Η συνθήκη της πανδημίας έχει καταφέρει να μεταβάλλει καθοριστικά το τοπίο των πελατών προκαλώντας διαταραχές. Έτσι και τα supermarkets θα πρέπει να προσαρμοστούν για να παραμείνουν δυναμικά στον ανταγωνισμό κερδίζοντας το μερίδιό τους στην αγορά. Τα σούπερ μάρκετ εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες αποτελούν ιδιαίτερα επιτυχημένοι τρόποι αγοράς στο τομέα του retailing. Μετά το πρώτο σούπερ μάρκετ που άνοιξε το 1930 στις Ηνωμένες Πολιτείες, η συγκεκριμένη μορφή αγορών κέρδισε γρήγορα δημοτικότητα σε όλο τον κόσμο καθώς προσέφερε στους πελάτες αξία, ποιότητα, προσιτές τιμές, ευκολία και έμπνευση σε σχέση με τις αγορές στα παραδοσιακά τοπικά παντοπωλεία.
Με την πάροδο του χρόνο τα σούπερ μάρκετ άρχισαν να γίνονται ολοένα πιο αποτελεσματικά και προσοδοφόρα αφού παρείχαν αγαθά, τα οποία διατίθενται σε προνομιακές τιμές προσφέροντας παράλληλα ποιότητα. Παράλληλα εκτός από την υψηλή ποιότητα και ποικιλία παρέχουν ευκολία ειδικά σε πυκνοκατοικημένες περιοχές καθώς και μία ιδιαίτερα ευχάριστη αγοραστική εμπειρία.
Ερχόμενοι στο σήμερα και συγκεκριμένα στην ευρωπαϊκή αγορά η πρόταση αξίας για τα σούπερ μάρκετ έχει αμφισβητηθεί, με πολλά από αυτά να αναπτύσσονται και να εξελίσσονται με ρυθμό είτε ίδιο είτε ακόμη και μικρότερο από εκείνον της αγοράς. Πλέον οι καταναλωτές θέτουν πολύ συγκεκριμένες προτεραιότητες όταν πραγματοποιούν τα εβδομαδιαία τους ψώνια, όπως είναι οι προσφορές, η αξία, η έμπνευση και η ευκολία με αποτέλεσμα να γεμίζουν τα καλάθια τους από διαφορετικούς retailers και κανάλια πριν ακόμη και από τη περίοδο του COVID-19. Έτσι για να καταφέρουν να ικανοποιηθούν όσο το δυνατόν περισσότερες αγοραστικές ανάγκες προέκυψαν κάποιες νέες δυνατότητες: εκπτώσεις και προσιτές τιμές, περισσότερη online δραστηριότητα και convenience stores με έμφαση στη προσβασιμότητα.
Πιο συγκεκριμένα οι διάφοροι discounters δεν ανταγωνίζονται αποκλειστικά και μόνο μέσω των χαμηλότερων τιμών, αλλά πραγματοποιούν και άλλου είδους δυνατότητες όπως για παράδειγμα το Lidl, το οποίο εξελίχθηκε σταδιακά επεκτείνοντας τα SKU του χωρίς να προσθέτουν κάποιο επιπλέον κόστος ή να αναιρέσουν την εντύπωση των προσιτών τιμών που προσφέρουν στην αγορά. Στην Αγγλία υπάρχει φημολογία ότι η Lidl προετοιμάζει ηλεκτρονικό κατάστημα το οποίο θα λανσάρει μέσα στο 2022 αλλά δεν έχει επιβεβαιωθεί από την εταιρεία. Επίσης αυτό που συζητείται είναι ότι δεν θα έχει την γκάμα των προϊόντων που διαθέτει στα φυσικά καταστήματα.
