Η υπερπλήρωση και η υπερ-παραγωγή των προϊόντων της βιομηχανίας της μόδας αποτελούν σημαντικό εμπόδιο για την βιωσιμότητα και την οικολογία, λόγω των -από δεκαετίες- παγιωμένων στρατηγικών αγοράς που βασίζονται σε μεγάλους όγκους παραγωγής και χαμηλές τιμές ανά μονάδα.
Ως αποτέλεσμα, οι περισσότερες εταιρείες μόδας αποφεύγουν να συζητήσουν ανοιχτά την υπερπαραγωγή προιόντων, καθώς ένα μεγάλο μέρος αυτού των αποθεμάτων καταλήγει συχνά σε χώρους υγειονομικής ταφής.
Το παραπάνω ζήτημα, το οποίο αναδείχθηκε κυρίως μέσα από την επικράτηση της λεγόμενης γρήγορης μόδας, φαίνεται εν πρώτοις ένα δύσκολο πρόβλημα για να επιλυθεί.
Ωστόσο, μία startup εταιρεία έχει δημιουργήσει ένα ριζοσπαστικό και καινοτόμο επιχειρηματικό μοντέλο, αντικαθιστώντας τους σχεδιαστές μόδας με την χρήση και την ανάλυση δεδομένων, με σκοπό να αποφευχθούν οι τεράστιοι όγκοι παραγγελιών.
Με αυτόν τον τρόπο, η εταιρεία επαναπροσδιορίζει ακόμα τα μοντέλα σχεδιασμού και παραγωγής των ειδών ένδυσης, ενώ δημιουργεί μία ισχυρή πρόταση αξίας για τους πελάτες της.
Ο Ramin Ahmari, ο ιδρυτής της προαναφερθείσας νεοσύστατης επιχείρησης περιγράφει την πρωτοβουλία με την εξής φράση: « Τα Zara συναντούν το Netflix» αφού η FINESSE δημιουργεί τα προϊόντα που το κοινό-στόχος (τα άτομα δηλαδή της γενιάς Ζ) επιθυμεί να αγοράσει, όταν το θελήσει και στις ποσότητες που απαιτούνται.
Πιο αναλυτικά, η ιδέα για την ίδρυση και την δημιουργία της FINESSE προήλθε από την προσωπική σχέση και αδυναμία του ιδρυτή στον τομέα της μόδας σε συνδυασμό με την τάση του να επιλύει τα πάντα με την χρήση δεδομένων.
Ο ιδρυτής εξήγησε πως η ενασχόληση του με την ανάλυση των δεδομένων του έδωσε μία γενική εικόνα και έμπνευση για το πώς οι αλγόριθμοι αναλύουν μεγάλες ποσότητες δεδομένων που συλλέγουν σε πραγματικό χρόνο με σκοπό να προβλέψουν τις μετατοπίσεις της αγοράς και των τιμών των μετοχών.
Εφαρμόζοντας αυτή την έννοια στη μόδα, εξήγησε ότι οι διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις της κοινότητας των ατόμων της γενιάς Ζ έχουν αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά και στοιχεία.
Αυτά τα στοιχεία, μπορούν στην συνέχεια να αναλυθούν για να καθορίσουν την προτίμηση των καταναλωτών για ορισμένα προϊόντα και άλλους βασικούς παράγοντες που καθορίζουν τις επόμενες τάσεις της μόδας.
Έτσι, η FINESSE λειτουργεί χρησιμοποιώντας υπερσύγχρονες τεχνολογίες, συνδυάζοντας την ανάλυση των χρονοσειρών, την επεξεργασία της φυσικής γλώσσας και τους αλγόριθμους μηχανικής μάθησης, υποδεικνύοντας τις επόμενες τάσεις της μόδας για τα άτομα της γενιάς Z και αυτό που οι περισσότεροι θέλουν ανά πάσα στιγμή.
Η φιλοσοφία πίσω από την παραγωγή των ειδών ένδυσης είναι επίσης ριζικά διαφορετική και ο ιδρυτής της FINESSE σχολιάζει εύστοχα ότι η γενέτειρα της μόδας και της έμπνευσης έχει μετακινηθεί από τις πασαρέλες της Νέας Υόρκης και του Παρισιού στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται καταγράφουν την δράση των ατόμων της γενιάς Ζ και το περιεχόμενο των influencers με το οποίο αλληλεπιδρούν και έτσι τους δίνουν το προϊόν που επιθυμούν—χωρίς αυτή η δημιουργία να περνά αναγκαστικά μέσω μιας ομάδας σχεδιασμού- η οποία είναι σαφώς πρόθυμη να βάλει τη δική της σφραγίδα σε αυτές τις δημιουργίας.
