Η αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας είναι ζωτικής σημασίας για τον περιορισμό των εκπομπών άνθρακα και την επίτευξη των κλιματικών στόχων. Σε μια αισιόδοξη είδηση, το 2021 ήταν η χρονιά κατά την οποία οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κατάφεραν να αγγίξουν υψηλά ποσοστά. Το 2015, όταν υπογράφηκε η Συμφωνία του Παρισιού, η αιολική και ηλιακή ενέργεια αποτελούσαν μόλις το 4,6% της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας. Το 2021 οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας άγγιξαν το 38%.
Η άνοδος της αιολικής αλλά και της ηλιακής ενέργειας αντικατοπτρίζει την ευρύτερη ανάπτυξη της τελευταίας δεκαετίας. Η πρόοδος της τεχνολογίας συνέβαλε σημαντικά σε αυτήν, μειώνοντας παράλληλα το κόστος εκμετάλλευσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ειδικά η πτώση των τιμών που αφορούν την ηλιακή ενέργεια και τα φωτοβολταϊκά είναι εντυπωσιακή: μέσα στη δεκαετία 2009 – 2019, η τιμή της ηλιακής ενέργειας μειώθηκε κατά 89%, ενώ η τιμή της χερσαίας αιολικής ενέργειας μειώθηκε κατά 70%.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ember, η οποία εξέτασε δεδομένα αναφορικά με τα επίπεδα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε 75 χώρες, όλες οι μορφές καθαρής ενέργειας μη ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένων κυρίως της αιολικής και της ηλιακής, αντιπροσώπευσαν το 38% της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας που παρήχθη το 2021. Μάλιστα, το συγκεκριμένο ποσοστό ήταν υψηλότερο από εκείνο του άνθρακα, ο οποίος έδωσε το 36% της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας.
Διαβάστε επίσης: Οι startups εντοπισμού εκπομπών άνθρακα είναι η νέα επιχειρηματική τάση
Το βασικότερο από όλα είναι να διατηρηθεί αυτή η ανοδική πορεία τουλάχιστον για τα επόμενα δέκα χρόνια. Αυτήν τη στιγμή υπάρχουν 50 χώρες, των οποίων τα επίπεδα της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας κυμαίνονται στο 10%. Σύμφωνα με στοιχεία της έρευνας, οι Κίνα, Ιαπωνία, Μογγολία, Βιετνάμ, Αργεντινή, Ουγγαρία και Ελ Σαλβαδόρ κατάφεραν να επιτύχουν αυτά τα ποσοστά το 2021. Επίσης, χώρες όπως είναι το Βιετνάμ, η Αυστραλία και η Ολλανδία, κατάφεραν να αντικαταστήσουν το 8% της συνολικής ζήτησης από ορυκτά καύσιμα με αιολική και ηλιακή ενέργεια μέσα στα τελευταία δύο χρόνια.
Παρόλα αυτά, τα ορυκτά καύσιμα εξακολουθούν να καλύπτουν την πλειονότητα των αναγκών ενέργειας, καλύπτοντας το 62% της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας το 2021, από 61% το 2020. Μετά την έξαρση της πανδημίας και των συνεχόμενων lockdowns του 2020, και καθώς η οικονομία άρχισε να αναζωπυρώνεται, η παγκόσμια ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια εκτινάχθηκε, ενώ οι εκπομπές άνθρακα αυξήθηκαν σημαντικά.
Η ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, με τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου να φτάνουν στα ύψη, θα μπορούσε να δώσει το κίνητρο στις χώρες να επικεντρωθούν ακόμη περισσότερο στην αιολική αλλά και στην ηλιακή ενέργεια, έτσι ώστε να μη χρειάζεται να εισάγουν ορυκτά καύσιμα, αλλά να παράγουν και να εκμεταλλεύονται τη δική τους εγχώρια ηλεκτρική ενέργεια. Καθώς η Ευρώπη εξετάζει εμπάργκο στον ρωσικό άνθρακα και συζητιέται πώς θα επέλθει η απεξάρτηση από τα ρωσικά καύσιμα, ο προβληματισμός για το ενεργειακό μέλλον του κόσμου έχει αναδειχθεί πιο επείγων από ποτέ.
Διαβάστε επίσης: Μπορεί η Ευρώπη να επιστρέψει στον άνθρακα, ελλείψει ρωσικού πετρελαίου και αερίου;
Σε κάθε περίπτωση, τόσο η αιολική όσο και η ηλιακή ενέργεια θα πρέπει να αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του παγκόσμιου συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας. Καθώς η χρήση άλλων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όπως η υδροηλεκτρική μειώθηκε κατά τη διάρκεια του 2021, αναδύεται ακόμα πιο επιτακτική η ανάγκη να δοθεί έμφαση στη δυναμική αυτών των δύο ανεξάντλητων πηγών.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.