Η online αγορά προϊόντων της Chanel όπως αρώματα, καλλυντικά, προϊόντα περιποίησης δέρματος και γυαλιά ηλίου λειτουργεί καλά, ωστόσο η online αγορά ρούχων είναι “απαγορευμένη”, και σύντομα προβλέπεται να υπάρξουν αλλαγές στην στρατηγική της Chanel. Η προσέγγισή της θα μπορούσε να συγκριθεί με την Bottega Veneta, η οποία διέγραψε απότομα όλους τους λογαριασμούς της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τον Ιανουάριο. Το ερώτημα στο μυαλό όλων είναι εάν σε μια εποχή που όλα γίνονται ψηφιακά, τα πολυτελή brands μπορούν να ξεχωρίσουν από τις υπόλοιπες επιχειρήσεις.
Η Chanel έχει την δυνατότητα να διατηρήσει την εστίαση της στην αξία της μάρκας. Φαίνεται πως η συγκεκριμένη εταιρεία ενδιαφέρεται περισσότερο για την εμπειρία του πελάτη όταν θα προβεί σε αγορές εντός καταστήματος παρά όταν θα αγοράσει προϊόντα από το διαδίκτυο. Η εταιρεία υποστηρίζει πως το ηλεκτρονικό εμπόριο θεωρείται κάτι απλό και δεν προσφέρει τίποτα περισσότερο από μια απλή αγορά προϊόντων. Κατά την διάρκεια της πανδημίας η εταιρεία κατάφερε να αναπτύξει το διαδικτυακό της περιεχόμενο προκειμένου οι εργαζόμενοι της να αλληλεπιδρούν με τους πελάτες. Ωστόσο, η εμπειρία που θέλει να προσφέρει η εταιρεία στους πελάτες της έχει ως βάση τα καταστήματα. Φαίνεται λοιπόν πως αυτό που πραγματικά επιθυμεί η Chanel είναι η σωστή εξυπηρέτηση των πελατών μέσα στα καταστήματα της, όπου εκεί μπορεί να υπάρξει αλληλεπίδραση μεταξύ εργαζομένων και πελατών, κάτι που δεν μπορεί να προσφέρει το ηλεκτρονικό εμπόριο.
Η Chanel λοιπόν αποφάσισε να παρακάμψει την διαδικτυακή μόδα για έναν πολύ σημαντικό λόγο. Θεωρεί πως η διαφοροποίηση στον πολυτελή χώρο παίζει σημαντικό ρόλο. Η Chanel θεωρεί πως η κίνηση της Bottega Veneta να απομακρυνθεί από τα κοινωνικά δίκτυα ήταν πολύ σωστή αφού από τότε που η Bottega Veneta ανακοίνωσε αυτή την κίνηση, η φήμη της μάρκας δεν ήταν ποτέ τόσο υψηλή. Και οι δύο εταιρείες προτιμούν να προσεγγίσουν την αγορά με διαφορετικά μέσα και να διαφοροποιηθούν στον χώρο της μόδας.
Η Chanel σε συνεργασία με την Farfetch δείχνει πως είναι πρόθυμη να προβεί σε νέες ενέργειες προκειμένου να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πελατών. Ωστόσο, όταν το πολυκατάστημα του Παρισιού Galeries Lafayette, ξεκίνησε ζωντανές συνεδρίες αγορών με κορυφαίες μάρκες πολυτελείας, συμπεριλαμβανομένων των Dior, Prada και Celine, η Chanel επέλεξε να μην συμμετάσχει.
Η Chanel επιθυμεί οι πωλήσεις των ρούχων της να περιλαμβάνουν την ανθρώπινη αλληλεπίδραση και την προσωπική πινελιά. Ωστόσο, σύμφωνα με λιανοπωλητές άλλων εταιρειών αυτή η πολύτιμη αλληλεπίδραση μεταξύ πελάτη και πωλητή μπορεί, αναμφισβήτητα, να πραγματοποιηθεί στο Zoom ή σε livestream. Αυτό σαφώς μπορεί να υλοποιηθεί αφού οι πωλητές έχουν πρόσβαση σε νέα εργαλεία και έτσι οι μάρκες πολυτελείας μπορούν να αναπτύξουν περαιτέρω τις εξ αποστάσεως πωλήσεις τους που θα γίνουν πιο επαγγελματικές χάρη σε νέες εφαρμογές και πλατφόρμες.
Το ηλεκτρονικό εμπόριο μπορεί να ελκύσει πολλούς καταναλωτές ωστόσο κρίνεται απαραίτητο να μην υποβαθμιστεί η πραγματική επαφή με το φυσικό προϊόν. Φαίνεται πως τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη φυσική δοκιμή και το αισθητικό όφελος που σημαίνει ότι η πώληση προϊόντων μέσα στα καταστήματα ήταν και θα είναι πολύ σημαντική και απαραίτητη για την Chanel.
Η Chanel εξακολουθεί να είναι η πιο αναγνωρισμένη μάρκα από τους παγκόσμιους καταναλωτές πολυτελείας, κάτι το οποίο αντικατοπτρίζεται επίσης από τη δημοτικότητά της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η Chanel ήταν δεύτερη μετά την Dior ως το πιο δημοφιλές εμπορικό σήμα στο Vogue Runway μεταξύ Ιανουαρίου και Σεπτεμβρίου 2020.
Χωρίς αμφιβολία, η Chanel θα μπορούσε να πουλήσει περισσότερα ρούχα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αν είχε ακολουθήσει τη διαδρομή του ηλεκτρονικού εμπορίου. Ωστόσο, η Louis Vuitton, η μεγαλύτερη μάρκα πολυτελείας στον κόσμο, δημιούργησε περίπου το 12% των πωλήσεων στο διαδίκτυο το 2020, από 6% το 2019.Φαίνεται πως η Chanel θα συνεχίσει να δουλεύει με τον δικό της ρυθμό και να διαφοροποιείται από τις υπόλοιπες εταιρείες, καθώς η αλληλεπίδραση μεταξύ εργαζομένων και πελατών είναι πολύ σημαντική για την επιτυχία της.
Η Chanel διαθέτει μακρά ιστορία και έχει παραδοσιακά επιλέξει να λειτουργεί με τους δικούς της κανόνες. Οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι είναι πολύ πιθανό η εταιρεία να συνεχίσει να επιλέγει μια πολιτική πώλησης των ειδών της μόδας με φυσική παρουσία. Ωστόσο, πολλοί διατυπώνουν φόβους ότι αν η εταιρεία δεν εξετάσει το ενδεχόμενο των ηλεκτρονικών πωλήσεων κατά την διάρκεια των περιοριστικών μέτρων και των κλειστών καταστημάτων, δεν πρόκειται να ανακάμψει μετά το πέρας της πανδημίας.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.