Το fashion house της εταιρείας χρησιμοποιεί μόνο την τεχνική του 3D virtual prototyping, το οποίο διαψεύδει μερικά από τα εξαιρετικά πολύπλοκα σχέδια των ενδυμάτων που απαιτούν πολλές συνεδρίες και επαναλήψεις μέχρι να δημιουργηθούν.
Μάλιστα, ο ιδρυτής της εταιρείας αναφέρει ότι πρόκειται για ένα στυλ παραγωγής το οποίο οι εταιρείες της γρήγορης μόδας δεν δύνανται να προσεγγίσουν επειδή κάτι τέτοιο θα απαιτούσε πολλούς γύρους δειγματοληψίας και τροποποιήσεων, οι οποίες είναι χρονοβόρες και δαπανηρές για τις εταιρείες που βασίζονται στην παραγωγή μεγάλου όγκου αποθεμάτων.
Μια ακόμη σημαντική διάκριση της στρατηγικής σχεδιασμού, του merchandising και των πωλήσεων της FINESSE είναι το γεγονός ότι λαμβάνεται υπόψιν το πολιτιστικό πλαίσιο των δεδομένων που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία των σχεδίων.
Μάλιστα, ο ιδρυτής της εταιρείας εξήγησε ότι η πλειοψηφία της αναπαράστασης των ατόμων διαφορετικού χρώματος στις εικόνες της FINESSE αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό τα πραγματικά μέλη της κοινότητας από τα οποία συλλέγονται τα δεδομένα.
Παράλληλα, εξηγεί ότι η mainstream μόδα παρουσιάζεται σε μεγάλο βαθμό μέσα από το πρίσμα της εσωτερικής διάταξης των εταιρειών, οι οποίες τείνουν να έχουν χαμηλή εκπροσώπηση των ατόμων διαφορετικού χρώματος, οδηγώντας τες αναπόφευκτα στην διασπορά προκαταλήψεων και στερεοτύπων.
Όσον αφορά τους κύκλους προϊόντων και την αλυσίδα εφοδιασμού, το μοντέλο σχεδιασμού και παραγωγής λειτουργεί σε εβδομαδιαία βάση σχεδιασμού.
Κάθε εβδομάδα, τρία σχεδόν πρωτότυπα ρούχα που παράγονται από την ανάλυση δεδομένων δημοσιεύονται στον ιστότοπο FINESSE για να τα ψηφίσουν οι χρήστες.
Το πιο δημοφιλές εξ αυτών πηγαίνει στην παραγωγή με βάση τις αντίστοιχες προ-παραγγελίες, με ένα μικρό αριθμό πρόσθετων τεμαχίων για όσους έχασαν τις προθεσμίες.
Ακόμη, προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο ιδρυτής της εταιρείας αποκαλεί συχνά «χρήστες» τους πελάτες της εταιρείας, ενώ παράλληλα, υποστηρίζει ότι η στάση του οίκου μόδας απέναντι στους χρήστες του είναι ανάλογη ενός ομότιμου, όχι ενός απλού καταναλωτή.
Η κλίση της εταιρείας προς τον τομέα του deep tech ήταν αυτό που οδήγησε την εταιρεία σε έναν επιτυχημένο γύρο χρηματοδότησης, με επενδυτές όπως ο Alex Roetter, ο πρώην επικεφαλής του μηχανικού τμήματος του Twitter και άλλους πολλούς.
Έτσι, οι χρηματοδοτήσεις αυτές θα ενισχύσουν τον οίκο μόδας βοηθώντας τον να επεκτείνει τη παραγωγική του αλυσίδα και τις οικολογικές «κατά παραγγελία» συλλογές του, καθώς και να χρηματοδοτήσει την τελειοποίηση των ιδιόκτητων αλγορίθμων του, γεγονός που είναι ζωτικής σημασίας για την συγκεκριμένη επιχείρηση.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.