοχών της ελληνικής επιχείρησης, ενώ με την αύξηση κεφαλαίου που ακολούθησε από πλευράς των Αράβων, το ποσοστό τους ανήλθε στο 20% με προοπτική κάποια στιγμή να αυξηθεί ακόμη περισσότερο.
Το παράδοξο της αποτίμησης
Το παράδοξο, πάντως, με την ελληνική, κορυφαία στον κλάδο της αλευροβιομηχανία, είναι ότι η αποτίμηση στον πίνακα του Χρηματιστηρίου Αθηνών, όπου είναι εισηγμένη ανέρχεται σε μόλις 42 εκατομμύρια ευρώ. Σε έναν κλάδο με ιδιαίτερη κινητικότητα παγκοσμίως, όπου κατά καιρούς λαμβάνουν χώρα μεγάλες επιχειρηματικές συμφωνίες, με αρκετά μικρότερες επιχειρήσεις να εξαγοράζονται για πολύ μεγαλύτερα ποσά από το προαναφερόμενο.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.