22 Νοέ 2024
READING

Η ευρωπαϊκή περιπέτεια και το στοίχημα διεθνοποίησης της ΦΑΓΕ

5 MIN READ

Η ευρωπαϊκή περιπέτεια και το στοίχημα διεθνοποίησης της ΦΑΓΕ

Η ευρωπαϊκή περιπέτεια και το στοίχημα διεθνοποίησης της ΦΑΓΕ

Μία επιχειρηματική προσπάθεια κατά κύριο λόγο ενέχει ρίσκο. Ταυτόχρονα περιλαμβάνει επενδυτική διάθεση με στόχο την ανάπτυξη, κινήσεις στο εμπορικό πεδίο αλλά και στο μάρκετινγκ για καλύτερη τοποθέτηση στην αγορά και αρκετούς ακόμα παράγοντες που καθορίζουν την πορεία της στην συνέχεια.

Στην περίπτωση της ΦΑΓΕ, υπάρχει ένα βαρύ επιχειρηματικό ιστορικό και μία εμβληματική μάρκα προϊόντος που ακούει στο όνομα Total. Η ιστορία της ΦΑΓΕ ξεκίνησε το 1926, με τον Αθανάσιο Φιλίππου να δημιουργεί το πρώτο της γαλακτοπωλείο στην Αθήνα. Το 1950 το στραγγιστό γιαούρτι της ΦΑΓΕ την απογειώνει, σε μία χρονική περίοδο που η εταιρεία μόλις είχε δημιουργήσει την πρώτη αλυσίδα χονδρικής διανομής στην Ελλάδα. Κομβικής σημασίας χρονιά ήταν το 1975. Τότε τυποποιήθηκε για πρώτη φορά το γιαούρτι Total, στις νέες εγκαταστάσεις που είχε δημιουργήσει η εταιρεία στη Μεταμόρφωση Αττικής, όπου και παραμένει έως και σήμερα το κεντρικό της εργοστάσιο.

Οι πρώτες εξαγωγές

Η επιχείρηση όμως δεν έμεινε εκεί, καθώς το 1980 ξεκίνησε η επέκτασή της στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιταλία, ενώ το 1990 έκανε το βήμα στην άλλη όχθη του Ατλαντικού με το στραγγιστό γιαούρτι Total να κάνει τα πρώτα του βήματα εκεί.

Η επιτυχία της εταιρείας μάλιστα επί αμερικανικού εδάφους ήταν τέτοια, που η ίδια το 2004 έκανε γνωστή την απόφασή της να δημιουργήσει το δικό της εργοστάσιο εκεί, διαβλέποντας τις προοπτικές που είχε το περίφημο ελληνικό γιαούρτι. Τα δεδομένα βέβαια στην παγκόσμια αγορά γιαουρτιού άλλαξαν άρδην στη διάρκεια των ετών που ακολούθησαν, ενώ και στην Αμερική εμφανίστηκε ο νέος μεγάλος παίκτης του «Greek style yogurt» και βασικός ανταγωνιστής της ΦΑΓΕ, η Chobani του Hamdi Ulukaya, ο οποίος ουσιαστικά δημιούργησε μία σειρά προϊόντων βασισμένων στο «ελληνικού τύπου γιαούρτι». Η επιτυχία του Ulukaya βασίστηκε – μεταξύ άλλων – στο γεγονός ότι ο ίδιος απευθύνθηκε εξαρχής με το γιαούρτι του στο σύνολο των καταναλωτών, διευρύνοντας την διανομή του προϊόντος του σε όσο το δυνατόν περισσότερα καταστήματα και σε όσο το δυνατόν περισσότερες διατροφικές παραλλαγές και συνταγές.

Η είσοδος στο τυρί – Η είσοδος και η έξοδος από το γάλα

Σημείο αναφοράς στην πορεία της εταιρείας ήταν και η είσοδός της στην παραγωγή τυροκομικών, κάτι που τοποθετείται χρονικά το 1991, ενώ το 1993 εισήλθε στην κατηγορία του φρέσκου γάλακτος, από την οποία αποεπένδυσε το 2016, πουλώντας το εργοστάσιό της στο Αμύνταιο.

Αυτήν τη στιγμή η ΦΑΓΕ διατηρεί εργοστάσια στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ελλάδα. Με την παραγωγική δυναμική που έχει η γαλακτοβιομηχανία, δραστηριοποιείται σε περισσότερες από 30 χώρες του κόσμου με τα προϊόντα της, μεταξύ των οποίων αγορές στις ηπείρους της Ευρώπης, της Αμερικής, της Ασίας, της Αφρικής.

