Δεν είναι λίγες οι influencers που προσπαθούν να μειώσουν το υπερκαταναλωτικό μένος προτρέποντας τους ακολούθους τους να κάνουν το ίδιο.
Οι οικολογικά ευαισθητοποιημένοι στον χώρο της μόδας έχουν ήδη τελειώσει τις συνεργασίες τους με ορισμένα brands που ανήκουν στην κατηγορία του fast fashion, προωθούν την μεταπώληση και την αγορά second hand ρούχων, ενώ παρατηρείται στροφή στην επένδυση σε κλασικά και διαχρονικά κομμάτια.
Για τις μεγάλες εταιρείες της βιομηχανίας της μόδας, η προώθηση κάθε καινούριας τάσης ενθαρρύνει περισσότερες αγορές, γεγονός που ενισχύει τις επιχειρήσεις, αλλά έρχεται σε σύγκρουση με μια στροφή προς περισσότερο βιώσιμες πρακτικές.
Οι στρατηγικές βιωσιμότητας για να εφαρμοστούν ορθά πρέπει να αφορούν τις λειτουργίες μιας εταιρείας σε όλο το φάσμα της. Ορισμένες εταιρείες επανεξετάζουν σε αυτό το σημείο ακόμα και τις σχέσεις τους με influencers με τους ή τις στρατηγικές marketing.
Οι ειδικοί επικεντρώνονται περισσότερο στον διαμοιρασμό γνώσης και πληροφορίας και όχι στην καινοτομία. Άλλωστε το ζήτημα δεν είναι να εκτυπώσει κανείς φυλλάδια και να τα μοιράσει σε περαστικούς, αλλά να εκπαιδεύσει τους καταναλωτές, ώστε να μπορούν να λαμβάνουν πιο σωστές αποφάσεις σχετικά με τα προϊόντα που αγοράζουν.
Σαφώς, ο σκοπός της ύπαρξης μίας εταιρείας είναι η παραγωγή και η αύξηση του κέρδους, αλλά εάν δεν υπάρξει προσαρμογή σε ένα βιώσιμο πλάνο ανάπτυξης, η εξέλιξη της εκάστοτε εταιρείας είναι μάλλον αμφίβολη.
Οι σωστοί ισχυρισμοί περί βιωσιμότητας χαρακτηρίζονται από διαφάνεια και χαμηλό προφίλ
Πολλοί από όσους υπηρετούν τον χώρο της μόδας, είτε από την σκοπιά του influencing είτε από την σκοπιά των δημοσίων σχέσεων διαπιστώνουν ότι είναι ίσως ουτοπική η ύπαρξη ενός πλήρως βιώσιμου brand και ότι κατά συνέπεια τα βιώσιμα ρούχα και το βιώσιμο marketing αποτελούν σχήμα οξύμωρο.
Ακόμη, υπογραμμίζεται ότι μπορεί το marketing και οι στρατηγικές του να έχουν μία φυσική τάση προς την υπερβολή, αλλά οι πρακτικές της βιώσιμης ανάπτυξης και η προώθηση αυτών οφείλουν να διατηρούν χαμηλούς τόνους και να μην χαρακτηρίζονται από την υπερβολή.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το περιοδικό Eco-Age, το οποίο σχολιάζει με περιπαικτική διάθεση ότι πρέπει να αποφεύγεται η χρήση της λέξης πράσινο εκτός και αν μιλάμε για χρώμα.
Οι περισσότερες εταιρείες ρούχων θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τις συμβουλές των ειδικών στην προώθηση και την βιώσιμη ανάπτυξη. Θα μπορούσαν ακόμη να επενδύσουν σε συμβουλευτικές υπηρεσίες ανάλυσης δεδομένων αλλά και ψυχολόγους. Όλα αυτά, ωστόσο, χτίζονται επάνω στην ίδια βάση: δεν υπάρχει το απόλυτο βιώσιμο προϊόν.
Απλά και κατανοητά τα μηνύματα περί βιωσιμότητας
Οι μεγάλες αξιώσεις και οι ασαφείς όροι τείνουν να οδηγούν σε κατηγορίες για υποκριτική συμπεριφορά και έτσι οι εταιρείες πρέπει να εξετάσουν πόσο πραγματικά οικολογικά ευαισθητοποιημένος είναι ο καταναλωτής.
Είναι γεγονός ότι λέξεις όπως «βιώσιμο» και «ηθικό» μπορεί να μην σημαίνουν πολλά πια αλλά εξακολουθούν να είναι οι πιο προσιτές για τους πελάτες. Ένα πρόβλημα με αυτό το γεγονός ωστόσο, είναι ότι οι μεγάλες μάρκες μπορούν να ξοδέψουν περισσότερα για να αγοράσουν αυτές τις λέξεις-κλειδιά για το SEO, στερώντας περισσότερη επισκεψιμότητα από τις μικρότερες αλλά ίσως πιο ενεργές και βιώσιμες μάρκες.
Εν κατακλείδι, τα πιο βιώσιμα μηνύματα έχουν στόχο να εκπαιδεύσουν τους καταναλωτές αντί να εμπορεύονται απλά προϊόντα και σε αυτό θα πρέπει να στοχεύσουν οι εταιρείες.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.