Όχι στη χρήση γούνας λέει η Dolce & Gabbana

Το ένα μετά το άλλο ανακοινώνουν τα μεγάλα brands της μόδας ότι σταματούν να χρησιμοποιούν γούνα στις δημιουργίες τους, υπογραμμίζοντας ότι οι προτεραιότητες στον χώρο έχουν αλλάξει και τοποθετώντας ψηλά στις αξίες τους τα δικαιώματα των ζώων.

Έτσι, μετά την ανακοίνωση της Moncler πριν από λίγες μέρες ότι εγκαταλείπει τη γούνα, ήρθε ο οίκος Dolce & Gabbana να δηλώσει ότι παύει τη χρήση γούνας στις συλλογές του, ενώ ταυτόχρονα στρέφεται σε βιώσιμες, plant-based εναλλακτικές για τις πρώτες ύλες του. Η ανακοίνωση του ιταλικού fashion house, μάλιστα, έγινε από κοινού με τους οργανισμούς  για τα δικαιώματα των ζώων Humane Society των ΗΠΑ και Humane Society International.

Ειδικότερα, το brand δήλωσε ότι θα συνεχίσει τη συνεργασία του με τους δεξιοτέχνες της γούνας, τόσο για να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας, όσο και για να μη χάσει ο οίκος την τεχνογνωσία, υιοθετώντας όμως στις διαδικασίες παραγωγής και στην αλυσίδα εφοδιασμού του βιώσιμες εναλλακτικές συνθετικής γούνας, καθώς και τη χρήση ανακυκλωμένων υλικών.

Ο εκπρόσωπος της εταιρείας, σε συντονισμό με την τάση των τελευταίων χρόνων, έδωσε έμφαση με τις δηλώσεις του στην κοινωνική ευθύνη που βαραίνει τον κλάδο της μόδας, υπογραμμίζοντας ότι η χρήση της γούνας των ζώων δε χωρά σε ένα βιώσιμο μέλλον. «Ολόκληρο το σύστημα της μόδας έχει έναν ξεχωριστό ρόλο κοινωνικής ευθύνης, που πρέπει να προωθηθεί και να ενισχυθεί: θα εντάξουμε καινοτόμα υλικά στις συλλογές μας και θα αναπτύξουμε διαδικασίες παραγωγής φιλικές προς το περιβάλλον, ενώ παράλληλα θα διατηρήσουμε τις θέσεις εργασίας των τεχνιτών και την τεχνογνωσία τους, που διαφορετικά κινδυνεύει να χαθεί».

Aντίστοιχα, και η ανακοίνωση της Moncler, που θα καταργήσει τη γούνα μετά τη συλλογή της για το φθινόπωρο του 2023, έγινε στο πλαίσιο της συνεργασίας της με την οργάνωση LAV, που ανήκει στη συμμαχία για την κατάργηση της γούνας Fur Free Alliance. Ο ενεργός ρόλος των οργανώσεων για τα δικαιώματα των ζώων είναι, συνεπώς εμφανής, καθώς συχνά οι ανακοινώσεις των εταιρειών γίνονται έπειτα από διεργασίες στις οποίες πρωτοστατούν ή συμμετέχουν αυτές οι οργανώσεις.

Η περίοδος αυτή αποτελεί μια ιστορική στιγμή για τη μόδα, που σχεδόν μαζικά απομακρύνεται από τη γούνα, τη στιγμή μάλιστα που και τα κράτη αρχίζουν να τροποποιούν τις νομοθεσίες τους απαγορεύντας τη χρήση γούνας ή την εκτροφή γουνοφόρων ζώων. Αυτό συμβαίνει, για παράδειγμα, στην Ιταλία, όπου αποφασίστηκε ότι μέσα στο επόμενο εξάμηνο θα πρέπει να κλείσουν και τα τελευταία εκτροφεία μινκ της χώρας.

Εν τω μεταξύ, ακόμα και μεγάλοι λιανοπωλητές αποφασίζουν να εξαιρέσουν τα προϊόντα με γούνα ή ακόμα και δέρμα από τα εμπορεύματά τους. Η πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου Mytheresa από το καλοκαίρι σταματά να πουλά προϊόντα με γούνα, ενώ ήδη από πέρυσι σταμάτησε να αγοράζει αντικείμενα από εξωτικά δέρματα. Ο εμβληματικός Αμερικανός retailer Neiman Marcus θα έχει εγκαταλείψει πλήρως τα προϊόντα με γούνα μέχρι τις αρχές του 2023, καταργώντας μάλιστα τα 22 εξειδικευμένα του τμήματα γούνας, που λειτουργούν στα καταστήματα Neiman Marcus και Bergdorf Goodman.

Αλλά ίσως η ανακοίνωση-σταθμός προήλθε το περασμένο φθινόπωρο από τον γαλλικό όμιλο πολυτελών ειδών Kering, με την οποία δήλωσε ότι από τη χειμερινή σεζόν του 2022, όλα του τα brands, στα οποία περιλαμβάνονται ονόματα όπως οι Gucci, Saint Laurent, Bottega Veneta, Balenciaga, Alexander McQueen και Brioni, εγκαταλείπουν τη χρήση γούνας· μια δέσμευση που ο οίκος Gucci είχε αναλάβει ήδη από το 2017.

Η κίνηση του ομίλου Kering, που τα τελευταία χρόνια προσανατολίζεται μάλιστα προς την υιοθέτηση μιας φιλοσοφίας ηθικής και βιωσιμότητας, έρχεται σε αντιδιαστολή με τον ανταγωνιστή του και μεγαλύτερο όμιλο πολυτελών ειδών στον κόσμο, τον LVMH, σχολιάζουν άνθρωποι του χώρου. Καθώς όλο και περισσότερα brands απομακρύνονται πλέον όχι μόνο από τη χρήση γούνας αλλά και συνολικά γνήσιου δέρματος, ο Dolce βασίζεται σημαντικά στα δερμάτινα είδη πολυτελείας, με brands όπως του Louis Vuitton.

Δηλώνει, ωστόσο, ότι έχει δημιουργήσει μια εφοδιαστική αλυσίδα που επιτρέπει να έχει τον έλεγχο της παραγωγής των δερμάτων και της γούνας που χρησιμοποιεί, της ανιχνευσιμότητάς τους και της διαφάνειας των ηθικών διαδικασιών που σέβονται τους ανθρώπους και το περιβάλλον. Οι υπέρμαχοι των δικαιωμάτων των ζωών, όμως, και ένα ολοένα και διογκούμενο κοινό, απαιτεί περισσότερα.