Πολλά πράγματα, συνθήκες, συνήθειες, νοοτροπίες άλλαξε, μοιραία, η πανδημία και, όπως ήταν φυσικό, ο τρόπος που πραγματοποιούν τις αγορές τους οι πελάτες των luxury brands αλλά και η εμπειρία που πλέον αυτά προσφέρουν, δε θα μπορούσαν να παραμείνουν τα ίδια.
Οι ανάγκες των καταναλωτών επεκτάθηκαν πολύ πέρα από την ανάγκη να νιώθουν ασφαλείς όταν κάνουν τις αγορές τους στα φυσικά καταστήματα. Η σκληρή συνθήκη του κορονοϊού οδήγησε σε μια μετατόπιση των προτεραιοτήτων, σε αλλαγή του συστήματος αξιών. Το κοινό εκτιμά διαφορετικά τον χρόνο του και τις προτεραιότητές του, αλλά και ενδιαφέρεται για βιωσιμότητα, ηθικές αρχές, συνέπεια, βέλτιστες πρακτικές παραγωγής αλλά και συνεργασίας των brands με τις κοινότητες,, ειλικρινή brand identities.
Αναγνωριζει τι σημαίνει green washing, τιμωρεί τα brands που δεν τον ικανοποιούν – αλλά, παράλληλα, γνωρίζοντας τι δικαιούται, ο πελάτης των premium brands απαιτεί αυτά που ξοδεύει να αντιστοιχούν σε μια ολοκληρωμένη, πολυτελή εμπειρία και όχι μόνο σε ένα πολυτελές προϊόν με ισχυρό λογότυπο.
Έτσι, βλέπουμε πλέον:
Την αυθεντικότητα και την εταιρική ευθύνη να αποτελούν ουσιαστικούς κώδικες υπεροχής για ένα luxury brand. Οι άνθρωποι θέλουν να νιώθουν ότι συνδέονται με μάρκες που ακολουθούν στην πράξη τις αρχές βιωσιμότητας, που ακολουθούν ηθικές πρακτικές όσον αφορά την παραγωγή των προϊόντων τους και τις συνθήκες εργασίας. Ένα πολυτελές προϊόν αποκτά μια ολοκληρωμένη premium ταυτότητα όταν φέρει το όνομα μιας μάρκας με την οποία ο καταναλωτής περήφανα συνδέεται.
Την έννοια του χρόνου να αποκτά status πολυτέλειας. Για το κοινό αυτών των brands, πολυτέλεια σημαίνει επένδυση όχι μόνο σε χρήματα αλλά και σε χρόνο και συναισθήματα. Γι’ αυτό έχει αναπτυχθεί τόσο πολύ ο κλάδος του experiential μάρκετινγκ, που φιλοδοξεί να κάνει τον χρόνο που αφιερώνει ο πελάτης σε ένα brand να αξίζει στ’ αλήθεια.
Αυτό σημαίνει είτε τη δημιουργία exclusive, pop-up events, είτε τη συστηματική προσφορά ευκαιριών για μια βιωματική αλλά πολυτελή προσέγγιση στο shopping, μέσα στο ίδιο το φυσικό κατάστημα. Γιατί τα φυσικά καταστήματα επανέρχονται δυναμικά, και πρέπει τώρα να αποδείξουν ότι υπερτερούν σε αυτά που μπορούν να προσφέρουν σε σχέση με μια απλή online αγορά· δηλαδή ότι υπερτερούν επειδή μπορούν να προσφέρουν μια πλούσια εμπειρία, που κάνει τον χρόνο που αφιερώθηκε να αξίζει, τον καθιστά συνεπώς μια ουσιαστική επένδυση, με κέρδος τις αναμνήσεις και τις εμπειρίες που δημιουργούνται από στιγμές micro-engagement μέσα στο ίδιο το κατάστημα.
Διαβάστε ακόμα: Πώς μπορεί το experiential branding να αναπτυχθεί μέσα στο 2022
Την απόλυτη εξατομίκευση των αγορών. Στο πλαίσιο της επένδυσης προσωπικού χρόνου, που αποτελεί λοιπόν ένα είδος νομίσματος για ένα luxury brand, εντάσσεται και η πολυτέλεια του personalization. H έννοια αυτή της εξατομίκευσης τώρα διευρύνεται, τα brands έχουν τη δυνατότητα να μάθουν περισσότερα για το κοινό τους, να αλληλεπιδράσουν μαζι του μέσα από τα social media, και να του προσφέρουν αυτό που αναζητά. Το σημαντικότερο: να του το προσφέρουν μέσα από ένα προσωπικό ραντεβού. Τα ψώνια με ραντεβού, όπου ο πελάτης θα απολαύσει προσωπική περιποίηση, είναι μία δυναμική τάση που υιοθετείται από όλο και περισσότερα μεγάλα brands και retailers. Πρόκειται για μια στρατηγική που μπορεί να οδηγήσει μακροπροθεσμα σε ανάπτυξη μιας μάρκας, καθώς με αυτόν τον τρόπο χτίζει ένα κοινό από αφοσιωμένους πελάτες που χωρίς δεύτερη σκέψη θα την προτιμήσουν.
Τον συνδυασμό φυσικής και ψηφιακής εμπειρίας. Οι μάρκες πολυτελείας ήταν από τις πρώτες που έσπευσαν να εκμεταλλευτούν τις δυνατότητες που προσφέρει ο virtual χώρος, δημιουργώντας εμπειρίες που μπορεί με την προσωπική καθοδήγηση να απολαύσει ο πελάτης μέσα σε ένα φυσικό κατάστημα.
Η αίσθηση μοναδικότητας που προσφέρεται, όπως συμβαίνει και με την τακτική του ραντεβού, το γεγονός ότι βιώνει κάτι ξεχωριστό που μόνο εκεί μπορεί να ζήσει, επισφραγίζουν μία σχέση εμπιστοσύνης με μέλλον.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.