Παρά το γεγονός ότι ορισμένες εταιρείες έχουν μειώσει τα αποθέματά τους και τις φυσικές τοποθεσίες για την πώληση των προϊόντων τους, οι δύο μεγαλύτεροι παίκτες του λιανικού εμπορίου, το Amazon και η Walmart, προσφέρουν στους πελάτες μια ευρύτερη σειρά προϊόντων και υπηρεσιών.
Η Walmart εκτιμάται ότι κυριαρχεί στο λιανικό των φυσικών καταστημάτων, ενώ το Amazon κυριαρχεί στο ηλεκτρονικό εμπόριο. Ωστόσο, και οι δύο λιανοπωλητές αφού η λειτουργία τους εκτείνεται πολύ πέρα από την απλή πώληση των εμπορευμάτων και δημιουργούν επίσης έσοδα από κατηγορίες όπως υπηρεσίες, εξωτερικές συνεργασίες με άλλες επιχειρήσεις και άλλες συνδρομές.
Έτσι, το Amazon και η Walmart παράγουν όλο και περισσότερο μεγαλύτερες ροές εσόδων εκτός των βασικών επιχειρηματικών λειτουργιών τους. Τα τελευταία χρόνια, και οι δύο εταιρείες έχουν οικοδομήσει το οικοσύστημα που τους εξασφαλίζει μεγάλη κερδοφορία.
Για παράδειγμα, το Amazon, ξεκίνησε να λειτουργεί ως ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο, αλλά σήμερα πωλεί σχεδόν τα πάντα, ενώ παράλληλα προσφέρει υπηρεσίες cloud, μια συλλογή συνδρομητικών υπηρεσιών και συνεργάζεται με άλλους εμπόρους.
Έτσι, παρουσιάζει ενδιαφέρον να εξεταστεί ο τρόπος με τον οποίο η δυναμική του ανταγωνισμού μεταξύ των δύο εταιρειών επανακαθορίζει την δυναμική του λιανικού εμπορίου.
Ενισχύοντας την κερδοφορία
Η πανδημία έχει αλλάξει σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο οι λιανοπωλητές επενδύουν τα χρήματά τους. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι ορισμένοι λιανοπωλητές έχουν εισέλθει τώρα στο χώρο εξυπηρέτησης και της παροχής υπηρεσιών λόγω του χαμηλότερου λειτουργικού κόστους λειτουργίας του, σε αντίθεση με την πώληση αγαθών που απαιτεί διαρκή ανατροφοδότηση και έξοδα αποστολής. Ωστόσο, ακόμα και έτσι ο τομέας του λιανικού εμπορίου θα συνεχίσει να ενισχύει τις αγορές των καταναλωτών, αναφέροντας ότι οι προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν περίπου τα δύο τρίτα της αμερικανικής οικονομίας.
Πιο συγκεκριμένα, το Amazon έχει επεκτείνει σημαντικά τις δραστηριότητές του τα τελευταία δύο χρόνια, αλλά η τελευταία ετήσια έκθεσή της εταιρείας δείχνει ότι οι πωλήσεις των ηλεκτρονικών καταστημάτων εξακολουθούν να αποτελούν το θεμέλιο της επιχείρησης του Amazon με περίπου 198 δισεκατομμύρια δολάρια σε καθαρά έσοδα μέχρι το τέλος του 2020 — αυτός ο αριθμός αντιπροσωπεύει περίπου το 51,1% των συνολικών πωλήσεών του. Συγχρόνως, τα φυσικά καταστήματα παρουσίασαν μειωμένες πωλήσεις το 2020 και τα έσοδα ήταν περίπου στα 17 δισεκατομμύρια δολάρια – ήτοι το 4,2% των συνολικών κερδών.
Επιπλέον, η Amazon Web Service, η υπηρεσία cloud της εταιρείας, με επικεφαλής τον Andy Jassy, τον CEO του Amazon, ήταν υπεύθυνη για το 59,1% των κερδών του το 2020, δηλαδή για περίπου 13,53 δισεκατομμύρια δολάρια. Μάλιστα, η AWS έχει παρουσιάσει ετήσια αύξηση κατά περίπου 30%.
