Το «fast fashion» μεταστρέφεται σε «fresh fashion»

Σήμερα οι εταιρείες παγκοσμίως προσπαθούν όσο ποτέ άλλοτε να αντισταθμίσουν την κατάσταση της πανδημίας ενισχύοντας τις πωλήσεις τους στο διαδίκτυο . Επί παραδείγματι, η Zara, η οποία ποτέ έως τώρα δεν φημίζονταν για την παρουσία της στο διαδίκτυο, άνοιξε ηλεκτρονικά καταστήματα σε πολλές αγορές κατά την διάρκεια του προηγούμενου έτους – αλλά οι αριθμοί εξακολουθούν να μαρτυρούν ένα σημαντικό έλλειμμα εσόδων.

Έτσι, ο όμιλος Inditex, ο οποίος κατέχει την Zara, την Bershka και τα Pull & Bear, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι οι πωλήσεις του πρώτου εξαμήνου το 2020 μειώθηκαν στα 8 δισεκατομμύρια δολάρια.

Παράλληλα, οι εκθέσεις της H&M παρουσιάζουν πτώση κατά 19% στις πωλήσεις του τρίτου τριμήνου το 2020 σε σύγκριση με εκείνες του 2019.

Είναι αυτονόητο ότι το δεύτερο και το τρίτο κύμα της πανδημίας στην Ευρώπη και η μετάλλαξη του κορονοϊού στη Βρετανία, τα οποία περιορίζουν εκ νέου την κυκλοφορία και την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, ενδέχεται να καθυστερήσουν την ανάκαμψη των επιχειρήσεων.

Μάλιστα, μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη κατά τη διάρκεια της κρίσης ήταν η καθυστέρηση ορισμένων διαδικασιών παράλληλα με την επιτάχυνση άλλων. Καθώς η βιομηχανία του τουρισμού και οι αγορές εξασθενούσαν σε πολλές χώρες, οι συνθήκες της πανδημίας οδήγησαν σταδιακά στο κλείσιμο των εργοστασίων και στη μείωση της παραγωγής.

Έτσι, από την σκοπιά της κατηγορίας του fast fashion, η λογική της οποίας έχει εκπαιδεύσει το κοινό να αγοράζει «κάτι μικρό» ανά λίγες ημέρες – ακόμη και μια επιβράδυνση ενός μήνα στον κύκλο εργασιών των νέων σχεδίων συνιστά μια δραματική διακοπή που εγκυμονεί κινδύνους.

Από την άλλη πλευρά, όταν οι άνθρωποι δεν αγοράζουν, ή τουλάχιστον όταν αγοράζουν λιγότερα, έχουν χρόνο να προβληματιστούν και να εξετάσουν μια εναλλακτική λύση.

Είναι σαφές ότι η επιβράδυνση της κατανάλωσης έχει ενισχύσει σημαντικά την αφήγηση που θέτει υπό αμφισβήτηση τα κυρίαρχα καταναλωτικά μοτίβα που υπήρχαν προ-κορονοϊού και έτσι οι καταναλωτές αναρωτιούνται : «Χρειαζόμαστε πραγματικά τόσα πολλά πράγματα;»

Αυτή η δημόσια συζήτηση ανέβηκε στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης. Η Vogue, για παράδειγμα, δημοσίευσε ένα μακροσκελές άρθρο του οποίου η ουσία αφορούσε στο γεγονός ότι η πανδημία προσφέρει την ευκαιρία να αγκαλιάσει κανείς νέες αξίες υπεύθυνου και ηθικού καταναλωτισμού.

Fast fashion vs fresh fashion

Ακόμη και αν η περίοδος της κρίσης και του κοροναϊού δημιούργησε καταναλωτές που περισσότερο ευαισθητοποιημένους και προσεκτικούς, κανείς δεν πιστεύει ότι η καταναλωτική κουλτούρα όπως μέχρι τώρα είχε διαδοθεί θα αλλάξει πλήρως. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι τι θα μπορούσε να αντικαταστήσει τις παλιές συνήθειες. 

Μια εναλλακτική που προσφέρεται είναι μια αλλαγή στη συμπεριφορά των εταιρειών του fast fashion . Πράγματι, ορισμένοι προσπαθούν ήδη να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα ξεκινώντας συλλογές που κάνουν χρήση φιλικών προς το περιβάλλον υλικών ή καλούν τους καταναλωτές να επιστρέψουν παλιά αντικείμενα για ανακύκλωση. 

Ωστόσο, αυτές οι συλλογές αντιπροσωπεύουν μόνο ένα μικρό κλάσμα της γενικής προσφοράς από αυτές τις εταιρείες ενώ όλες οι εταιρείες αυτής της κατηγορίας συνεχίζουν να λειτουργούν σύμφωνα με την παλιά φόρμουλα, η οποία ενσωματώνει τις εξαιρετικά χαμηλές τιμές και την υπερπαραγωγή των ειδών ένδυσης.

