Νέα έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το marketing τροφίμων προωθεί κατά κύριο λόγο τρόφιμα που συμβάλλουν σε ανθυγιεινή διατροφή. Το ποσοστό του marketing του junk food είναι γενικά μεγαλύτερο από 50%, ενώ σε ορισμένες μελέτες παρουσιάστηκε μέχρι και πάνω από 90%.
Η έρευνα του ΠΟΥ με τίτλο “Food marketing exposure and power and their associations with food-related attitudes, beliefs and behaviours” εκπονήθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάπτυξης κατευθυντήριων γραμμών του Οργανισμού, η οποία παρέχει συστάσεις για την πολιτική δημόσιας υγείας. Η έκθεση αναφέρει ότι οι πιο συχνά προωθούμενες κατηγορίες τροφίμων περιλάμβαναν fast food, ζαχαρούχα ποτά, σοκολάτα και ζαχαρωτά, αλμυρά/πικάντικα σνακ, γλυκά αρτοσκευάσματα και σνακ, δημητριακά πρωινού, γαλακτοκομικά προϊόντα και επιδόρπια.
Επιπλέον, ο ΠΟΥ κατέληξε στο γεγονός ότι τα παιδιά εκτίθενται σε μεγάλο μέρος αυτών των μηνυμάτων. Αυτό προκύπτει από τις ενδείξεις ότι το marketing τροφίμων που προωθεί λιγότερο υγιεινά τρόφιμα είναι διαδεδομένο σε περιβάλλοντα όπου συγκεντρώνονται παιδιά (π.χ. σχολεία, αθλητικοί σύλλογοι). Επιπλέον, οι διαφημίσεις τροφίμων μέσω της τηλεόρασης είναι πιο συχνές κατά τις τυπικές ώρες παρακολούθησης των παιδιών, κατά τη διάρκεια των σχολικών διακοπών, σε παιδικά κανάλια ή γύρω από παιδικά προγράμματα.
Διαβάστε επίσης: Unilever | Στοπ στις διαφημίσεις παγωτών για παιδιά
Η επιρροή του marketing
Ο ΠΟΥ εξέτασε στην εν λόγω έρευνα τη δύναμη που ασκούν αυτά τα μηνύματα marketing στο νεαρό ακροατήριο. Εντοπίστηκε μια σειρά από τακτικές που χρησιμοποιεί η βιομηχανία τροφίμων για να αποκτήσει επιρροή στα παιδιά, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης διασημοτήτων ή γνωστών αθλητών στις διαφημίσεις και διαφημιστικών χαρακτήρων. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται προωθητικές ενέργειες και δώρα, διαγωνισμοί, παιχνίδια, ενώ οι διαφημίσεις αξιοποιούν έντονα χρώματα, εικόνες και κινούμενα σχέδια, ειδικά εφέ, πειστικές εκκλήσεις και διάφορες άλλες τεχνικές δέσμευσης.
Οι στρατηγικές που πιθανόν να απευθύνονται στα παιδιά χρησιμοποιήθηκαν επίσης συχνότερα για την προώθηση τροφίμων που συμβάλλουν σε ανθυγιεινή διατροφή, ενώ προβάλλονται συχνότερα κατά τη διάρκεια των σχολικών διακοπών.
Διαβάστε επίσης: Η Μεγάλη Βρετανία σχεδιάζει να απαγορεύσει την προβολή junk food
Το marketing ανθυγιεινών τροφίμων εκμεταλλεύεται τα αναπτυξιακά τρωτά σημεία των παιδιών και των εφήβων. Κατά την παρακολούθηση τηλεόρασης, για παράδειγμα, τα παιδιά ηλικίας κάτω των περίπου 5 ετών δεν είναι σε θέση να διακρίνουν τη διαφορά μεταξύ ενός προγράμματος και μιας διαφήμισης. Ακόμη και τα μεγαλύτερα παιδιά που μπορούν να αναγνωρίσουν τη διαφήμιση δε διαθέτουν τις γνωστικές δεξιότητες και την εμπειρία για να ερμηνεύσουν κριτικά τα μηνύματα marketing. Παράλληλα οι έφηβοι είναι αρκετά ευεπηρέαστοι και είναι πιο πιθανό να ανταποκριθούν σε ενδείξεις του περιβάλλοντος, όπως το marketing.
Εξετάζοντας τον αντίκτυπο που έχουν όλα αυτά στις αντιλήψεις και τις στάσεις των παιδιών και των νέων, ο ΠΟΥ αποκάλυψε ότι υπάρχει σχέση μεταξύ του ψυχαγωγικού και συναισθηματικού τρόπου με τον οποίο προωθούνται τα ανθυγιεινά τρόφιμα και της συχνότητας κατανάλωσης. Συγκεκριμένα, καθώς αυξάνονταν οι θετικές αντιλήψεις των εφήβων απέναντι στη διαφήμιση τροφίμων, αυξανόταν και η συχνότητα κατανάλωσης τροφίμων που συμβάλλουν στην ανθυγιεινή διατροφή.
Ο ΠΟΥ δήλωσε ότι τα ευρήματα προκαλούν ανησυχία για το βαθμό marketing στον οποίο εκτίθενται τα παιδιά και οι νέοι και τον αντίκτυπο που έχει αυτό στις διατροφικές τους επιλογές. Με βάση αυτό, ενδεχομένως να κριθεί απαραίτητο στο μέλλον να εφαρμοστεί κάποιος έλεγχος στις στρατηγικές και στη δομή του marketing ανθυγιεινών τροφίμων, ή στον τρόπο προβολής του. Τα παιδιά και οι έφηβοι αποτελούν πολύ ευάλωτες δημογραφικές ομάδες και είναι σημαντικό να προστατευτούν από μη ωφέλιμες επιρροές.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.