Viva Wallet: Το ταξίδι από την εταιρεία κινουμένων σχεδίων σε Unicorn και την JP Morgan

Δεν πέρασαν πολλά χρόνια από τη στιγμή που σε επίσκεψή του σε γνωστή εταιρεία τεχνολογίας με έδρα την Ελλάδα, ο ιδρυτής και επικεφαλής της Viva Wallet, Χάρης Καρώνης, επέμενε εμφατικά ενώπιον συνδαιτημόνων και συνεργατών για την προοπτική που θα είχε τα επόμενα ο τομέας του Fintech. Τότε όλοι έσπευσαν να αμφισβητήσουν τη συγκεκριμένη πεποίθησή του.

Στο πέρασμα των ετών, περίπου μία δεκαετία αργότερα από εκείνη τη στιγμή, η ανακοίνωση περί εξαγοράς του 47% της Viva Wallet από την αμερικανική τράπεζα, JP Morgan και η ανάδειξη της ελληνικής startup ως Unicorn με αποτίμηση περί τα 2 δισεκατομμύρια δολάρια θα ερχόταν αφενός να επιβεβαιώσει τον Καρώνη, αφετέρου να διαψεύσει τους αμφισβητίες μίας πρότερης χρονικής περιόδου.

Από τους Beavis & Butthead στο σήμερα

Η επιχείρηση ξεκίνησε το 2000 με την ίδρυση της μητρικής εταιρείας Realize, δραστηριοποιούμενη στον τομέα της ψηφιακής οικονομίας και του πλαστικού χρήματος. Είχαν προηγηθεί όμως και αρκετά ακόμη βήματα. Ο Χάρης Καρώνης, έχοντας περάσει το κατώφλι προς την ενηλικίωση παρακολουθώντας τη δημοφιλή αμερικανική σειρά animated, Beavis & Butthead, που παρουσίαζε το MTV και επηρεασμένος από αυτήν, αποφάσισε στα 18 του να ιδρύσει δική του εταιρεία παραγωγής κινουμένων σχεδίων. Το εγχείρημα απέτυχε.

Στον ακαδημαϊκό τομέα, έχοντας πετύχει ως φοιτητής στο τμήμα Ηλεκτρολόγων του ΤΕΙ Πειραιά, ο κανόνας υπαγόρευε ότι θα συνέχιζε επάγγελμα του πατέρα του, ο οποίος ήταν επίσης ηλεκτρολόγος. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ. Η τεχνολογία ήταν εκείνη που τον κέρδισε τελικά. Δημιούργησε μία από τις πρώτες εταιρείες παροχής υπηρεσιών διαδικτύου στην Ελλάδα, τη Groovynet και στη συνέχεια τη Realize, γνωστή σήμερα ως Viva Wallet Holdings.

Προσελκύοντας το επενδυτικό ενδιαφέρον

Σταδιακά και με το πέρασμα των ετών η Viva εκτός από αναγνώριση κατάφερνε να αποσπά και το ένθερμο ενδιαφέρον επενδυτικών κεφαλαίων. Διέβλεπαν ότι με την απόκτηση μετοχών στη Viva Wallet θα είχαν στα χέρια τους ένα ισχυρό χαρτί και ταυτόχρονα την προοπτική μίας εταιρείας με ευρύ πεδίο δόξης εις το διηνεκές. Το 2014 η οικογένεια Λάτση διείδε αυτές τις προοπτικές και απέκτησε το 20% της εταιρείας. Τον Απρίλιο του 2018 ακολούθησε η Deca Investments, υπό τη συμμετοχή του fund Diorama και τον Δημήτρη Δασκαλόπουλου, η οποία επένδυσε με τη σειρά της 15 εκατ. ευρώ, εισερχόμενη στο μετοχικό κεφάλαιο της Viva Wallet. Τον Ιανουάριο του 2020 θα ερχόταν το venture capital και private equity fund, Hedosophia, να καλύψει εξ ολοκλήρου την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ύψους 60 εκατ. ευρώ, στη Viva Wallet, λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα προνομιούχες μετοχές με δικαίωμα ψήφου.

Διαβάστε ακόμα: Webhelp: Πώς μια εταιρεία έφτασε τους 2.000 εργαζόμενους στην Ελλάδα, όταν όλοι δούλευαν από το σπίτι

Η Viva Wallet και ο Χάρης Καρώνης διαισθανόμενοι το αποτύπωμα της επιχείρησης και τις μελλοντικές εξελίξεις, είχαν ήδη προσλάβει το 2014 τον διεθνή χρηματοοικονομικό σύμβουλο, Jefferies Financial Group, στο δρόμο της αναζήτησης επενδυτών που θα συνέπλεαν με την ελληνική startup σε έναν νέο γύρο χρηματοδότησης. Την ίδια χρόνια μάλιστα η Viva Wallet θα έκανε τα πρώτα της ευρωπαϊκά βήματα, έχοντας καταθέσει αίτηση για άδεια ψηφιακής τράπεζας στη Μεγάλη Βρετανία, με τον Καρώνη να βλέπει εκεί ένα από τα ισχυρά οικονομικά κέντρα της Ευρώπης και του κόσμου, που θα προσέδιδε αξία και θα άνοιγε τον δρόμο για νέες ευκαιρίες στην επιχείρησή του.