Από την άλλη πλευρά, σε ό,τι αφορά την Walmart για το 2020, οι κατηγορίες των grocery stores και των γενικών εμπορευμάτων της Walmart εξακολουθούσαν να αποτελούν το θεμέλιο των καθαρών πωλήσεών της αγγίζοντας τα 190,55 δισεκατομμύρια δολάρια (55,9%) και τα 109,60 δισεκατομμύρια δολάρια (32,1%), αντίστοιχα. Εν τω μεταξύ, η κατηγορία της υγείας και ευεξίας της — η οποία περιλαμβάνει τις φαρμακευτικές και κλινικές υπηρεσίες της — έφτασε στα 37,51 δισεκατομμύρια δολάρια σε καθαρές πωλήσεις το ίδιο έτος. Ακόμη, εκτιμάται ότι ορισμένες πρωτοβουλίες της εταιρείας με γνώμονα την πανδημία έχουν αποδώσει καρπούς.
Τέλος, η δημιουργία εταιρικών σχέσεων είναι μια δημοφιλής μέθοδος που χρησιμοποιούν οι συγκεκριμένοι λιανοπωλητές για να εισέλθουν σε αγορές στις οποίες δεν ειδικεύονται. Αλλά στην περίπτωση του Amazon και της Walmart, ο στόχος τους μπορεί να είναι να οικοδομήσουν αυτές τις επιχειρήσεις εκ των έσω μέχρι να κυριαρχήσουν σε αυτές.
Δημιουργία των νέων τάσεων
Η πανδημία έχει αποδείξει ότι οι επιχειρήσεις οφείλουν να επαναξιολογήσουν ανά διαστήματα ορισμένες έννοιες και στρατηγικές λιανικής πώλησης. Έτσι, δεδομένου ότι οι γίγαντες του λιανικού εμπορίου διαθέτουν μεγαλύτερα περιθώρια κερδών και μεγαλύτερη καταναλωτική βάση, είναι σε θέση να πειραματιστούν και ενδεχομένως να θέσουν τις νέες τάσεις για τους μικρότερους ομολόγους τους.
Η διαφοροποίηση στις επιχειρηματικές λειτουργίες ξεκινά φυσικά με τους μεγαλύτερους λιανοπωλητές, αλλά εκτιμάται ότι θα μπορούσαν να ακολουθήσουν σύντομα κι άλλοι. Έτσι, για τους μικρότερους λιανοπωλητές, το να ακολουθήσουν το μοτίβο του Amazon ή της Walmart θα προσέφερε σίγουρα μια μεγάλη ποικιλία και θα μπορούσε να διευρύνει το εύρος των υπηρεσιών τους.
Αυτό από μόνο του αποτελεί μία σημαντική πρόκληση. Μια πρόσφατη έρευνα από την Forrester έδειξε ότι μόνο λίγες μάρκες μπορούν να προβλέψουν και να ανταποκριθούν αποτελεσματικά στις ανάγκες των πελατών τους. Μάλιστα, η έκθεση διαπίστωσε ότι πάρα πολλές μάρκες εξακολουθούν να βασίζονται σε χειροκίνητες μεθόδους συλλογής δεδομένων και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν ενημερώνουν αυτά τα δεδομένα των πελατών τους σε πραγματικό χρόνο.
Πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις που προσπάθησαν να επωφεληθούν από την ευρεία ποικιλία των αγορών και το άνοιγμα προς νέες κατευθύνσεις αντιμετωπίζουν τώρα αρνητικές συνέπειες.Έτσι, καθίσταται σαφές ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος για τις εταιρείες που προσπαθούν να κάνουν πάρα πολλά στο βάθος και το εύρος των δραστηριοτήτων τους, να χάνουν την ουσιαστική εστίαση στην κυριότερη προσφορά τους. Ως αποτέλεσμα, οι αλλαγές και οι καινοτομίες πρέπει να συμβαδίζουν με την ανάλογη ικανότητα διαχείρισης, διαφορετικά το μόνο που θα πετύχουν οι εταιρείες είναι να γίνουν πιο πολύπλοκές.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.