15 Νοέ 2024
READING

Oι ανατιμήσεις αλλάζουν τη συμπεριφορά των καταναλωτών στο σούπερ μάρκετ

5 MIN READ

Oι ανατιμήσεις αλλάζουν τη συμπεριφορά των καταναλωτών στο σούπερ μάρκετ

Oι ανατιμήσεις αλλάζουν τη συμπεριφορά των καταναλωτών στο σούπερ μάρκετ

Όταν ακόμα και μεγάλοι παίκτες της παγκόσμιας βιομηχανίας τροφίμων προειδοποιούν ότι το φαγητό θα είναι ακριβό και «πρέπει να το πάρουμε απόφαση», είναι σαφές ότι έχουμε μπει σε μια περίοδο κατά την οποία η καθημερινότητά μας και η αγοραστική μας δύναμη καθορίζεται από τις ανατιμήσεις των αγαθών, στις οποίες οδήγησαν συνδυαστικά παράγοντες όπως η βαθιά ενεργειακή κρίση, η κλιματική αλλαγή και τα προβλήματα στην τροφοδοτική αλυσίδα που προκάλεσε μεταξύ άλλων η πανδημία.

Και είναι επόμενο αυτή η πραγματικότητα να επηρεάζει άμεσα και ορατά τη συμπεριφορά των καταναλωτών, πρώτα και κύρια στον τρόπο με τον οποίο κάνουν τις αγορές τους στα σούπερ μάρκετ, για τα καθημερινά είδη πρώτης ανάγκης.

Με τους διεθνείς δείκτες των τιμών των τροφίμων να έχουν σημειώσει σημαντικές αυξήσεις τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, οι καταναλωτές σε ολόκληρο τον κόσμο βλέπουν τις τιμές των αγαθών να ανεβαίνουν. Έτσι, η καταναλωτική τους συμπεριφορά αναδιαμορφώνεται εκ νέου, μετά και τη μαζική στροφή προς τις online αγορές, στην οποία τους ανάγκασε η πανδημία, ακόμα και όσον αφορά τα καθημερινά ψώνια του σούπερ μάρκετ – και η οποία ώθησε και τις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ να δώσουν έμφαση στο ηλεκτρονικό εμπόριο.

Καινούριες συνήθειες και επιλογές

Πρόκειται, ωστόσο, για μια μεταβολή που περιλαμβάνει περισσότερες παραμέτρους από το προφανές «ακριβαίνουν τα τρόφιμα, άρα ψωνίζουμε λιγότερο», καθώς το περιεχόμενο του «καλαθιού του καταναλωτή» έχει ήδη επηρεαστεί από τις μακροοικονομικές συνθήκες που δημιούργησε η κρίση της πανδημίας, και δεν εξαρτάται μόνο από το συρρικνούμενο πορτοφόλι που προκάλεσε ο συνδυασμός ανατιμήσεων και πληθωρισμού. Γιατί, η οικονομική κρίση που επέτεινε η πανδημία, φαίνεται ότι προκαλεί διεθνώς μία αλλαγή στη νοοτροπία, δηλαδή, κατ’ επέκταση, και στο ίδιο το περιεχόμενο του καλαθιού, και όχι μόνο στο κόστος του. Δεν παρατηρείται, λοιπόν, μόνο ότι οι καταναλωτές προσπαθούν να ψωνίζουν λιγότερο και να κόβουν τα περιττά, ή ό,τι δεν αποτελεί είδος πρώτης ανάγκης, αλλά και ότι στρέφονται περισσότερο και στις αγορές από τα private labels των σούπερ μάρκετ, ως μία πιο μετρημένη επιλογή για τις καθημερινές τους ανάγκες. 

Τα στοιχεία από ολόκληρο τον κόσμο φαίνεται να συμφωνούν: οι καταναλωτές περιορίζουν ή αναβάλλουν τις αγορές προϊόντων που δεν είναι απολύτως απαραίτητα, κυνηγούν τις προσφορές και τις εκπτώσεις, αλλάζουν τις επιλογές τους όσον αφορά τα brands, προτιμώντας, όσο είναι εφικτό, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας – με την τάση, μάλιστα, να προσπαθούν να στοκάρουν προμήθειες σε είδη που τους το επιτρέπουν.  

Η στροφή προς το private label είναι ιδιαίτερα εμφανής και στην Ελλάδα, όπου, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Focus Bari, το 94% των καταναλωτών ψωνίζει πλέον συστηματικά ή τακτικά τουλάχιστον μία προϊοντική κατηγορία ιδιωτικής ετικέτας, τη στιγμή που το 2000, αυτό το ποσοστό ήταν 50%. Πιο δημοφιλή private label προϊόντα, βέβαια, αποτελούν τα χαρτικά και τα καθαριστικά, ενώ για άλλα είδη οι αγοραστές αναζητούν όσο μπορούν τις προσφορές. 