Χτίζοντας μία ψηφιακή κουλτούρα συναλλαγών στην Ευρώπη

Εάν ρωτούσε κανείς τον ίδιο για το όραμά του, η απάντηση που συχνά θα λάμβανε ήταν ότι στόχος της Viva Wallet ήταν να χτίσει ψηφιακή κουλτούρα συναλλαγών σε όλη την Ευρώπη. Με την απάντηση αυτή έδινε εμμέσως αλλά και σαφώς το στίγμα ότι η εταιρεία του δεν είχε σκοπό να ακολουθήσει, αλλά να διαγράψει δρόμο και να διαμορφώσει η ίδια τις εξελίξεις στον τομέα δραστηριότητάς της.

Έτος σταθμό πάντως θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι αποτέλεσε το 2018, ανάμεσα βέβαια σε πολλούς άλλους σταθμούς που καθόρισαν την διαδρομή. Ήταν τότε που η Viva Υπηρεσίες Πληρωμών μετατράπηκε από μεταπωλητής υπηρεσιών εκκαθάρισης καρτών τρίτων, σε επισήμως αδειοδοτημένη επιχείρηση για αποδοχή και εκκαθάριση καρτών από σχήματα καρτών των Mastercard και Visa, ευρισκόμενη σε απευθείας σύνδεση μαζί τους, γεγονός που έφερε έναν σημαντικό αριθμό εμπόρων στο χαρτοφυλάκιό της.

Η εξαγορά της Praxia Bank και η απόκτηση τραπεζικής άδειας

Ένα ακόμα κομβικό σημείο της διαδρομής που εξελίχθηκε σε success story ευρείας αναφοράς με την εξαγορά του 47% από την JP Morgan, αποτέλεσε και η μετατροπή της Viva Wallet σε τράπεζα, έχοντας αποκτήσει το καλοκαίρι του 2020 την τραπεζική άδεια της Praxia Bank και εξαγοράζοντας τις μετοχές της από την AMC Oak. Mε αυτόν τον τρόπο η Viva Wallet θα μετεξελισσόταν από ένα ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος με δραστηριότητα σε 23 χώρες του κόσμου, σε μία από τις ελάχιστες neobanks παγκοσμίως που θα είχε στην κατοχή της και τραπεζική άδεια.

Η τεχνολογία που έφερε την κατάργηση των συμβατικών POS και οδηγεί σε αποδοχή καρτών μέσω κινητών και tablets

Η τεχνολογική της πρωτοπορία αποτέλεσε ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά. Πρόσφατο δείγμα της καινοτόμας διάθεσης που διατηρεί η δημιουργική ομάδα ανθρώπων της Viva Wallet ήταν και το λανσάρισμα της εφαρμογής, Viva Wallet POS, με τη χρήση τεχνολογίας «Tap on Phone». Η εφαρμογή έδινε την δυνατότητα σε επιχειρήσεις και επαγγελματίες να χρησιμοποιήσουν οποιοδήποτε έξυπνο κινητό τηλέφωνο ή tablet ως τερματικό αποδοχής καρτών, μέσω της τεχνολογίας NFC, παραμερίζοντας τρόπον τινά τα συμβατικά POS που όλοι γνωρίζουμε.

Τι προβλέπει η συμφωνία

Για λόγους ιστορικής καταγραφής, η συμφωνία εξαγοράς του 47% από την JP Morgan ανήλθε σε ποσό ύψους 1,02 δισ. ευρώ. Από αυτά τα 159,5 εκατ. ευρώ (180 εκατ. δολάρια) θα διατεθούν στη Viva Wallet, περίπου 70,9 εκατ. ευρώ (80 εκατ. δολάρια) θα διατεθούν για την εξόφληση ομολογιακού δανείου και τα υπόλοιπα θα εισρεύσουν στα ταμεία των τριών funds – μετόχων για το 48,5% των μετοχών. Η συμφωνία προβλέπει την καταβολή άλλων 44,3 εκατ. ευρώ (50 εκατ. δολάρια), που θα διανεμηθούν άμεσα, ως μπόνους, στους περίπου 200 εργαζομένους της Viva Wallet. Πέραν αυτού, οι ιδρυτές της εταιρείας Χάρης Καρώνης και Μάκης Αντύπας θα διαθέσουν για τους εργαζομένους της εταιρείας το 3,5% των μετοχών της (σε τρέχουσα αξία περί τα 44,3 εκατ. ευρώ) με τη μορφή stock options, που θα ενεργοποιηθούν σε τρία χρόνια.

Η JP Morgan με την κίνηση που υλοποίησε, αποκτά τα μερίδια που κατέχουν σήμερα τρία funds και συγκεκριμένα η Hedosophia (27%), το family office της Μαριάννας Λάτση (13%) και η Deca του Δημήτρη Δασκαλόπουλου (7%). Οι ιδρυτές της Viva, Χάρης Καρώνης και Μάκης Αντύπας, διατηρούν το 51,5% και το μάνατζμεντ της εταιρείας.

Χάρης Κορώνης-Μάκης Αντύπας