Βέβαια, πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ακόμα κι έτσι, η κατάσταση φαίνεται να αλλάζει προς το καλύτερο.  Η πανδημία έχει αλλάξει ολόκληρη την προσέγγιση των μεθόδων σχεδιασμού και παραγωγής και έχει οδηγήσει τις εταιρείες να επανεξετάσουν τον  τρόπο λειτουργίας τους.

Παράλληλα, οι καταναλωτές κάνουν ανάλογες σκέψεις: πηγαίνουν ακόμα για ψώνια και πραγματοποιούν αγορές μέσω του διαδικτύου, αλλά συγχρόνως αναζητούν την ιστορία της μάρκας, την αξία της εταιρείας και τη στάση της απέναντι στον πλανήτη.

Επιπρόσθετα,  η μεγαλύτερη αλλαγή φαίνεται να έχει σημειωθεί στον τομέα του fast fashion. Συγκεκριμένα, ο όρος «fast fashion» έχει δώσει τη θέση του στον όρο  «fresh fashion» η λογική του οποίου αφορά στην παραγωγή κατόπιν της αντίστοιχης ζήτησης και έτσι αποφεύγει την πλεονάζουσα παραγωγή.

Μάλιστα, από αυτή την άποψη, υπάρχουν αρκετές επιχειρήσεις για τις οποίες η πανδημία κοροναϊού έφερε σημαντικά οφέλη: τις αναβάθμισε και τις οδήγησε στην βελτίωση των αποδόσεων τους.

Στον απόηχο της αυξημένης συνειδητοποίησης στη βιομηχανία και των μετασχηματισμών που παρατηρούνται, αναδύονται νέες και ριζοσπαστικές επιλογές οι οποίες ενδέχεται να αποτελέσουν μια ουσιαστική εναλλακτική λύση στην παραδοσιακή μορφή καταναλωτισμού.

Μία από αυτές τις ριζοσπαστικές θεωρήσεις, ωθούν τους καταναλωτές σε μία στροφή 180 μοιρών, μακριά από τη λογική της γρήγορης μόδας, ενθαρρύνοντας τους να χρησιμοποιούν ρούχα που έχουν ήδη παραχθεί ή αγορασθεί αντί να ξοδεύουν χρήματα για νέα στοιχεία.

Μαζί με τις υπηρεσίες ενοικίασης για ρούχα γνωστών σχεδιαστών, οι οποίες γίνονται όλο και πιο διαδεδομένες, τα τελευταία πέντε χρόνια σημειώνεται μεγάλη άνθιση στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες που επιτρέπουν στους καταναλωτές να μεταπωλούν αντικείμενα από την ιδιωτική τους συλλογή.

Αυτές οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες είναι προσβάσιμες σε πωλητές και αγοραστές σε όλο τον κόσμο και προσφέρουν συνήθως πολλές επιλογές για αρκετά μοντέρνα σχέδια και ρούχα.

Εν πάση περιπτώσει, η νεότερη γενιά δείχνει ήδη μεγάλο ενδιαφέρον για αυτές τις εξελίξεις. Σύμφωνα με μια έκθεση που δημοσιεύθηκε από την ιστοσελίδα Business of Fashion τον περασμένο Οκτώβριο, το 90% των 21 εκατομμυρίων χρηστών της Depop είναι ηλικίας κάτω των 26 ετών, το 40 % των ατόμων της γενιάς Z αγόρασε ένα μεταχειρισμένο προϊόν το 2019 σε σύγκριση με το 25% που προέβη σε αντίστοιχη αγορά το 2016 και η πρόβλεψη είναι ότι το ποσοστό αυτό θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο. 

Μάλιστα, εκτιμάται ότι οι κύριες αιτίες που εξηγούν σε έναν βαθμό την προθυμία των νέων γενεών να αγοράζουν μεταχειρισμένα αντικείμενα είναι οι εξής : αφενός το ηθικό προφίλ αυτών των αγορών, καθώς θεωρούνται στο σύνολο τους ως μία πιο οικολογική πρόταση και αφετέρου η αξία και οι τιμολογιακές πρακτικές, αφού συνήθως οι ιστοσελίδες μεταχειρισμένων ρούχων προσφέρουν την ευκαιρία για αγορές αντικειμένων υψηλής αξίας συχνά σε χαμηλότερη τιμή από την αρχική.

Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι οι ιστοσελίδες μεταπώλησης  θα αποτελούν στο μέλλον ένα ευρύ καταναλωτικό φαινόμενο και η τάση του second hand θα συνεχίσει να ακμάζει. Μένει να φανεί πως θα προσαρμοστεί στις νέες εξελίξεις η βιομηχανία της γρήγορης μόδας.