Το περιπετειώδες εγχείρημα του Λουξεμβούργου

Σε μία προσπάθεια να μεγαλώσει στην Ευρώπη, η ΦΑΓΕ τα τελευταία χρόνια έκανε αρκετές προσπάθειες να δημιουργήσει παραγωγική εγκατάσταση στο Λουξεμβούργο, πρωτοβουλία που έληξε με περιπετειώδη – θα έλεγε κανείς – τρόπο.

Και στη συνέχεια της περιπέτειας στο Λουξεμβούργο, ήρθε το εναλλακτικό σχέδιο επέκτασης στην Ολλανδία, στην βιομηχανική ζώνη του Riegmeer Hoogeveen, το οποίο εκτιμάται ότι θα προσθέσει 40.000 επιπλέον τόνους παραγωγής γιαουρτιού και η επένδυση για την κατασκευή του θα ανέλθει στα 150 εκατ. ευρώ, με την ολοκλήρωσή του να υπολογίζεται για το 2024. H περιπετειώδης διαδρομή του εργοστασίου στο Λουξεμβούργο που τελικά οδήγησε την εταιρεία να μεταφέρει την κατασκευή του στην Ολλανδία, ξεκίνησε με την αγορά οικοπέδου εκεί έναντι 27,6 εκατ. ευρώ. Η ελληνική γαλακτοβιομηχανία είχε αγοράσει το οικόπεδο από το Δημόσιο της συγκεκριμένης χώρας, δεδομένου ότι ήδη από το 2012 η έδρα της εταιρείας βρισκόταν εκεί και η ίδια υπολόγιζε στην παρουσία της στη χώρα, επισφραγίζοντάς τη με μία παραγωγική εγκατάσταση.

Το 2020 γινόταν γνωστό ότι η ΦΑΓΕ θα προχωρούσε στην ακύρωση της επένδυσης στο Λουξεμβούργο, ο προϋπολογισμός για την οποία ανερχόταν σε συνολικό ποσό ύψους 277 εκατ. ευρώ.

«Λυπάμαι που η ΦΑΓΕ αποφάσισε να εγκαταλείψει το βιομηχανικό project, μετά από τέσσερα χρόνια διαδικασιών. Η επένδυση επρόκειτο να συμβάλει στην ανάπτυξη της περιφερειακής οικονομίας και στην πορεία ανάκαμψης από την τρέχουσα κρίση» ανέφερε τότε χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομίας του Λουξεμβούργου, Φρανζ Φαγιότ.

Ο τοπικός τύπος από την πλευρά του ανέφερε ότι η επένδυση βρήκε εμπόδιο κυρίως στις αντιδράσεις της τοπικής κοινωνίας, η οποία είχε προβάλει ισχυρές ενστάσεις τόσο για τις ανάγκες της βιομηχανικής μονάδας σε πόσιμο νερό, όσο και για την περιβαλλοντική διαχείριση των αποβλήτων από την επεξεργασία του γάλακτος.

Ένας ισχυρός παίκτης στη γαλακτοβιομηχανία

Η ΦΑΓΕ σήμερα αποτελεί έναν ισχυρό παίκτη στη γαλακτοβιομηχανία. Σε επίπεδο οικονομικών επιδόσεων κατά το διάστημα των μηνών Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2021 κατέγραψε πωλήσεις 408,6 εκατ. δολαρίων, αυξημένες κατά 3,6% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2020. Οι πωλήσεις σε αξία ενισχύθηκαν κατά 20% στην Ιταλία, κατά 8,8% στο Ηνωμένο Βασίλειο και κατά 3,9% στην Ελλάδα. Αντιθέτως, υποχώρησαν κατά 3,2% στις ΗΠΑ. Σε κάθε περίπτωση η ΦΑΓΕ θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι μία αμιγώς εξαγωγική δύναμη. Το γεγονός αποδεικνύει ότι το 85,3% των πωλήσεών της σε αξία στο εννεάμηνο προέρχονται από τις πωλήσεις εκτός Ελλάδας.

Αυτή τη στιγμή και μετά από 96 χρόνια διαδρομής, η ΦΑΓΕ διατηρεί ακόμα και σήμερα των οικογενειακό της χαρακτήρα, καθώς επικεφαλής της είναι η τρίτη γενιά της οικογένειας Φιλίππου. Και που εάν όλα εξελιχθούν ομαλά και ολοκληρώσει το πλάνο επέκτασής της με νέο εργοστάσιο στην Ολλανδία, θα αποτελέσει μία ακόμα διεθνοποιημένη επιχείρηση με ελληνικό αποτύπωμα, μετά την πρόσφατα εξαγορασθείσα Chipita, από την Mondelez International.

 

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.