Μάλιστα, πλέον υπάρχει η τάση διεθνώς οι καταναλωτές να μην ψωνίζουν τα πάντα από ένα μόνο κατάστημα, παρά να επιλέγουν μετά από έρευνα εκείνο που έχει τις πιο συμφέρουσες τιμές – αυτό τουλάχιστον δηλώνει σε σχετική έρευνα ένα 55% των Αμερικανών, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο, που αντιμετωπίζει πρόβλημα τροφοδοσίας, οι καταναλωτές πηγαίνουν λιγότερο συχνά στο σούπερ μάρκετ, για να περιορίσουν τη χρήση καυσίμων, προς όφελος των online αγορών.

To μέλλον των online αγορών και οι νέες προτεραιότητες 

Η έκρηξη των online αγορών από τα σούπερ μάρκετ ήταν επίσης μία από τις καθοριστικές παραμέτρους στην εντυπωσιακή πορεία μεγάλων παικτών της εγχώριας αγοράς, όπως του Σκλαβενίτη. Εν μέσω των πολλών ανακατατάξεων τη αγοράς, που είχαν ξεκινήσει ήδη πριν από την πανδημία, αλλάζοντας τους συσχετισμούς και εμπλουτίζοντας τα δίκτυα καταστημάτων μέσα από εξαγορές, οι νέες συνθήκες που επέβαλαν τα lockdowns ανάγκασαν τις μεγάλες αλυσίδες να επενδύσουν στην ανάπτυξη των e-shops τους, και να βρουν λύσεις σχετικά με τη διανομή των προϊόντων στους πελάτες τους, δίνοντας την ευκαιρία να μπουν στο παιχνίδι και πλατφόρμες delivery όπως το efood.

Δείτε ακόμα: Colpo grosso από το efood;

Βέβαια, δε θεωρείται βέβαιο ότι οι καταναλωτές θα συνεχίσουν να ψωνίζουν διαδικτυακά από τα σοπύπερ μάρκετ, όσο και αν η αίσθηση είναι ότι πρόκειται για μια καταναλωτική συμπεριφορά που ήρθε για να μείνει. Σε αυτό συνηγορεί ακριβώς το γεγονός ότι τώρα οι καταναλωτές ψωνίζουν από διαφορετικά καταστήματα, ανάλογα με τις τιμές, προτιμούν τα προϊόντα private label, που φαίνεται ότι δεν τα πάνε πολύ καλά στους ιστότοπους των σούπερ μάρκετ, ενώ υπάρχει και η τάση για φυσικές αγορές από μικρά καταστήματα λιανικής, γεγονός που έχει τραβήξει και το ενδιαφέρον των μεγάλων retailers στην Ελλάδα, οι οποίοι σπεύδουν να αποκτήσουν μερίδιο στις μικρές αλυσίδες.

Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του ΙΕΛΚΑ (Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών), Κωνσταντίνος Μαχαίρας, υπάρχει η εκτίμηση ότι οι τελικές τιμές των προϊόντων θα επηρεάζονται από τις ανατιμήσεις που καταγράφονται διεθνώς στην ενέργεια και τις πρώτες ύλες μέχρι τον Μάρτιο του 2022, γεγονός που δυσχεραίνει τη διατύπωση κάποιου βέβαιου συμπεράσματος για το πώς θα κινηθούν οι αλυσίδες που ηγούνται στην εγχώρια αγορά. Οι καταναλωτές θα συνεχίσουν να πιέζονται, υπό το βάρος, επιπλέον, ενός από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ για τα τρόφιμα στην Ευρώπη, όπου η Ελλάδα βρίσκεται στην έκτη θέση. Πρόσθετη επιβάρυνση θα υπάρξει, ακόμα, τώρα που μπαίνει ο χειμώνας, από το ενεργειακό κόστος.

Έτσι, το πιθανότερο είναι ότι οι καταναλωτές το επόμενο διάστημα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στον κόσμο, θα συνεχίσουν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στις αγορές τους, που θα επηρεάζονται κατά κύριο λόγο από τις τιμές. Αν και τα μεγάλα καταστήματα, στη δεδομένη συνθήκη, φαίνεται ότι λίγο έλεγχο μπορούν να έχουν στη συνολική κατάσταση της οικονομίας, ίσως μπορούν να προσαρμόσουν τις πολιτικές τους, απορροφώντας ό,τι μπορούν από τις επιβαρύνσεις, αλλά και κάνοντας τις κατάλληλες κινήσεις ώστε να κρατήσουν το κοινό τους.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.