Στη συνέχεια τόσο η online αγορά όσο και τα διάφορα convenience stores κατάφεραν να αποκτήσουν το δικό τους μερίδιο. Οι πρωτοποριακοί ψηφιακοί παίκτες συνεχίζουν να λαμβάνουν μερίδια από offline stores, κυρίως σούπερ μάρκετ και hypermarkets, καθώς ανταγωνίζονται ως προς την τιμή, την ποικιλία και την υπερβολική ευκολία προσφέροντας διάφορες δυνατότητες όπως η παράδοση ειδών παντοπωλείου και μη στο σπίτι. Για παράδειγμα νωρίτερα φέτος η πανδημία έχει καταστήσει σαφές ποια κατεύθυνση πρέπει να ακολουθήσει η γνωστής αλυσίδα M&S, με αποτέλεσμα να κλείσει αρκετά από τα φυσικά της καταστήματα, εστιάζοντας περισσότερο στη διαδικτυακή της παρουσία. Έτσι σύναψε κοινοπραξία με την Ocado στο τομέα του ηλεκτρονικού εμπορίου τροφίμων. Κατόπιν τα διάφορα convenience stores έχουν επιστρέψει δυναμικά στην αγορά τα τελευταία χρόνια, προσφέροντας μια εξαιρετικά στοχευμένη ποικιλία αγαθών μέσα σε ένα κατάστημα μικρότερο των 400 τετραγωνικών μέτρων. Παραδείγματος χάρη η Sainsbury’s παρουσιάζει ένα ολοκαίνουργιο concept με convenience store γνωστά και ως On The Go. Το Amazon εντάχθηκε και εκείνο στο κομμάτι των convenience stores ανοίγοντας το Amazon Go, το οποίο θα μπορούσε να καλύψει γρήγορα και εύκολα τις αγοραστικές ανάγκες των λεγόμενων καταναλωτών εν κινήσει. Ο κόσμος των convenience stores προσφέρει αρκετά πλεονεκτήματα στο καταναλωτικό κοινό καθώς μπορούν να ψωνίσουν με πολύ μεγαλύτερη ευκολία ποιοτικά αγαθά ειδικά στις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές.
Στον Ελληνικό χώρο οι πλατφόρμες διανομής (efood, BOX) βελτιώσαν το επίπεδο εξυπηρέτησης του κλάδου, ο οποίος αντιμετώπισε ισχυρό́ σοκ μετά το πρώτο lockdown πέρυσι το καλοκαίρι. Η συνεργασία τους με τους παραδοσιακούς retailers φαίνεται να τους εδραίωσε σε ικανοποιητικό βαθμό. Όσον αγορά τους μεγάλους retailers στη κορυφή βρέθηκε για άλλη μια χρονιά ο Σκλαβενίτης, οι πωλήσεις του ομίλου έφθασαν στα 3,8 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ εταιρικά ξεπέρασαν τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ. Τη δεύτερη θέση στην αγορά διατηρεί ο ΑΒ Βασιλόπουλος με πωλήσεις που ξεπέρασαν τα 2 δισεκατομμύρια, ενώ στην τρίτη θέση βρέθηκε το Lidl με τον τζίρο του να εκτιμάται κοντά στα 1,6 δισεκατομμύρια ευρώ. Στην τέταρτη θέση βρίσκεται ο όμιλος Metro της οικογένειας Παντελιάδη, με τις πωλήσεις του την περασμένη χρονιά να ξεπερνούν τα 1,3 δισεκατομμύρια. Το top 5 ολοκληρώνεται με τη βορειοελλαδίτικη αλυσίδα Μασούτης, ο τζίρος της οποίας πέρσι άγγιξε σχεδόν τα 900 εκατομμύρια.
Ανεξάρτητα από τη διαδρομή που πρόκειται να ακολουθήσουν οι εταιρείες σούπερ μάρκετ, η υιοθέτηση τεχνολογικών δυνατοτήτων εντός του καταστήματος θα αποτελεί ζωτικής σημασίας κίνηση για τη δημιουργία ενός βιώσιμου μοντέλου στο μέλλον. Η υιοθέτηση αυτοματισμού και συγχρονισμού στο κατάστημα και στο διαδίκτυο μπορεί να δημιουργήσει άνεση και καλύτερη εμπειρία αγορών. Τα καταστήματα «Quick checkout» επιτρέπουν στους αγοραστές να σαρώσουν αντικείμενα καθώς ψωνίζουν, τα οποία χρησιμοποιούνται ήδη από τους περισσότερους μεγάλους παίκτες σε ορισμένες τοποθεσίες, όπως για παράδειγμα οι υπηρεσίες των Sainsbury, Tesco και Amazon Go σε επιλεγμένα καταστήματα που προσφέρουν την επιλογή να αγοράς αγαθών πριν την ολοκλήρωση της αγοράς.
Τα σούπερ μάρκετ θα πρέπει να προσαρμοστούν για να διατηρήσουν τη θέση τους μακροπρόθεσμα. Σε μια ασυνήθιστη χρονιά χάρη στις διαταραχές της αγοράς που σχετίζονται με τον COVID-19, πολλά σούπερ μάρκετ βρέθηκαν νικητές το 2020 αλλά το 2021 είναι μια πιο απαιτητική χρονιά. Συνοψίζοντας, τα παραδοσιακά σούπερ μάρκετ θα αμφισβητούνται όλο και περισσότερο εκτός εάν αρχίσουν να ενσωματώνουν στο δυναμικό τους τα νέα δεδομένα της αγοράς.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.